Στα βελούδινα ίχνη του δολοφόνου

του Χρήστου Ε. Αναστασόπουλου

Ο Λόλα και η Σαλώμη είναι δύο κατοικίδιες γάτες που τις φροντίζει η διάσημη κυρία της μόδας, Πίτσα. Είναι αφράτες, αυτάρκεις, πανέξυπνες και μια μέρα ανακαλύπτουν την κυρία τους νεκρή, μετά από ένα ολονύχτιο πάρτι! Ποιος τη σκότωσε και γιατί; Αμέσως αρχίζουν να αναλύουν τους χαρακτήρες των ανθρώπων που γνώρισε η αφεντικίνα τους και που εκείνες γνώρισαν ή κρυφάκουγαν όλο αυτόν τον καιρό, με σκοπό να δουν ποιος έκανε κακό στην κυρία τους. Θα τα καταφέρουν; Ποιος σκότωσε την κυρία Πίτσα και γιατί; Ποιος συγκεντρώνει τους περισσότερους πόντους ενοχής; Ποιος ήθελε να κάνει κακό σε ένα άβγαλτο κοριτσόπουλο που ξεκίνησε ράφτρα από τα Τρίκαλα για να καταλήξει μεγαλοκυρία;

Ο Χρήστος Αναστασόπουλος επέστρεψε με ένα διαφορετικό μυθιστόρημα, γραμμένο από βελούδινες πατούσες, κι έβαλε ένα γερό στοίχημα με τον εαυτό του. «Τα βελούδινα ίχνη του δολοφόνου» είναι ένα εναλλακτικό μυθιστόρημα μυστηρίου, όπου τους ρόλους του Πουαρώ και του Χέιστινγκς ή του Σέρλοκ Χολμς και του Ουάτσον τους υποδύονται η Σαλώμη και ο Λόλα. Ναι, Ο Λόλα, γιατί από τότε που τον ευνούχισε η κυρία Πίτσα δε θεωρούσε ότι του ταιριάζει αντρικό όνομα! Ζουν άνετα σε ένα κολωνακιώτικο διαμέρισμα, χαίρονται τον ήλιο, τα υφάσματα, τους πελάτες και τις συνεργάτιδες της πιο γνωστής μοντελίστ των Αθηνών. Μόνο που όλα αυτά θα αλλάξουν άρδην σε μία νύχτα.

Η γραφή του Χρήστου παραμένει καλή, παραστατική, με πλούσιο και σωστό λεξιλόγιο και εξαιρετική σκιαγράφηση πολλών διαφορετικών χαρακτήρων. Η αφήγηση ξετυλίγεται με αφορμή τις αναμνήσεις των γατιών από τη ζωή τους με την κυρία Πίτσα, τις οποίες αναμνήσεις συμπληρώνουν με όσα άκουσαν από δω κι από κει. Παρ’ όλο που ξεκίνησα το μυθιστόρημα περιμένοντας μόνο τις γάτες να πρωταγωνιστούν σε όλες τις πράξεις της πλοκής, σύντομα κατάλαβα πως αυτό θα ήταν αδύνατο και από ένα σημείο και μετά ίσως και βαρετό (πού να πάνε οι γάτες για να αρχίσουν τις έρευνες, αφού έχουν κλειδωθεί μέσα μ’ ένα πτώμα;), γι’ αυτό μου άρεσε η ιδέα του συγγραφέα να ξετυλίξει τις ζωές των πρωταγωνιστών, τάχα μου υποτίθεται μέσα από το στόμα των τριχωτών τετράποδων. Έτσι λοιπόν μαθαίνουμε για τον βίο και την πολιτεία της Πίτσας από τα Τρίκαλα που ήρθε στην Αθήνα ως βοηθός της Φρόσως, για τους άντρες που γνώρισε, για τα μοντέλα που ανέδειξε, για την καριέρα της και για τον χαρακτήρα που έχτισε. Παράλληλα, τα γατιά κυκλοφορούν μες στο σπίτι, γλείφονται και νιαουρίζουν, γενικώς συμπεριφέρονται με ανατριχιαστική αληθοφάνεια, την οποία μόνο κάποιος μόνιμος συγκάτοικος γατιών και ταυτόχρονα ταλαντούχος συγγραφέας μπορεί να αποτυπώσει!

Εδώ ακριβώς είναι η πουριτανική μου ένσταση. Σε αυτό το μυθιστόρημα ήρθα αντιμέτωπος με τον δικό μου χαρακτήρα και αναμετρήθηκα με τις αντοχές και τις ανοχές μου, μιας και ένα σημαντικό κομμάτι του χαρακτήρα της κυρίας Πίτσας με βρίσκει απόλυτα αντίθετο, αν και από ψυχολογικής άποψης είναι τεκμηριωμένο. Η δημιουργός λοιπόν, μετά από έναν σημαντικό και τρυφερό έρωτα που γνωρίζει στη ζωή της, αρχίζει να αποζητά το σεξ μετά μανίας, καταλήγοντας νυμφομανής, κι αυτό δεν είναι spoiler, μιας και χάρη σε αυτήν την προσωπικότητα οι ένοχοι είναι πολλοί. Από την άλλη, όμως, αυτή δεν είναι η μαγεία της λογοτεχνίας; Να σου υποδεικνύει κάποιος πράγματα και καταστάσεις που ο ίδιος δε θες ή δεν έχεις γνωρίσει ως τώρα και χάρη σε αυτό ακριβώς το ταλέντο που λίγοι έχουν να σου το αναπαριστά στις πραγματικές του διαστάσεις, με τις παρελκόμενες συνέπειες κι έτσι να συνειδητοποιείς οριστικά αν αυτό σε ιντριγκάρει ή σε απογοητεύει στη ζωή σου; Η Πίτσα λοιπόν δε χάνει στιγμή να μη γευτεί το σεξ, μιας και νιώθει απόλυτα στερημένη  από αυτό στα πρώτα χρόνια της ζωής της, από την άλλη όμως ο συγγραφέας αυτό το χαρακτηριστικό δεν το ξεχειλώνει και δεν το εκμεταλλεύεται: η πρωταγωνίστρια καταλήγει πολύ σύντομα σε ελάχιστα και συγκεκριμένα άτομα για να συνεχίσει τη ζωή της, όσο την αφήσανε (αν κάποιος από αυτούς είναι ο δολοφόνος).

Η διεισδυτική ματιά του Χρήστου Αναστασόπουλου έχει επιλέξει διαφορετικούς και ποικίλους χαρακτήρες για να χτίσει το μυθιστόρημά του γύρω τους. Έχει την ομοφυλόφιλη Φρόσω και τις δυσκολίες που συνάντησε στο δικό της πέρασμα ζωής και έναν υπέροχο, τρυφερό αλλά σιωπηρό έρωτα για την Πίτσα, που την οδηγεί από το ένα λάθος στο άλλο, χαντακώνοντας τις ζωές και των δύο. Έχει τον μεσήλικα άντρα που ακόμη αποζητά τον ουσιαστικό έρωτα στη ζωή του, έχει τον αστυνομικό που έχει δοκιμάσει πολλές γυναίκες στη ζωή του όμως υπάρχει ένα άτομο που θα τον κάνει να τις ξεχάσει όλες, επομένως πολύ αδρά ξεπηδάει μέσα από τις γραμμές του κειμένου η νεότερη και σύγχρονη ελληνική αντίληψη και ζωή, με τις αντιθέσεις της, τις προσδοκίες της, τα όνειρά της.

Η πλοκή κινείται γύρω από τη ζωή της Πίτσας και των ανθρώπων που συνάντησε και γνωρίζουμε όλους τους ήρωες από τα γεννοφάσκια τους ως το κρίσιμο σήμερα. Δεν πρόκειται όμως για μονοδιάστατες αφηγήσεις, μιας και η ευρηματικότητα του βιβλίου είναι αυτή: κάτι θα κρατήσει ο συγγραφέας για αργότερα, ώστε να το τοποθετήσει στην καίρια θέση του στο σήμερα και να ανατρέψει κάτι δεδομένο ή να συμπληρώσει κάτι εκκρεμές, ακόμη κι αν παρεμβαίνει στην ιστορία ενός άλλου ήρωα. Έχουμε δηλαδή ένα καλά σχεδιασμένο παζλ που τα κομμάτια του δεν περιμένουν τη σειρά τους για να μπουν στη θέση τους, απλώς πετάγονται από δω κι από κει, χτίζοντας κομμάτι κομμάτι την εικόνα της ιστορίας, χωρίς να δημιουργούν και χάος. Η Σαλώμη και ο Λόλα αφηγούνται εναλλάξ τις ιστορίες από τη δική τους οπτική ο καθένας, κάτι που δίνει πολυμέρεια και ποικιλομορφία στην αφήγηση. Λείπει βέβαια η ένταση και το σασπένς που πρέπει να έχει ένα αστυνομικό μυθιστόρημα, μιας και το βιβλίο στρέφεται περισσότερο στην κοινωνικότητα και τον ερωτισμό, πάντα αρμονικά εξισορροπημένα, ενώ το φινάλε δε με ικανοποίησε. Ήταν πολύ ευρηματικό και ανατρεπτικό, όμως ήρθε σχεδόν αναπάντεχα και λίγο κλεψίτυπα και με στενοχώρησε. Ο ένοχος ή η ένοχη παίζει με τον αναγνώστη σχεδόν από την αρχή και είναι σα να τον αφήνει να γνωρίσει την πένα του πολύ καλού αυτού συγγραφέα ώστε στο τέλος να του αποκαλυφθεί και αυτό μου άρεσε και κρατάω: είμαι εδώ, εγώ το έκανα, συγνώμη που δε σε άφησα να το καταλάβεις, δε σου άρεσε όμως το κείμενο που διάβασες;

Το μυθιστόρημα «Στα βελούδινα ίχνη του δολοφόνου» είναι μια εναλλακτική πρόταση στην αστυνομική λογοτεχνία με πολύ καλή σκιαγράφηση χαρακτήρων, γεγονότα και καταστάσεις που δε με κέρδισαν λόγω προσωπικών και καθαρά υποκειμενικών «κολλημάτων» αλλά ήταν ρηξικέλευθες για ελληνικό βιβλίο και σίγουρα θα το αγαπήσουν γατόφιλοι και μη.

Πάνος Τουρλής