Πέτρινα πλοία

της Μαρίας Ξυλούρη

Η Μαρία Ξυλούρη μάς χαρίζει 16 διηγήματα που πραγματεύονται τον αποχαιρετισμό και τον θάνατο, το κάθε είδους ταξιδιού και τις συνέπειες σε όσους μένουν πίσω ή πιο πέρα. Γεμάτο «Πέτρινα πλοία» το βιβλίο, αφηγήσεις δηλαδή για ανθρώπους και τόπους που χάνονται, για τα ίχνη που σβήνουν αλλά και για όσους θυμούνται ακόμη.

«Καλή ήτανε η νύχτα» για τον Βαγγέλη που προσπαθεί να περάσει το βράδυ του με τη φοβισμένη από τη μοναξιά μα ανήμπορη να μιλήσει γυναίκα του. «Η καρακάξα» κοιτάζει τη νέα ζωή ενός πατέρα με δυο παιδιά μετά την αυτοκτονία της γυναίκας του. Στο «Νερό» μαθαίνουμε πόσο μεγάλη είναι η απόσταση από ένα ποτήρι νερό μέχρι μια πτώση! Στην «Πέτρα» η αδικία που εννιά αριστεροί είναι θαμμένοι χωρίς μνήμα εν αντιθέσει με τους εννιά δεξιούς πλάι τους που έχουν κάθε είδους περιποίηση εξοργίζει τον αφηγητή που παίρνει την κατάσταση στα χέρια του. «Φεύγει το νησί» από την ημέρα που η Άννα έμαθε πως ο Ζαχαρίας που περίμενε από το Αμέρικα να την παντρευτεί έκανε εκεί την τύχη του κι έτσι μαζί με την καρδιά της κουνήθηκε και το έδαφος, με αποτέλεσμα τα πλοία να βρίσκουν το λιμάνι μόνο από τύχη. Τυχαία επέλεξα να αναφέρω μερικά, υπάρχουν όμως κι άλλα κείμενα, μικρά ή πιο εκτεταμένα, όλα καλογραμμένα και ατμοσφαιρικά.

Τα «Πέτρινα πλοία» έχουν μια εξαίσια γραφή, οικεία σε όσους έχουμε γνωρίσει το στυλ και το λεξιλόγιο της συγγραφέως. Η συλλογή χαρακτηρίζεται από αρμονικό ανακάτεμα ρεαλισμού και υπερφυσικού, ποιητικές εικόνες, ταχύτητα. Ποιος θα ενδιαφερόταν να αποτυπώσει την ύπαρξη μιας καλοκαιρινής μέρας μέσα στις τόσες και να την ντύσει τόσο κομψά όπως η Μαρία Ξυλούρη; «Έντεκα το πρωί μιας καλοκαιρινής μέρας που κανένας δεν θα σκεφτεί να καταγράψει στην ώρα της κι έτσι θα μείνει έρμαιο της μνήμης και των αφηγήσεων…» (σελ. 41). Μεταφορές και παρομοιώσεις («…τα ίδια αμπαρωμένα σπίτι μαζεμένα σαν γατιά να λιάζονται πίσω από την πλατεία…», σελ. 45), επαναλήψεις που δίνουν ένταση και δύναμη στις λέξεις, χαρίζοντας σε αρκετές από αυτές απρόσμενα πρωταγωνιστικό ρόλο στην πρόταση, μετατοπίζοντας έξυπνα το νόημα ανάμεσα στις λέξεις. Ακόμη και μια περίληψη ή μια πρόταση δική μου μπορεί εύκολα να καταστρέψει την ατμόσφαιρα ή να απογυμνώσει την πλοκή από αυτά τα λυρικά και γεμάτα συναίσθημα και δύναμη κείμενα, γι’ αυτό προσέχω διπλά την κάθε μου λέξη.

Η πένα ης συγγραφέως με ταξίδεψε στο σήμερα, στο μακρινό ή πιο κοντινό χθες, σε μέρη και τόπους ακόμη και εκτός Ελλάδας ενώ στη μέση περίπου του βιβλίου υπάρχει μια σειρά κειμένων που συνδέονται μεταξύ τους γύρω από ένα μυστηριώδες νησί. Ακόμη κι ο Εμφύλιος αναφέρεται: «…είναι ωραίο μέρος ο κόσμος, είναι ωραίο μέρος, κι ας χάσαμε, και μια ζωή να χάνουμε, μια ζωή θα προσπαθούμε να ξανασηκωθούμε, τι άλλο να κάνουμε»; (σελ. 39). Άγνωστοι ή γνώριμοι τόποι, άνθρωποι με ονοματεπώνυμο ή αξεχώριστοι στον σωρό των περαστικών ζουν, περιγράφουν, βιώνουν, αποσύρονται, ξεπετάγονται σε κείμενα ποικίλης μορφολογίας και στυλ, με ανοιχτό ή ασφυκτικό τέλος. Ταξίδεψα με τα «Πέτρινα πλοία», αφέθηκα, ξεχάστηκα, συγκινήθηκα.

Πάνος Τουρλής