Σιωπή σαν όρκος

της Χριστίνας Πομόνη

Μια ξεχωριστή ιστορία με αγάπη και διεισδυτική ματιά στις ανθρώπινες σχέσεις. Μια ιστορία που τη λες ευθύγραμμη και τάσσεσαι σαφέστατα κατά της εγωίστριας πρωταγωνίστριας που παράτησε άντρα και παιδί κι εξαφανίστηκε πριν από τριάντα εφτά χρόνια. Η συγγραφέας όμως δεν έχει μονοδιάστατη γραφή. Σε παρασύρει στην ιστορία της, σου εμφανίζει τους χαρακτήρες όπως θέλει και από τη μέση και μετά σου τους πετά γυμνούς μπροστά σου και συντετριμμένους από το βάρος ανομολόγητων μυστικών που οδήγησαν σε πράξεις αρχικά παράλογες και αναίτιες.

Η Έρρικα Όλσεν, βορειοευρωπαία στην καταγωγή, φτάνει στα Κύθηρα για διακοπές, καλεσμένη της κολλητής της φίλης, Βάσως, και γνωρίζει τον έρωτα στα μάτια του Πέτρου. Μετά τον γάμο και το πρώτο τους παιδί, τον Δημήτρη, η Έρρικα εξαφανίζεται στιγματίζοντας για πάντα τη ζωή της οικογένειάς της στο νησί. Η Βάσω, κρυφά ερωτευμένη με τον Πέτρο, θα σταθεί σα μάνα δίπλα στους δύο άντρες, προσδοκώντας κάποια στιγμή να βρει τον τρόπο να τρυπώσει στην καρδιά του Πέτρου. Χρόνια μετά ο Δημήτρης έχει γίνει καταξιωμένος φωτογράφος και δέχεται πρόταση από τη μυστηριώδη διάσημη χορεύτρια Τζέιν Καρνόφσκι να τη φωτογραφίσει στην Επίδαυρο μετά την παράστασή της αλλά και στα Κύθηρα! Ποια είναι η Τζέιν Καρνόφσκι και γιατί θέλει τόσο πολύ να μεταβεί στα Κύθηρα; Ποιο μυστικό τη συνδέει με την οικογένεια του Πέτρου και τη Δημήτρη; Τι αποκαλύψεις θα γίνουν; Πόσο πολύ θα αναστατωθεί η ζωή των πρωταγωνιστών;

Μου άρεσε πολύ το στυλ της συγγραφέως. Γρήγορη γραφή, κινηματογραφικοί διάλογοι, ωραίες περιγραφές, πολύ ωραία σκιαγράφηση χαρακτήρων και ειδικά των γυναικών, ακόμη και οι δευτεραγωνίστριες έχουν τον ρόλο τους στο κείμενο και την προσωπικότητά τους. Η συγγραφέας αγάπησε τους χαρακτήρες της και τους έντυσε με σκέψεις και συναισθήματα καθημερινά, αναγνώρισα συμπεριφορές και καταστάσεις που έχω βιώσει κατά καιρούς. Ωραίος ο τρόπος χειρισμού της πλοκής και η αγωνία που δημιουργείται γύρω από το γράμμα που άφησε πίσω της η Έρρικα στη Βάσω, παγιδεύοντάς την σε όρκο σιωπής τόσα χρόνια, να κουβαλάει ένα βάρος ασήκωτο. Τι γράφει αυτό το γράμμα; Γιατί πραγματικά έφυγε η Έρρικα τότε; Ήταν τόσο άκαρδη και σκληρή κι εγωίστρια ή υπήρξε κάτι άλλο, κάτι απρόσμενο που δεν το χωράει ανθρώπινος νους; Τελικά πόσο υπεύθυνοι είναι οι άνθρωποι για τις πράξεις τους;

Μεστό, αληθινό, ανθρώπινο, τραγικό, με ανατροπές κι ελπίδες, το Σιωπή σαν όρκος είναι ένα μυθιστόρημα που θα προβληματίσει τον αναγνώστη για το πόσο ο άνθρωπος κρατά στα χέρια του τη μοίρα του και πόσο λάθος αποδεικνύεται αυτή η άποψη έτσι κι η μοίρα πάρει το πάνω χέρι. Καλειδοσκόπιο χαρακτήρων που κινούνται γύρω από τη μυστηριώδη εγκατάλειψη σα σε παρατημένο γαϊτανάκι και κάθε στροφή γίνεται όλο και πιο γρήγορη, οδηγώντας στην τελική αποκάλυψη και τις συνέπειές της χωρίς αερόσακο!

Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

«Παράξενο πράγμα οι συμπτώσεις. Κάποιοι τις ονομάζουν μοίρα, άλλοι κάρμα ή πεπρωμένο. Σημασία έχει ότι η ζωή κάνει κύκλους κι άνθρωποι από χρόνια χαμένοι ξαναβρίσκονται και προχωρούν από κει όπου είχαν σταματήσει. Μα δεν ισχύει για όλους τους κύκλους αυτό. Αν δεν είναι ομόκεντροι, αν τα όνειρα δεν αγκαλιάζονται, τίποτα δεν αλλάζει...Όμως αυτά που συνειδητά κάνεις κι έχουν συνέπειες είναι ελεύθερη βούληση. Τα λάθη σου λοιπόν μην τα λες μοίρα, επιλογές να τα λες, για να μπορείς να τ’ αφήσεις πίσω σου προτού σε τιμωρήσουν. Και προτού τιμωρήσουν κι άλλους» (σελ. 158).

«Οι ανθρώπινες σχέσεις είναι σαν το αιμοστατικό. Εκεί που αιμορραγείς, έρχεται το φιλί και η αγκαλιά να σε ισορροπήσουν. Μα συχνά συμβαίνει και το αντίθετο. Άμα ανοίγεις την πόρτα διάπλατα στο συναίσθημα και λες περάστε, φτάνει η μέρα που στο σαλόνι σου κάθεται ένας ξένος» (σελ. 224).

«Τίποτα δε γίνεται μάταια στη ζωή. Οτιδήποτε συμβαίνει μας μεταμορφώνει σε αυτό που οφείλουμε να είμαστε. Τίποτα δεν γίνεται τυχαία. Και αν στην πορεία χάνονται πρόσωπα που αγαπήσαμε φωνάζοντας με κραυγαλέες πράξεις πως δεν αντέχουν τη μεταμόρφωση, είναι επειδή δε μας αγάπησαν το ίδιο δυνατά. Ανισόρροπη ισορροπία. Ώσπου έρχονται νέα πρόσωπα, που βαδίζουν στο πλάι μας έτσι απλά, όπως βράζει το νερό στο μπρίκι» (σελ. 279-280).

«Άκου λοιπόν τη διαφορά ανάμεσα στο γαζί και το τρύπωμα. Το τρύπωμα αφήνει αέρα, μπάζει κόσμο μέσα, γινόμαστε πολλλοί, καταλαβαίνεις; Αντιθέτως, το γαζί τσιτώνει τόσο πολύ το ύφασμα, που δεν χωράει ούτε κλωστούλα να περάσει. Άμα λοιπόν σου τελειώνει ο έρωτας, να πεις πως ήταν τρύπωμα και να πας παρακάτω. Και να μην πιεις, ούτε να μεθύσεις. Κράτα τον πόνο σου για έναν έρωτα που θα σε γαζώσει, για έναν έρωτα σαν τον δικό μας...» (σελ. 296).

Πάνος Τουρλής