Μ' αγαπάς, μπαμπά;

του Βασίλη Κουτσιαρή

Ο κυρ-Σταύρος ζει σε έναν όμορφο δρόμο, γεμάτο λεύκες. Μόνος μετά τον γάμο των παιδιών του, περιποιείται τα δέντρα του δρόμου και την ιστορία του την αφηγείται μία από αυτές, κάπως ξεχωριστή βέβαια! Ο κυρ Σταύρος κάνει τα αδύνατα δυνατά για να φροντίσει τους πράσινους φίλους του, τα δέντρα όμως σύντομα αποκτούν τα δικά τους χούγια. Στόχος τους η ομορφιά της λεύκας-αφηγήτριας. Θα καταφέρουν να υπονομεύσουν στα μάτια του κυρ Σταύρου, του «μπαμπά» τους, το δέντρο; Πώς θα αντιδράσει ο κυρ Σταύρος και πώς θα «τιμωρηθεί» γι’ αυτό; Πόσο σημαντική είναι η συγχώρεση στη ζωή μας και πόσο μεγάλο καλό φέρνει; Πώς πρέπει να εντάξουμε και να αφομοιώσουμε αρμονικά τη διαφορετικότητα στη ζωή μας; Ένα αισθαντικό, τρυφερό παραμύθι, από μια ευαίσθητη ψυχή όπως είναι ο κύριος Βασίλης Κουτσιαρής.

Ο συγγραφέας αποδίδει με μαεστρία και πανέμορφες εικόνες τη σχέση που μπορεί να αναπτύξει κάποιος με τα δέντρα: το πώς τους μιλάει, πώς τα περιποιείται, πώς του ανταποδίδουν αυτά την αγάπη τους κλπ. Είναι ένας υπέροχος παραλληλισμός με την πραγματική ζωή μπαμπά και παιδιών, γιατί από αυτά ακριβώς τα κύματα περνάνε όλες οι οικογενειακές, ανθρώπινες και μη, σχέσεις. Με εξίσου όμορφο τρόπο μας συστήνονται τα δέντρα, όπου η λεύκα-αφηγήτρια είναι πιο παιχνιδιάρα, πιο δοτική και κοινωνική ενώ τα υπόλοιπα είναι ψευτοπερήφανα, καταδικασμένα να ζουν μια ξύλινη (και στην κυριολεξία) ζωή. Έτσι δε γίνεται και στην κοινωνία; Πάντα δε μεμψιμοιρούμε και δεν υπονομεύουμε το διαφορετικό; Αυτό το ξεχωριστό που μας ενοχλεί γιατί το φοβόμαστε κατά βάθος; Ειδικά όταν αναγνωρίζεται από εκείνους ακριβώς που αποζητούμε την προσοχή τους με λάθος τρόπο;

Η νέα ιστορία του κυρίου Κουτσιαρή, εικονογραφημένη από την κυρία Κατερίνα Βερούτσου με υπέροχα, ποικίλα χρώματα, με γραμμές που σχηματίζουν πότε την πραγματικότητα και πότε τη φαντασία, με μια πανδαισία από πεταλούδες αλλά και συναισθήματα, είναι μια εξαιρετική αλληγορία που θα αγαπήσουν οι αναγνώστες, αρκεί να διαβαστεί και να αποδοθεί σωστά με τη βοήθεια του γονιού. Εμένα θα μου επιτρέψετε να κρατήσω στην άκρη του μυαλού μου τις τελευταίες σελίδες με το ανατρεπτικό και λυτρωτικό τέλος, το οποίο και δε θα αποκαλύψω, θα προειδοποιήσω όμως ότι θέλει γερό στομάχι και ταυτόχρονα ευαίσθητη ψυχή (τι έγραφα στην αρχή;): «Γιατί κι αν ακόμα δεν έρθει αυτή η βροχή, ίσως αξίζει να περιμένουμε κάποιο αμάξι που, σούρουπο, θα σταματήσει στην άκρη του δρόμου…» (σελ. 45).

Πάνος Τουρλής