Η ζωή που έλειπε

του Κώστα Κρομμύδα

Ανίτα Χερτς και Δημήτρης Βουδούρης. Νέοι, όμορφοι και διάσημοι ηθοποιοί. Τους διαλέγουν για το καστ μιας ταινίας που θα γυριστεί μεταξύ άλλων σε ένα νησί δίπλα σε αυτό της μητέρας του Δημήτρη, θα γνωριστούν και θα ερωτευτούν. Όταν ο Δημήτρης έχει κενό μεταξύ των γυρισμάτων, αποφασίζει να πραγματοποιήσει την τελευταία επιθυμία του αδελφού της μητέρας του, Νίκου, που η σορός του αποτεφρώθηκε στη Βουλγαρία: να σκορπίσει τις στάχτες του στο νησί από το οποίο το έσκασε μικρός μαζί με την αδελφή του για να μην πέσουν στα χέρια των Γερμανών κατακτητών. Ταυτόχρονα, η Αννίτα δεν παύει να σκέφτεται την ετοιμοθάνατη γιαγιά της πίσω στο Βερολίνο, μια γυναίκα που δε μίλησε ποτέ για το παρελθόν της στην Ελλάδα από όπου κατάγεται και τώρα στο νεκροκρέβατο τη συντροφεύουν ένα ρολόι με αλυσίδα κι ένα δυσβάσταχτο μυστικό. Ποιος είναι ο άντρας στη φωτογραφία του ρολογιού; Τι συνέβη στη ζωή της γιαγιάς Ελένης; Γιατί η μητέρα του Δημήτρη τον εξόρκισε να μην πει στους κατοίκους του νησιού που θα επισκεφθεί ποιος πραγματικά είναι; Γιατί ο Δημήτρης νιώθει ότι κινδυνεύει και από ποιους; Τι συνέβη στο νησί λίγες μέρες πριν αποχωρήσουν οριστικά οι ηττημένοι Γερμανοί και πώς γίνεται αυτό το γεγονός να επηρεάζει τις ζωές κάποιων ανθρώπων ως σήμερα;

«Η ζωή που έλειπε» είναι το πρώτο μυθιστόρημα του κυρίου Κρομμύδα, που επανακυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διόπτρα σε νέα, επιμελημένη, φροντισμένη και συμπληρωμένη έκδοση. Πρόκειται για μια τραγική, συγκινητική και άκρως αληθινή ιστορία, γεμάτη ανατροπές, εκπλήξεις και μυστικά που με κράτησε σε αγωνία ως την τελευταία σελίδα. Πολλές φορές, όταν έχω γνωρίσει κάποιον συγγραφέα όχι μέσα από το πρώτο του βιβλίο και παρακολουθώ την εξέλιξή του, αν πέσει στα χέρια μου το πρώτο του το διαβάζω με συγκατάβαση και αρκετή ελαστικότητα, γιατί έχω δει πώς έχει εξελιχθεί ή βελτιωθεί από τότε. Με αυτές τις σκέψεις ξεκίνησα και αυτό το μυθιστόρημα, σύντομα όμως τα παράτησα όλα και αφέθηκα στη ρεαλιστική, ανθρώπινη πλοκή και στα οικεία χαρακτηριστικά της γραφής του κυρίου Κρομμύδα που δεν έχει πάψει από τότε να εμπλουτίζεται και να αλλάζει προς το καλύτερο.

Το μυθιστόρημα είναι κυρίως ερωτικό και κοινωνικό, χωρίς να αδιαφορεί για τον ορισμό του ιστορικού, μιας και οι συνθήκες ζωής κατά τη διάρκεια της ιταλικής και στη συνέχεια της γερμανικής κατοχής σε έναν τόπο που δεν κατονομάζεται είναι παραστατικότατες και διασταυρωμένες. Ο συγγραφέας, με αφορμή τη γνωριμία του με έναν από τους μάρτυρες των γεγονότων, έστησε στο μυαλό του μια έξυπνα δομημένη ιστορία που ακροβατεί επιτυχώς ανάμεσα στο μελό και την τρυφερότητα. Επειδή ακριβώς είναι γραμμένο από άντρα, και μάλιστα στην πρώτη του τότε συγγραφική απόπειρα, έχει ακριβώς τα στοιχεία που αγαπώ προσωπικά ως αναγνώστης: συναίσθημα και ερωτισμός που δεν ξεχειλίζουν αλλά στέκονται διακριτικά στο πλάι της αφήγησης, σκληρές, απάνθρωπες σκηνές, πάνω στις οποίες βασίζεται η κεντρική ιδέα και έναν υπέροχο δεύτερο ρόλο, που αγάπησα με πάθος, την Κάρμη.

Η αφήγηση της ιστορίας εκτυλίσσεται παράλληλα στο παρόν, εναλλάξ με τριτοπρόσωπη αφήγηση και την πρωτοπρόσωπη του Δημήτρη, και στο παρελθόν. Το ερωτικό στοιχείο είναι τόσο όσο χρειάζεται, ο αναγνώστης πέφτει από τη μια απορία στην άλλη, οι σκηνές που αναπαριστώνται φωτίζουν σταδιακά τις πτυχές της βασικής ιδέας, σε μια κλιμακούμενη εξιστόρηση που μου έκοψε την ανάσα. Πολλές φορές παρασύρθηκα κι έκανα δικές μου σκέψεις για το τι πραγματικά συνέβη, για το τι δένει την Αννίτα με τον Δημήτρη, προσπαθούσα δηλαδή να βρω απαντήσεις στα ερωτήματα που μου άφηνε επανειλημμένα ο κύριος Κρομμύδας, ώσπου στο τέλος, φυσικά τίποτε από αυτά δεν ίσχυε και κανένα από αυτά δεν ολοκληρώθηκε σαν από μηχανής θεό. Λογικοφανώς, ουσιαστικά, ρεαλιστικά, απόλυτα δικαιολογημένα τα κομμάτια του παζλ ήρθαν κι έδεσαν, η ιστορία έφτασε στο τέλος της χωρίς ούτε ένα ξέφτι και στην τελευταία σελίδα απλώς αφέθηκα να πιστέψω στη δύναμη του έρωτα και στη διηνεκή μαγεία της αέναης αγάπης.

«Η ζωή που έλειπε» ήταν η πρώτη απόπειρα του συγγραφέα να εισέλθει στον κόσμο του σύγχρονου ελληνικού μυθιστορήματος τέσσερα χρόνια πριν και χάρηκα που επανεκδόθηκε, γιατί είναι ένα κείμενο γεμάτο πανανθρώπινες αξίες, διαχρονικά μηνύματα και ξετυλίγει μια ιστορία που θα κερδίσει και τον πιο απαιτητικό αναγνώστη γιατί δεν επικεντρώνεται σε συκγκεριμένα άτομα-πρωταγωνιστές αλλά σε ένα ολόκληρο νησί, γεμάτο τύψεις και ενοχές για την πιο φρικιαστική πτυχή του πολέμου. Συγκροτημένο, μαζεμένο, σωστά οργανωμένο, χωρίς φιοριτούρες και περιττά στολίδια, ήταν η πολύ καλή αρχή μιας πένας που συνεχίζει να πειραματίζεται και να αποδίδει στο χαρτί έναν αεικίνητο εσωτερικό κόσμο.

Πάνος Τουρλής