Μια ζωή πολλές φορές

της Έλενας Μακρή

Προσοχή: στην παρουσίαση μπορεί να περιέχονται στοιχεία SPOILER

Η Αμαλία Σίμου, εκ Βοριάδων Θεσσαλίας καταγόμενη, παντρεύεται το 1958 τον πάμπλουτο μεγαλοτσιφλικά Ανδρέα Νούση. Η αυστηρή μητέρα του, οι μεγαλομανείς αδερφές του, ο απών πατέρας του και οι άσχημες καιρικές και κοινωνικές συνθήκες της εποχής σχηματίζουν μια θηλειά γύρω από τον λαιμό του Νούση που σκηνοθετεί το θάνατό του αφήνοντας παρακαταθήκη στη γυναίκα του και την κόρη του ένα σεβαστό ποσό για να ξεκινήσουν μια νέα ζωή. Η Αμαλία μετακομίζει στο Κολωνάκι της Αθήνας, γίνεται μούσα διάσημου σχεδιαστή ρούχων, οι γειτόνισσές της την εισάγουν στην καλή κοινωνία και τελικά παντρεύεται τον υπουργό Χριστόφορο Ζαΐρη. Τα πλούτη, η χλιδή και η άνεση είναι μέρος της καθημερινότητάς της, τα καλοκαίρια παραθερίζει στον Σκορπιό καλεσμένη του Ωνάση, η κόρη της σπουδάζει στη Σχολή Χιλλ της Πλάκας και αργότερα εσώκλειστη στην Ελβετία. Ο γάμος της την αναενώνει, αρχίζει να διαβάζει και να μελετά και καταλήγει να κάνει κρυφά το όνειρό της πραγματικότητα: γίνεται ηθοποιός, με το ψευδώνυμο Αμέλια Βοριά!

Τα Ιουλιανά και η Αποστασία αρχίζουν να κουράζουν τον υπουργό που σιγά σιγά παύει να έχει σχέσεις με τη γυναίκα του. Όταν εγκαθιδρύεται η Χούντα ο Ζαΐρης τίθεται σε κατ? οίκον περιορισμό. Η Αμαλία βάζει λυτούς και δεμένους και τον φυγαδεύει στο εξωτερικό ενώ η φήμη της ως ηθοποιού, με τη βοήθεια και των κατάλληλων φλερτ βεβαίως, την κάνουν διεθνώς γνωστή κι αρχίζει να γίνεται πια διεθνής σταρ. Όταν πάει κρυφά να βρει τον σύζυγό της για έκπληξη τον πιάνει με άντρα και τον χωρίζει. Έτσι γίνεται αδίστακτη και ανελέητη, σκληρή με τον εαυτό της και με τη δουλειά της. Το όνομά της γίνεται ταυτόσημο με τη δεκαετία του 1970 και η εταιρεία Fox πίνει νερό στο όνομά της.

Τη διάσημη και πλούσια και αριστοκράτισσα Αμέλια παρακολουθεί κρυφά ο Ανδρέας Νούσης που ξεκίνησε μια νέα ζωή στο Σάο Πάολο ως γεμολόγος και εκτιμητής ακριβών κοσμημάτων. Συναντιούνται στις Κάννες όταν εκείνη παραλαμβάνει το βραβείο της και τη βοηθάει να σμίξει ερωτικά με έναν κινηματογραφικό παραγωγό που τη θέλει σαν τρελός. Στο τέλος αποκαλύπτει και σε εκείνη και στην κόρη του, που τα έχει με γόνο εφοπλιστικής οικογενείας, ποιος πραγματικά είναι και τις βοηθά να ξεπεράσουν το χαμό του παραγωγού από καρκίνο. Η ιστορία τελειώνει όταν όλοι μαζί επιστρέφουν στους Βοριάδες για ένα τελευταίο προσκύνημα στους τάφους των νεκρών πια συγγενών τους.

Θέλετε έρωτα; Έχει! Θέλετε ανατροπές; Έχει! Θέλετε γκαγκστερικά σκηνικά; Έχει! Θέλετε γούνες, σελέμπριτις, αστική τάξη, κοινωνική ευταξία, θεατρικά κουτσομπολιά, χλιδή, ακριβά και σικ διαμερίσματα, Κολωνάκι και λίμνη Κόμο; Έχει!Θέλετε φτωχή επαρχιωτοπούλα που καταφέρνει να σκαρφαλώσει την κλίμακα της ζωής, να φλερτάρει με μεγιστάνες, να ζήσει από κοντά το ανφάν γκατέ της κοινωνικής Αθήνας και να ζήσει μέχρι και μέσα στην κινηματογραφική βιομηχανία του Χόλιγουντ, αναζητώντας πάντα ένα ρομάντσο; Έχει!Αλλά μη ζητήσετε τίποτε άλλο!

Ομολογώ ότι την κυρία Έλενα Μακρή τη γνωρίζω τόσο όσο μου επέτρεψε η ίδια να τη γνωρίσω μέσα από τα editorials του περιοδικού Life and Style που διευθύνει και το οποίο μαζεύω από το πρώτο τεύχος!Ειλικρινά αν έχετε διαβάσει έστω και ένα τεύχος του περιοδικού θα καταλάβετε και το περιεχόμενο του βιβλίου. Από τα ελάχιστα που ξέρω για την κυρία Μακρή (την οποία ευχαριστώ επί τη ευκαιρία που μου έστειλε αντίτυπο του βιβλίου της και μάλιστα με αφιέρωση) δεν περίμενα να γράψει κάτι άλλο από την ιστορία μιας γυναίκας φτωχής που με πείσμα, τύχη και αυτοθυσίες καταφέρνει να σκαρφαλώσει στην υψηλή κοινωνία. Έχω νιώσει ότι είναι δυναμική, αυστηρός κριτής του εαυτού της, ευαίσθητη, ισορροπεί επικίνδυνα ανάμεσα στις απαιτήσεις της καριέρας της και τις ανάγκες της οικογένειας που δημιούργησε (έχει τρία παιδιά), έχει μεγαλώσει σε έναν κύκλο κι ένα περιβάλλον που αντικατοπτρίζεται στο βιβλίο.

Φυσικά δεν είμαι σε θέση να στηλιτεύσω το βιβλίο επειδή ασχολείται με παπούτσια Salon Sclia, γούνες ρενάρ, κοσμήματα Bulgari, κι είναι γεμάτο απ? άκρη σ? άκρη με χρυσόσκονη. Ο καθένας έχει δικαίωμα να γράψει για ό,τι θέλει και ό,τι τον εμπνέει. Θα μείνω στο γράψιμο, στο στυλ και στο ύφος. Δείγματα γραφής της κυρίας Λυμπέρη διέκρινα όπως προείπα στα editorials, καλογραμμένα, ρέοντα, σαφέστατα. Το ίδιο και εδώ και χαίρομαι που σε ένα μυθιστόρημα υπάρχει μεγαλύτερη ευκαιρία να ξεδιπλώσεις τις σκέψεις σου, τα αισθήματά σου, να εξασκηθείς σε νέες νόρμες γραφής, να πειραματιστείς με τη δική σου οπτική. Η κυρία Λυμπέρη γράφει πολύ καλά και σε γενικές γραμμές έχει καταφέρει να φτιάξει μια γερή πλοκή, μια σωστή εξέλιξη (έστω και ακραιφνή, περιγράφονται πράγματα και καταστάσεις που δεν τα ζει όποιος μένει στην Κυψέλη π. χ. αλλά κανείς δεν μπορεί να εντοπίσει λάθη, ανακρίβειες και τραβηγμένα από τα μαλλιά στοιχεία). Ο Αριστοτέλης Ωνάσης τη φλερτάρει, η Έλλη Λαμπέτη τη στηρίζει στον αγώνα της για τον καρκίνο του τελευταίου της συζύγου, ο Κωνσταντίνος και η Άννα-Μαρία την καλούν στο γάμο τους και διαβάζουμε τα πάντα για αυτόν τον γάμο από τις ετοιμασίες ως την τελετή, ο Ντίμης Κρίτσας την ανακαλύπτει και εμπνέεται κλπ. κλπ.

Ειδικά στο πρώτο μέρος όπου περιγράφονται οι αρχές και οι καταβολές της Αμαλίας και του Αντρέα, οι ιστορίες των οικογενειών τους, η καθημερινότητά τους στο γάμο τους, ζωντανεύουν τα Τρίκαλα και η γύρω περιοχή της εποχής: ιδιόλεκτοι, περιγραφές καθημερινότητας, σκηνές ακριβώς με ό,τι υπήρχε εκείνη την εποχή σε εκείνο το σημείο, απίθανες σελίδες. Μετά όμως, παρ? όλο που το ταλέντο της συγγραφέως είναι εκεί, τα ονόματα, η διακόσμηση, τα κοσμήματα, ο τρόπος ζωής, οι αλλαγές στη ζωή της, η αριστοκρατία δεν με αφήνουν να απολαύσω όσο θα ήθελα το υπόλοιπο κείμενο. Μπαίνουμε στον κόσμο της Μπάρμπαρα Κάρτλαντ και της Μαέβ Μπίντσυ αλλά ευτυχώς οι δάλογοι δεν είναι κούφιοι ή παρατραβηγμένοι, οι περιγραφές έχουν κάποιο νόημα και κάποια αλληλουχία και φυσικά θα προτιμήσω τα αποσπάσματα από το ημερολόγιο της πρωταγωνίστριας και όχι τα υπόλοιπα αφηγηματικά μέρη που γεφυρώνουν τις χρονικές περιόδους της ζωής της. Εκεί ξεδιπλώνεται το πραγματικό ταλέντο της συγγραφέως, εκεί βλέπουμε την πραγματική Αμαλία, όπου παραδόξως δεν γράφει ούτε μια φορά για το τι θα φορέσει ή πώς θα εμφανιστεί, περιγράφει γεγονότα, πρόσωπα και αισθήματα, εκεί ξεδιπλώνει τα μύχια της σκέψης της και της ψυχής της, με σωστό, λυρικό και καθόλου επιφανειακό τρόπο.

Σε γενικές γραμμές έχουμε ένα ρομάντσο, μια χιλιοειπωμένη ιστορία Σταχτοπούτας αλλά με φρέσκια ματιά, ωραίο γράψιμο, υφασμένη στην τοιχογραφία της σύγχρονης Ελλάδας και του υπόλοιπου κόσμου. Είμαι απόλυτα σίγουρος ότι η κυρία Μακρή θα επιστρέψει στο χώρο της λογοτεχνίας, προσεγγίζοντας αυτήν τη φορά περισσότερο την Ισμήνη Κπαάνταη παρά τη Λένα Μαντά. Έχει δύναμη, ενάργεια, ύφος και πολλές εμπειρίες που θα τη βοηθήσουν να κερδίσει κι άλλους αναγνώστες.

Δείτε πώς περιγράφει την ηρωίδα της η συγγραφέας στις σελίδες 132-133:
\"Τα συχνά τηλεφωνήματα της μητέρας της, με φωνή που έσπαζε από αγωνία, την εκνεύριζαν και της θύμιζαν πως κάποτε υπήρξε μια ρομαντική άνευρη κοπελίτσα από ένα χωριό, που κόντεψε να καταστρέψει μια για πάντα τη ζωή της, μόνο που ο άγνωστος Θεός της την τράβηξε από τα μακριά μαλλιά της και την έσωσε. Ένιωθε διαλεχτή, ξεχωριστή για τη νέα της ζωή και αυτό ήταν ένα συναίσθημα που την απογείωσε τους επόμενους μήνες στην Αθήνα, αφού άρχισε να συεργάζεται σε μόνιμη βάση πλέον ως mannequin de la maison, με τον οίκο Γαλανού αναλαμβάνοντας χρέη υποδοχής για μια μερίδα πελατισσών της κλάσεως της κυρίας Παλαιολόγου που έψαχναν πάντα για μια ευγενική ατυχήσασα να εξωτερικεύσουν τη σικ μητρική τους στοργή με τις παραινέσεις τους\".

Πάνος Τουρλής