Σκοτεινός λαβύρινθος

του Γρηγόρη Αζαριάδη

Η αστυνόμος Τρύπη του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής και Προσωπικής Ιδιοκτησίας αναλαμβάνει την υπόθεση της εκτέλεσης της οικογένειας των Μαυρονικόλα. Είναι εντολή δολοφονίας ή ξεκαθάρισμα λογαριασμών; Γιατί; Τι συνέβη στα κυκλώματα της νύχτας που οδήγησε στη δολοφονία τεσσάρων ενηλίκων κι ενός πεντάχρονου παιδιού; Ταυτόχρονα, η Σοφία Μαυρονικόλα, που γλύτωσε λόγω απουσίας στην Αιθιοπία, επιστρέφει για να κηδέψει τους αγαπημένους της κι ορκίζεται εκδίκηση. Έτσι ξεκινάει ένα αδυσώπητο κυνήγι όχι μόνο ενάντια στον χρόνο αλλά και μεταξύ των δύο γυναικών για το ποιος θα βγάλει πιο γρήγορα άκρη σε αυτό τον σκοτεινό λαβύρινθο. Ποιος θα κερδίσει τελικά; Η εκδίκηση ή η δικαιοσύνη;

Η τέταρτη υπόθεση της αστυνόμου Τρύπη, που διαδραματίζεται τρία χρόνια μετά το προηγούμενο βιβλίο, το «Μοτίβο του δολοφόνου», είναι άλλο ένα ταξίδι στους σκοτεινούς δρόμους της Αθήνας και ταυτόχρονα ένα κείμενο πλούσιο σε κινηματογραφικές εικόνες, απρόσμενες παρομοιώσεις και αδιάκοπες σκηνές έντασης και δράσης. Είναι ένα πολυπρόσωπο μυθιστόρημα, με εκτελεστές, εντολείς, δολοφόνους, νονούς της νύχτας, μπράβους, βαποράκια, προστάτες και πόρνες, που καταφέρνει μια κατά βάσιν μονοδιάστατη ιστορία να τη γεμίσει με πληροφορίες που ζωντανεύουν ανάγλυφα έναν κόσμο που είναι καλύτερα να μη γνωρίσεις. Η καταγραφή της ώρας, η αποτύπωση των διαδρομών που χαράζουν οι ήρωες, με τις λεωφόρους, τους δρόμους και τα σοκάκια να περνάνε μπροστά από τα μάτια του αναγνώστη με υψηλή ταχύτητα, η διαρκής εναλλαγή πρωτοπρόσωπης και τριτοπρόσωπης αφήγησης, ο ευρηματικός τρόπος κάλυψης των κενών από γεγονότα περιόδων με τη χρήση μέλλοντα είναι χαρακτηριστικά γνωρίσματα ενός συγγραφέα που ξέρει να κρατά αμείωτο το ενδιαφέρον και να ντύνει με σημαντικές λεπτομέρειες και την παραμικρή τυπική διαδικασία. Κοφτές, μικρές προτάσεις εναλλάσσονται με μεγαλύτερες και περιγραφικές, καλολογικά στοιχεία και αναπάντεχες παρομοιώσεις συμβιώνουν με λουτρό αίματος και τη σκοτεινή πλευρά του υποκόσμου κι όλα αυτά συνθέτουν ένα ιδιότυπο αστυνομικό μυθιστόρημα που δεν ξεφεύγει από το στυλ των προηγούμενων, δεν παύει όμως να είναι εξίσου ενδιαφέρον.

Σε τριτοπρόσωπη αφήγηση εξιστορείται το κυρίως κείμενο, σε πρώτο πρόσωπο εκφράζει η Σοφία Μαυρονικόλα τον τρόπο σκέψης της, τα αρνητικά και τα θετικά συναισθήματά της, την πάλη της ανάμεσα στο ένστικτο και στη λογική και σε όσα άλλα συνθέτουν την προσωπικότητά της και αιτιολογούν κάθε της αντίδραση. Πρώτη φορά μάλιστα συναντώ σε μυθιστόρημα τη χρήση μέλλοντα, που καλύπτει με ευρηματικό τρόπο όσα γεγονότα δεν έχουν σημασία ή επαναλαμβάνονται στο κείμενο, όπως: «Το βράδυ της 15ης Γενάρη 2015, στο βιβλίο συμβάντων της ομάδας του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής θα καταγραφούν τα ακόλουθα γεγονότα» (σελ. 230) και κατά τον αυτό τρόπο θα μάθουμε για τις διακοπές των Χριστουγέννων: «Ο Σταυρίδης με τη σύζυγο και τη μικρή Λένια θα εκδράμει στα γραφικά Τρίκαλα… Ο Βεργίνης μετά της συζύγου θα εγκατασταθεί στην οικία του παιδικού του φίλου…» κλπ. (σελ. 183). Αυτά τα χωρία πάντως δεν παρατίθενται στεγνά, σα να διαβάζεις αστυνομική αναφορά, αλλά διαδραματίζονται πολλά μικρά και μεγάλα γεγονότα σε αυτές τις γραμμές, υπάρχει αναφορά στο παρελθόν και στο παρόν και διάφορα άλλα μικρά σημεία που δημιουργούν ένα νανο-σύμπαν μέσα στο κυρίως σύμπαν!

Το ύφος του κυρίου Αζαριάδη ακροβατεί και σε αυτό το μυθιστόρημα ανάμεσα στη στυγνή καταγραφή των γεγονότων και την εις βάθος διείσδυση στην ψυχολογία πρωταγωνιστών και δευτεραγωνιστών. Η ειρωνική του ματιά απέναντι στα κακώς κείμενα της σημερινής εποχής δεν κρύβεται, δημιουργώντας αναπάντεχες περιγραφές μα πάνω απ’ όλα πρωτότυπες παρομοιώσεις και μεταφορές: «Ο νομικός σύμβουλος θυμίζει πλάτανο σε πλατεία απομακρυσμένου χωριού του Πηλίου. Επιβλητικός. Πανύψηλος. Λίαν ευτραφής» (σελ. 96). Προσέξτε εδώ με τι τρόπο μετατρέπονται σε ανθρωπομορφικά τα στοιχεία της φύσης: «Σε κάποια κοντινή παραλία, κάποιος Αγαμέμνων θυσιάζει κάποια μικρή Ιφιγένεια κι ένα ανεπαίσθητο ούριο αεράκι σηκώνεται νωχελικά κι αρχίζει να σπρώχνει αργά το καθηλωμένο πλοίο της έρευνας» (σελ. 200). Και φυσικά υπάρχει και η αγαπημένη μου υφέρπουσα ειρωνεία: «Κύρια καθήκοντά τους η εξασφάλιση προστασίας κι η διακίνηση ναρκωτικών. Επιπροσθέτως, όταν απαιτηθεί, καβαλάνε τα αυτοκίνητα, μαζί με κάμποσα άλλα παιδιά, και πηγαίνουν να παραδώσουν Μαθήματα Επαναφοράς στην Ορθή Συμπεριφορά σε όσους δεν κατανοούν πλήρως τους όρους του παιχνιδιού» (σελ. 102).

Μου άρεσε πολύ το γεγονός πως κάποιος, κι ειδικά μια γυναίκα, θέλει να πάρει εκδίκηση για την οικογένειά της κι έτσι μας δίνεται η ευκαιρία να αναλογιστούμε, χάρη και στα παραδείγματα του κυρίου Αζαριάδη και στα αποτελέσματα των πράξεων, πόσο λεπτά όρια υπάρχουν ανάμεσα στην αυτοδικία και την ηθική. Θες να πάρεις εκδίκηση, μισείς, είσαι γεμάτος θυμό, τη σκανδάλη όμως θα την πατήσεις; Είσαι έτοιμος δηλαδή να γίνεις ένας δολοφόνος; Τα αντικρουόμενα αυτά στάδια δίνονται με υπέροχο, ανάγλυφο θα έλεγα τρόπο και προς επίρρωση έρχεται η αρχαία κλασική γραμματεία, με παράδειγμα από την «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή, που θέλει ν’ αποκατασταθεί η δικαιοσύνη και να ξεπλυθεί η προσβολή από τη δολοφονία του πατέρα της, Αγαμέμνονα: «πότερα δικαστήν ή δικηφόρον λέγεις;», δηλαδή: «Τι προτιμάς, έναν δικαστή ή έναν τιμωρό;» ρωτάει τον χορό που αποζητάει κάποιον να επιφέρει τη δικαιοσύνη.

Η αστυνόμος Τρύπη έχει ένα πολύ καλά στελεχωμένο τμήμα και άξιους συνεργάτες, από τους οποίους ο καθένας εργάζεται στην κατάλληλη θέση. Δεν είναι όμως πιόνια της αρχηγού τους ούτε τη μισούν ή αντιδρούν αρνητικά απέναντί της. Η Τρύπη ξέρει να τους ανταμείβει, να χειρίζεται σωστά τις εντάσεις και να κατανοεί τα ανθρώπινα λάθη στα οποία ίσως υποπίπτουν. Μπρίνης, Μαντάς, Μπελούση, Φούκουρας και Μόραλης, ο αστυνομικός διευθυντής Σταυρίδης, ο ιατροδικαστής Κουρούτσος και άλλοι είναι συνεργάτες και αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα με τις υποθέσεις που τους ανατίθενται, ακριβώς όπως και στο «Μοτίβο του δολοφόνου». Κανείς δεν έχει υπερβολικές απαιτήσεις ή μεγαλομανία ούτε εποφθαλμιά κάποια άλλη θέση. Χωρίς να μαθαίνουμε αναλυτικά το παρελθόν των χαρακτήρων, τους βλέπουμε να εργάζονται με τον τρόπο του ο καθένας και να ολοκληρώνουν ό,τι τους ανατίθεται. Εδώ μάλιστα έχουμε και μια ξεκάθαρη δήλωση: «Σίγουρα χρειάζεται ο ηγέτης αλλά πάνω απ’ όλα είναι η ομάδα» (σελ. 435). Και είναι τόσο όμορφο να διαβάζω βιβλία με ομαδική δουλειά και όχι με τον κεντρικό ήρωα-ντετέκτιβ να τα κάνει όλα μόνος του!

Η υπόθεση ξετυλίγεται με τέτοιο τρόπο που ένιωθα πως βρίσκομαι στα κεντρικά γραφεία της υπηρεσίας, στους τόπους των εγκλημάτων, στο νεκροτομείο, στα καταγώγια και στα σκυλάδικα της εθνικής, στα βρώμικα της Μαβίλη και στα μισοσκότεινα δρομάκια στο πλάι της λεωφόρου Αθηνών ενώ περνούσαν από μπροστά μου οι άνθρωποι που διερευνούν την υπόθεση. Μαζί με την Τρύπη και τους υπαξιωματικούς σήκωνα τα τηλέφωνα, έκανα τις έρευνες, ζούσα την ένταση και την απελπισία του αδιέξοδου.

Τέλος, παρ’ όλο που έχουμε να ξετυλίξουμε ένα κουβάρι ακολουθώντας συγκεκριμένα βήματα (εντολέας à μεσάζων à δολοφόνος), ακόμη και η πραγματική ταυτότητα του εντολέα ήταν έκπληξη, γιατί ως το σημείο της ανατροπής ο συγγραφέας είχε ρίξει εσκεμμένα το φως του αλλού, παρασύροντάς με σ’ ένα παιχνίδι γάτας και ποντικιού ώσπου να μου αποκαλύψει τι και ποιος κρύβεται πίσω από την εκτέλεση. Σύμφωνα με τον κόσμο της νύχτας και για λόγους ασφαλείας κανείς δεν ξέρει άλλον από τον ανώτερό του στην περίεργη αυτήν αλυσίδα, οπότε και σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά να μην εξαρθρωθεί όλο το κύκλωμα. Έτσι κι εδώ, αυτά τα πρόσωπα αναζητούνται από την ομάδα της Τρύπη και τη Σοφία, μόνο που «άλλα συγγραφεύς κελεύει» κι έτσι κάποιες αλλαγές οδηγούν την υπόθεση αλλού, μπλέκοντάς την και ταυτόχρονα κάνοντάς την πιο συναρπαστική. Φυσικά, εφόσον έχουμε να κάνουμε με τον κύριο Αζαριάδη, δεν περίμενα πως όλα θα είχαν ευτυχή και αναμενόμενη κατάληξη, η αλήθεια απέχει παρασάγγας απ’ όσα δείχνει η αρχή του μυθιστορήματος.

Ο «Σκοτεινός λαβύρινθος» είναι άλλο ένα διαφορετικό αστυνομικό μυθιστόρημα, γεμάτο ένταση, ανατροπές, κοφτούς διαλόγους, ρεαλιστικές σκηνές και ταυτόχρονα λιτό και στεγνό περιγραφικά ενώ κάποια λογοτεχνικά γνωρίσματα που το διανθίζουν έρχονται την κατάλληλη στιγμή για να ξεκουράσουν τον αναγνώστη. Ο συγγραφέας ξέρει πολύ καλά το αντικείμενό του και το στυλ γραφής του και η επιλογή των σκηνών, των διαλόγων και του λεξιλογίου δίνουν ένταση και αληθοφάνεια. Προκλητικό, διαφορετικό, παίζει με το μυαλό του αναγνώστη από την αρχή ως το τέλος και χαρίζει πολλές σελίδες έντασης και σασπένς!

Πάνος Τουρλής