Συνέντευξη με τον Γιώργο Πιπερόπουλο

Ο Γιώργος Πιπερόπουλος είναι ένας άνθρωπος που με τον που τον γνωρίζεις νιώθεις την ανάγκη να συζητήσεις μαζί του. Να συζητήσεις για πράγματα απλά, καθημερινά μέχρι το πώς αντιλαμβάνεται ο κάθε άνθρωπος τα συναισθήματά του και πώς τελικά τα διαχειρίζεται... Στο δεύτερο βιβλίο του Φυγάδες στο πρωινό του κόσμου ωθεί τον αναγνώστη σε βαθύτερες σκέψεις από αυτές που τον σπρώχνει η ρουτίνα του metro-boulot-dodo. Σε κάνει να σταθείς και να αφουγκραστείς την μέχρι τώρα ζωή σου και ίσως να την αναθεωρήσεις...

 

 

CAPTAINBOOK.GR: «Φυγάδες στο πρωινό του κόσμου». Τελικά για να βρει κάποιος τον πραγματικό εαυτό του πρέπει να φύγει μακριά;

Γιώργος Πιπερόπουλος: Σαφέστατα, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι πρέπει να πάει στην άκρη του κόσμου. Πρέπει, αν το διαλέγει ο ίδιος φυσικά, να ξεπεράσει τα σύνορα που ο «νους» του βάζει στις σκέψεις του, στην προσωπική του θεώρηση και γενικότερα στη στάση ζωής του. Όσο πιο σιδερόφρακτα τα σύνορα, τόσο πιο μακριά θα πρέπει να πας ώστε να τα δεις στην πραγματική τους διάσταση. Ένας σωρός από άχρηστες αναστολές που λειτουργούν σαν φρένο σε μια διαφορετική προσέγγιση της ζωής.

CB: Πότε κάποιος ταξιδεύοντας αισθάνεται φυγάς και πότε απλά ταξιδιώτης;

Γ.Π.: Όπως γράφω και στην εισαγωγή του βιβλίου «Φυγάδες στο πρωινό του κόσμου», φυγάς είναι αυτός που φεύγει από τον τόπο όπου ζει (και τον τρόπο που ζει βέβαια με τις σκέψεις του και την προσωπική του φιλοσοφία) γιατί δεν τον αντέχει. Σε αντίθεση με αυτόν, ο ταξιδιώτης (της ζωής) ψάχνει το νέο, το αλλιώτικο, για να πλουτίσει τον τρόπο που παρατηρεί τον κόσμο.

CB: Τι είναι το ταξίδι για εσάς;

Γ.Π.: Μια προσπάθεια να δω τα πράγματα αλλιώς -ή να δω και αλλιώτικα πράγματα- και να γεμίζω τη βάση δεδομένων μου, χωρίς όμως να ζυγίζω και να μετράω με όσα ήδη γνωρίζω. Μια αποθήκη με ένα σωρό πράγματα έτοιμα για έλεγχο, απόρριψη ή ενσωμάτωση, όταν όμως έρχεται η κατάλληλη ώρα για το κάθε ένα.

CB: Πείτε μου, αν θέλετε, λίγα λόγια για το βιβλίο σας. Ποια είναι, περιληπτικά, η υπόθεσή του;

Γ.Π.: Μια παρέα, τρία ζευγάρια, που τρέχουν όπως όλοι στις ημέρες μας. Εκεί, στο ιδιαίτερο ταξίδι, με πολύ ελεύθερο χρόνο, σε άλλες συνθήκες και με άλλες ανεξήγητες από την λογική τους εμπειρίες, «προετοιμάζονται» για την αλήθεια τους. «Ψημένοι» λοιπόν, μετά από δυο εβδομάδες περιπλάνησης στο άγνωστο, όταν βρεθούν δυο βήματα από τον θάνατο, καταλαβαίνουν όσα το τρέξιμο αλλά και οι καλλιεργημένες από την κοινωνία συνθήκες δεν τους άφηναν να δουν, όσα ξεκάθαρα αντίκρισαν. Τι θα κάνουν στη συνέχεια -αν φυσικά επιζήσουν- είναι θέμα του καθενός. Του καθενός μας!

CB: Ποια ανάγκη σας ώθησε στη συγγραφή;

Γ.Π.: Δεν νομίζω ότι είναι ανάγκη. Έγραφα -όπως και διάβαζα- από μικρός γιατί μου άρεσε το να ταξιδεύω, και όπως ασφαλώς γνωρίζετε και το διάβασμα είναι ένας τρόπος ταξιδιού. Ε, στα βιβλία μου, όπως θα είδατε, είμαι απλά ο αφηγητής ενός ταξιδιού.

CB: Από το 1996 και μετά αποφασίσατε να εγκαταλείψετε τον «συμβατικό» τρόπο ζωής και να αποσυρθείτε στο Λαύριο. Τι σας οδήγησε σ' αυτή την απόφαση;

Γ.Π.: Μα ασφαλώς η μεγάλη μου επιθυμία για ένα ακόμα ταξίδι.

CB: Πόσο εύκολο είναι μία τέτοια ιδέα από τα λόγια να γίνει πράξη;

Γ.Π.: Δεν υπάρχουν εύκολα και δύσκολα όταν θέτεις τη σωστή ερώτηση στον εαυτό σου. Στη προκειμένη περίπτωση το ερώτημα είναι «τι πρέπει να κάνω για να είμαι καλά και σε αρμονία με τον αληθινό εαυτό μου και τα αγνά θέλω του;» Από την στιγμή που θέτεις το ερώτημα, υπάρχει μόνο μια απάντηση, άσχετα από τον χρόνο που θα χρειαστείς για να την βρεις ή και να τη υλοποιήσεις. Όταν όμως το ερώτημα αποκτήσει την αληθινή του δύναμη μέσα μας, αδιαφορούμε για όλους εκείνους του φόβους που καταδυναστεύουν κάθε προσπάθεια για να ξεγλιστρήσει κανείς από τις «φυλακές της κοινωνίας» και κάνουμε αυτό που έχουμε αληθινή ανάγκη.

CB: Εκτός από συγγραφέας είστε συντάκτης και administrator του diavasame.gr. Πώς προέκυψε αυτή η ιδέα;

Γ.Π.: Όταν τελείωσα το σεμινάρια κριτικής στο ΕΚΕΒΙ (μόλις είχα αρχίσει), διαπίστωσα ότι δεν υπήρχε ένα site που να παρουσιάζει οργανωμένα κριτικές βιβλίου. Είπα την ιδέα μου, και οι περισσότεροι έβαλαν τα γέλια. Σήμερα, που κοντεύουμε να κλείσουμε τον τέταρτο χρόνο λειτουργίας, έχουμε ξεπεράσει συνολικά τις 1.238.000 επισκέψεις (προσέξτε visits και όχι clicks ή Hits), οι δε κριτικές μας αναφέρονται στην εθνική βάση δεδομένων (www.biblionet.gr)

CB: Πείτε μου δύο λόγια για τα σεμινάρια κριτικής του ΕΚΕΒΙ.

Γ.Π.: Αν ρωτήσει κανείς να μάθει τι κάνουν εκεί, αν αφήσει το εγώ του από έξω, αν ξέρει και ο ίδιος γιατί θα πάει, και αν δεν ελπίζει ότι εκεί με ένα μαγικό ραβδί θα τον μεταμορφώσουν σε τρεις μήνες στην «πένα» του αιώνα, είναι πολύ-πολύ χρήσιμα.

CB: Εφόσον τα αναγνώσματα είναι καθαρά προσωπική υπόθεση, ποιος ο ρόλος της κριτικής;

Γ.Π.: Σε κάθε ταξίδι ο κάθε ταξιδιώτης, ακόμα και όταν βλέπει τα ίδια με τον διπλανό του, είναι βέβαιο ότι έχει δικές τους σκέψεις, συναισθήματα και συμμετοχή σε όσα συμβαίνουν. Αυτά, τα δικά του, τα περιγράφει στο κείμενό του για κάποιο βιβλίο-ταξίδι. Κατά την γνώμη μου σε μια κριτική θα έχετε μια άποψη για ένα βιβλίο, αλλά παράλληλα θα μάθετε και αρκετά και για αυτόν που έκανε αυτό το ταξίδι. Η ανάγνωση μιας κριτικής είναι για μένα ένα ιδιαίτερο, αλλά σίγουρα ένα ακόμα ταξίδι.

CB: Πώς αντιλαμβάνεστε ότι επηρεάζει η τρέχουσα κοινωνική και οικονομική κατάσταση τους συγγραφείς και τους εκδότες και πώς το αναγνωστικό κοινό;

Γ.Π.: Είναι όλα δύσκολα και ίσως δυσκολέψουν κι άλλο. Το ίδιο συμβαίνει φυσικά και σε ό,τι έχει σχέση με το βιβλίο, ανεξάρτητα από ποια πλευρά βιώνεις αυτή την σχέση. Δεν μπορεί να γίνει αλλιώς για τίποτα από όσα είναι συνδεδεμένα με τη ζωή.

CB: Σαν συγγραφέας είστε ευχαριστημένος από τον τρόπο που προωθούνται τα βιβλία στην ελληνική αγορά;

 

Γ.Π.: Δεν θα το έλεγα. Παντού γύρω μου ακούω παράπονα. Εδώ που τα λέμε όμως με αυτόν τον καταιγιστικό ρυθμό έκδοσης νέων τίτλων, που λανθασμένα κατά την γνώμη μου ακολούθησαν οι εκδότες, δεν υπήρχε ο χρόνος και ούτε φυσικά τα μέσα για να γίνει ό,τι θα έπρεπε να γίνει για κάθε βιβλίο. Η ζωή του βιβλίου - εκτός από τα ελάχιστα που βρέθηκαν ψηλά- περιορίστηκε στους τρεις μήνες. Ποιος να το δει, ποιος να το επιλέξει και πότε να προλάβει να κάνει έναν κύκλο ανάλογο με την αξία του. Φρούδες ελπίδες.

CB: Είστε από αυτούς που πιστεύουν ότι κατά κύριο λόγο λειτουργούν τα «κυκλώματα» -με την αρνητική έννοια- στον χώρο του βιβλίου ή θεωρείτε ότι το καλό βιβλίο αργά ή γρήγορα θα γίνει γνωστό και θα έχει απήχηση;

Γ.Π.: Δυστυχώς στην κοινωνία παίζουν μεγάλο ρόλο «οι γνωριμίες». Κοιτάξτε στους πολιτικούς, στους δημοσιογράφους, και γενικά σε κάθε τομέα της ανθρώπινης δραστηριότητας. Θα ήταν λοιπόν άτοπο το να έλεγε κανείς ότι δεν υπάρχουν επιρροές στον χώρο του βιβλίου. Φυσικά μια γνωριμία, αν και μπορεί να βοηθήσει, δεν νομίζω όμως ότι μπορεί από μόνη της να διατηρήσει ένα βιβλίο στις ψηλές θέσεις των πωληθέντων.

CB: Υπάρχει ήδη στα σκαριά το επόμενο έργο σας;

Γ.Π.: Υπάρχουν δύο τρία βιβλία στα σκαριά, και περισσότερα από δέκα ολοκληρωμένα παραμύθια, με μια ιδιαίτερη προσέγγιση, μια και τα παιδιά δεν είναι πια τα παιδιά του '60. Σήμερα όμως που μιλάμε δεν έχω αποφασίσει αν θα τα εκδώσω. Θα δούμε.

CB: Ευχαριστούμε πολύ.

Γ.Π.: Κι εγώ ευχαριστώ.