Πορφυρά παλάτια

της Αίγλης Κρίκη

Η Σελιζέ είναι μια χωριατοπούλα, κόρη γραμματικού, στην περιοχή της Σαμαρκάνδης που κάποια στιγμή οδηγείται με τη βία στα χαρέμια του σάχη κι όταν τον γνωρίζει ξεκινάει ένας αμοιβαίος έρωτας που θα οδηγήσει σε μια σειρά από αναπάντεχες περιπέτειες, την ίδια στιγμή που εξυφαίνονται προδοσίες μέσα στο παλάτι από έμπιστους ανθρώπους.  Ο εξωτισμός της Ανατολής, ο έρωτας κι ο πόλεμος ανταμώνουν σ’ ένα συναρπαστικό μυθιστόρημα.

Η ιστορία διαδραματίζεται στη Σαμαρκάνδη στα τέλη του 18ου αιώνα, όπου ζει σ’ ένα χωριό η Σελιζέ με τον πατέρα της, Σάλεχ, μια σημαντική προσωπικότητα, με κύρος. Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε μια εποχή όπου κυριαρχούν οι πιστοί στο κίνημα των ουαχάμπι (μονοθεϊστές μουσουλμάνοι), σκοτώνοντας όσους ήταν αντίθετοι. Το ιππικό του παλατιού και ο στρατός των λόφων ελέγχουν το χαλιφάτο και φοβίζουν τους φτωχούς και πεινασμένους κατοίκους της περιοχής που δε σηκώνουν κεφάλι: «Όταν την εξουσία την προστατεύει η θρησκεία, τότε στο όνομα αυτής γίνονται τα μεγαλύτερα φονικά» (σελ. 16).

Ομολογώ πως περίμενα άλλο ένα ερωτικό μυθιστόρημα που θα εκμεταλλευτεί το σκηνικό της ερήμου και τα μυστικά της Ανατολής για να σμίξει μια χωριατοπούλα μ’ έναν χαλίφη και να ζήσουν πρωτόγνωρες στιγμές πάθους ξαπλωμένοι στην άμμο (άουτς!). Κάτι όμως το στυλ της γραφής, κάτι η θεματική ποικιλία, μιας και διαδραματίζονται και αρκετά περιστατικά γύρω από την κεντρική ιστορία, κάτι οι πολλές υποσημειώσεις για καλύτερη εμπέδωση της εποχής, του τόπου και των ηθών που επικρατούσαν τότε, σύντομα μου έδειξαν πως τα «Πορφυρά παλάτια» είναι κάτι πολύ παραπάνω από αυτό και πως η κυρία Αίγλη Κρίκη έχει μελετήσει καλά το περιβάλλον και αγαπήσει τους χαρακτήρες της.

Το λεξιλόγιο και το συντακτικό είναι εξαιρετικά. «Ο Σάλεχ, σα γύρισε στο χωριό μετά το φονικό, ο τόπος δεν τον είχε!» (σελ. 12). «Η Σελιζέ, μια κόρη με υγρά πράσινα μάτια κοιτούσε τον κόσμο με βλέμμα καθαρό. Είχε χροιά αγριελιάς που έκανε το δέρμα της να γυαλίζει» (σελ. 18). Αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με την καλή πένα της συγγραφέως, η οποία παραθέτει πολλά καλολογικά στοιχεία στις περιγραφές της, χωρίς όμως να βαρυφορτώνει το κείμενο, που από μόνο του έχει πολλά θετικά χαρακτηριστικά. Οι ερωτικές σκηνές εναλλάσσονται με καλοδουλεμένες περιγραφές πολέμου και μαχών, μιας και από τα χρυσοποίκιλτα σαλόνια των παλατιών μεταφέρθηκα στα αιματοβαμμένα πεδία του πολέμου με την ίδια ένταση και ενάργεια. Ο έρωτας του Αμπίρ Κιζ Αρκάν και της Σελιζέ έχει κάποια εμπόδια ως την ολοκλήρωσή του όμως δεν είναι υπερβολικά πολλά και μπορώ να τα χαρακτηρίσω απόλυτα εναρμονισμένα με το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι που καλείται να αντιμετωπίσει ο σάχης, οπότε μπόρεσα να αφοσιωθώ και στις παράλληλες ιστορίες του βιβλίου.

Οι περιγραφές των σπιτιών, του παλατιού, των καραβάν σαράι, των χανιών κ. ά. ίσως είναι λίγο περισσότερο εκτενείς απ’ όσο θα έπρεπε όμως δίνουν αυθεντικότητα στο μυθιστόρημα ενώ κάποιες λέξεις που είναι οικείες στον δικό μας καθημερινό λόγο τοποθετούνται στην πορεία της αφήγησης χωρίς να βοηθάνε στην εναργέστερη αναβίωση της μακρινής αυτής εποχής («αλά μπρατσέτα», «και πού ‘σαι!» κλπ.). Τέλος, η φράση «Όταν αρχίσουν να σου λείπουν τ’ άλογα, σέλωσε τους σκύλους», που ήταν και ο κινητήριος μοχλός πολλών χαρακτήρων για να προχωρήσουν στη ζωή τους, επαναλήφθηκε πολλές φορές και με όλους τους δυνατούς συνδυασμούς που σύντομα ατόνησε ως ιδέα.

Με συγκίνησε πάρα πολύ ο εξισλαμισμός του Αλεξανδρή, που υπήρξε θύμα του παιδομαζώματος και διακρίθηκε στο πεδίο της μάχης, φτάνοντας να γίνει κοτζάμπασης του σάχη Αμπίρ Κιζ Αρκάν και κατάφερε μετά από χρόνια να επιστρέψει στο σπιτικό του, καθ’ οδόν για μιαν αποστολή που του ανατέθηκε. Χωρίς να εκβιάζουν το συναίσθημα, οι παράγραφοι της επανένωσης με τους γονείς, τ’ αδέλφια, τους συγχωριανούς του ήταν συγκινητικές και πολύ δυνατές. Άλλο συναρπαστικό σκηνικό ήταν η απόπειρα δολοφονίας της υπεύθυνης του χαρεμιού από δυσαρεστημένες οδαλίσκες, με αποτέλεσμα να καεί το παλάτι και η πλοκή να προχωρήσει σε ένα αναπάντεχο στάδιο.

Τα «Πορφυρά παλάτια» είναι ένα τρυφερό και σκληρό μυθιστόρημα, γεμάτο περιπέτεια, έρωτα και εκπλήξεις, αποδίδει πιστά και μελετημένα τη ζωή στη Σαμαρκάνδη του 17ου αιώνα και με ταξίδεψε σε παραμυθένια μέρη, τα οποία ταυτόχρονα δε δίστασε να απεκδύσει από τη μαγεία τους, καταγράφοντας σκληρές και ρεαλιστικές σκηνές προδοσίας, θανάτου και ανθρωποκυνηγητού.

Πάνος Τουρλής