Ό,τι αγαπώ είναι δικό σου

του Γιάννη Καλπούζου

Ένα βιβλίο που με προβλημάτισε πάρα πολύ ως προς το τι να γράψω γι\' αυτό. Να το κατακρίνω; Να τονίσω τα καλά του σημεία; Να το συγκρίνω με το Ιμαρέτ και το Άγιοι και δαίμονες; Ειλικρινά δίστασα πολύ πριν καταλήξω στη σημερινή παρουσίαση. Αν με ρωτήσουν \"Σου άρεσε;\" θα πω σίγουρα όχι, αν και θα τονίσω ότι το αστυνομικό στυλ που παίρνει προς το τέλος το βιβλίο και η ανατροπή που έρχεται είναι έξυπνα ευρήματα.

Γιατί δε μου άρεσε; Δεν μπόρεσα να ξεφύγω από το αξεπέραστο Ιμαρέτ και το δύσκολο Άγιοι και δαίμονες. Έχουμε δύο βασικούς ήρωες τον Άνδη (Ανδρόνικο) και τη Θάλεια, δύο πολύ διαφορετικά μεταξύ τους πρόσωπα ως προς το οικογενειακό υπόβαθρο, τον χαρακτήρα, τη στάση ζωής και τη συμπεριφορά. Μεγαλώνουν μαζί στην Άρτα και οι δρόμοι τους χωρίζουν για να ξαναβρεθούν αργότερα και να χωρίσουν για πάντα εξαιτίας ενός παλιού οικογενειακού μυστικού. Μέχρι να φτάσει όμως ο αναγνώστης στο κρίσιμο σημείο (πολύ μετά τη μέση του βιβλίου) έχει γνωρίσει ΟΛΗ την παλιοπαρέα του Άνδη, τις γυναίκες που πέρασαν από τη ζωή του και πόσο ενθουσιασμένες ήταν με το μεγάλο του γεννητικό όργανο (αυτό πάλι γιατί τονίζεται, από τη στιγμή που δεν παίζει ιδιαίτερο ρόλο στην εξέλιξη της ιστορίας;). Ως προς τη Θάλεια γνωρίζουμε τη δυστυχισμένη ζωή της οικογένειάς της, με έναν πατέρα σατράπη και με βαρύ χέρι και μια μάνα που τρώει αγόγγυστα το ξύλο και φταίει για όλα. Περνάμε από τις σκανταλιές των παιδικών χρόνων στον ώριμο έρωτα, η Άρτα αλλάζει μπροστά στα μάτια μας αλλά δεν είναι και πολλή ώρα στο φόντο και φτάνουμε στην Αθήνα, όπου ο Άνδης πρέπει να μπλέξει με τρομοκράτες και ναρκομανείς, να κάνει κατάληψη σε νεοκλασικό ερειπωμένο αρχοντικό και γενικώς να κάνει βίο ανέμελο ώσπου να κατασταλάξει ως έμπορος βιβλίων κι όλα αυτά με φόντο τη σύγχρονη ιστορία της Ελλάδας (από τη Δικτατορία του 1967 ως το βρώμικο 1989). Πολλές λεπτομέρειες, πολλοί χαρακτήρες, πολλές ιστορίες που δεν μπερδεύουν, ούτε ταλαιπωρούν τον αναγνώστη να καταλάβει ποιος είναι τι αλλά αναρωτιέμαι γιατί μπλέκουν όλα αυτά τα πρόσωπα από τη στιγμή που η εξέλιξη της ιστορίας περιορίζεται στη συνέχεια στις οικογένειες των δυο παιδιών και το μυστικό αίματος που τις χωρίζει και κάνει τον έρωτά τους απαγορευμένο. Επιπλέον σε όλα αυτά επικρατεί άφθονος βερμπαλισμός στις περιγραφές και στα συναισθήματα, μια έννοια ή ιδέα δίνεται με πολλές συνώνυμες λέξεις κι ώσπου να φτάσω στο \"ζουμί\" είχα σκεφτεί να το αφήσω. Για να μην αναφέρω τις άφθονες ιστορικές πληροφορίες για Αθήνα και Παρίσι σε άκαιρο τόπο και χρόνο, κάτι που μου φάνηκε ότι έγινε για να γεμίσουν σελίδες!

Και πάμε στην κεντρική ιδέα: κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου, ανακαλύπτεται ένα πτώμα αντάρτη, οπότε το κουβάρι για την αποκάλυψη του δολοφόνου αρχίζει να ξετυλίγεται στο σήμερα. Πολύ καλό το εύρημα, πολύ ωραία εξελίσσεται το μυστήριο, πολύ ωραία το χειρίζεται ο συγγραφέας (τη σωστή κατεύθυνση τη δίνει ένας φανατικός αναγνώστης αστυνομικών μυθιστορημάτων που βλέπει τις σημειώσεις του Άνδη και τις περνάει για δικό του μυθιστόρημα!), πολύ ωραία η ανατροπή και η εξλιξη της ιστορίας αλλά όλα αυτά δεν ήταν από μόνα τους αρκετά να με κάνουν να απολαύσω αυτό το βιβλίο.

Στα τελευταία κεφάλαια ο συγγραφέας μάς κλείνει το μάτι και υποστηρίζει μέσω των χαρακτήρων του ότι στο βιβλίο αυτό παραλληλίζει την ιστορία του με τις πληγές και τις επιπτώσεις του εμφύλιου πολέμου στην ελληνική κοινωνία: φωτεινά μυαλά που χάθηκαν άδικα των αδίκων, ο λαός που κράτησε βαθιά μέσα του το φαρμακι της εποχής κι υπέσκαπτε κάθε προοδευτική προσπάθεια, οι άδικα κατηγορηθέντες, ακόμη και εκπρόσωπος της Κύπρου υπάρχει στο μυθιστόρημα, τραυματισμένος σε μάχη κατά την εισβολή του 1974. Επαναλαμβάνω όμως ότι όλα αυτά δεν τα ένιωσα, μπορεί να τα κατάλαβα ή να τα διαισθάνθηκα αλλά δεν τα ένιωσα.

Το συνιστώ για την κεντρική ιδέα και για κάποια βαθύτερα νόηματα που υπάρχουν αλλά θα έλεγα να κάνετε υπομονή μέχρι να το τελειώσετε!

Πάνος Τουρλής