Μετανάστες στη δική τους γη

της Έλενας Δαρμή

Αυτήν τη φορά η συγγραφέας μας γνωρίζει μια πολυμελή οικογένεια, την οποία γνώρισε την περίοδο που ενοικίαζε το μεγάλο σπίτι στην Πρίγκηπο: η μητέρα με τους τρεις γιους, ο φωτογράφος πατέρας, η μεγάλη λεύτερη αδερφή, η μικρή αδελφή με τον άντρα της και τον αδελφό του και η γιαγιά. Σίγουρα θα σας κουράσω εξιστορώντας τις ιστορίες του καθένα που εκτυλίσσονται μέσα σε αυτό το βιβλίο και δεν είναι αυτός ο σκοπός μου.

Με αφορμή αυτούς τους χαρακτήρες γνωρίζουμε την Κωνσταντινούπολη των Σεπτεμβριανών, της μειονότητας, της νησιωτικής πόλης, των κατατρεγμένων μεταναστών, την αγωνία και το φόβο των τελευταίων Ελλήνων της Πόλης. Περπατάμε στους δρόμους της Πόλης, ακούμε τοπικούς ιδιωματισμούς, μυρίζουμε την ξεγνοιασιά και την ανεμελιά του πριν αλλά και τα καμένα και τον ιδρώτα από το φόβο για το μετά. Από ένα σημείο και μετά τα μέλη της οικογένειας αρχίζουν σιγά σιγά να καταφεύγουν στην Αθήνα, όπου κι εκεί τα πράγματα είναι δύσκολα, πώς θα προσαρμοστούν, πού θα δουλέψουν, πώς θα ζήσουν με τις αισθήσεις που κουβαλάνε από την Πόλη των αρωμάτων και των χρωμάτων; Κάποια σημαντικά περιστατικά διαδραματίζονται μέσα στο πλοίο που μεταφέρει τους νησιώτες στην Κωνσταντινούπολη, οπότε η συγγραφέας μας συστήνει και αυτό το πεδίο δράσης, γνωριμιών, ρουτίνας, μονοτονίας το χειμώνα και κουτσομπολιού το καλοκαίρι.

Και σε αυτό το βιβλίο έχουμε ταξίδι, όπως στο άλλο βιβλίο της συγγραφέως, Ακολουθώντας τον ήχο του νέι, ευτυχώς πιο σύντομο και περιεκτικό και ξεκάθαρα για λόγους αναψυχής. Προορισμός η Μαύρη Θάλασσα και ο Πόντος. Και εδώ έχουμε σύντομα και περιληπτικά ιστορικά και γεωγραφικά στοιχεία και η μικρή έκταση της ανάπαυλας από την κυρίως ιστορία ξεκουράζει αρκετά τον αναγνώστη.

Σε γενικές γραμμές είναι καλύτερο από το πρώτο βιβλίο της συγγραφέως, ασχολείται με περισσότερους ανθρώπους χωρίς να μπερδεύει ή να ανακατεύει άσχημα τα περιστατικά και τα πρόσωπα, το ύφος είναι ρομαντικό και τρυφερό, με ισόποσες δόσεις χαράς και λύπης αλλά δυστυχώς με ξένισε πάρα πολύ ο μεγάλος αριθμός ορθογραφικών αυτήν τη φορά λαθών που είναι οφθαλμοφανέστατα και αποθαρρύνουν τον αναγνώστη να συνεχίσει το διάβασμα του βιβλίου (δυστυχώς την επιμέλεια την ανέλαβε η ίδια η συγγραφέας και πραγματικά αναρωιτέμαι για πολλά...). Παρ\' όλ\' αυτά το συστήνω για ένα ρομαντικό ταξίδι μακριά από την πραγματικότητα.

Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

\"Έτσι άρχιζε ένα αίσθημα μέσα μου, σαν τους κύκλους που σχηματίζονται όταν πετάς κάποιο βότσαλο στη λεία επιφάνεια μιας λίμνης. Τον πρώτο καιρό μεγάλοι ακόμη οι εξωτερικοί, κλείνουν μέσα τους κι άλλους ανθρώπους, ενδιαφέροντα, αναμνήσεις, συγκρίσεις, ύστερα από λίγο μικραίνουν οι κύκλοι, μένουν έξω σωρός οι φίλοι, τ\' αγαπημένα μικροπράγματα και τα μεγάλα. Υπάρχει πάντα ο φόβος μην κοπούν τελειωτικά οι δεσμοί και οι κύκλοι όλο σβήνουν και συγκεντρώνονται γύρω στον έναν, σχηματίζοντας μια δίνη να σε ρουφήξει\" (σελ. 184).

\"Όταν αγαπάς μπορείς να διεκδικείς τον χρόνο, την ελευθερία, τη μοναξιά του άλλου. Αγαπάς και εισχωρείς σιγανά σαν ένας μαύρος αίλουρος, μια σκοτεινή νύχτα στο απόρθητο κάστρο, βρίσκεις πρώτα μια μικρή θεσούλα σε μια κόκκινη βελούδινη πολυθρόνα, κάθεσαι με μαζεμένα τα μέλη και μόλις σου ανάψουν το τζάκι, σου δώσουν φαγητό, κουνιέσαι, απλώνεις τα πόδια, μεγαλώνεις και ζητάς να εισχωρήσεις σε όλα τα κλειστά δωμάτια που ήταν τέλος πάντων χρόνια τώρα για σένα ξένα, να εξερευνήσεις τις γωνίες, τα έπιπλα, τα σημειωματάρια. Χάνεις τα όρια, προσπαθείς να κυριεύσεις με βία ότι σου ξεφεύγει, γίνεσαι απαιτητικός. Ας μην ήταν ποτέ να ανάψει αυτή η φωτιά στο τζάκι\" (σελ. 185-186) (ακολουθώ τη μορφή του κειμένου).

Πάνος Τουρλής