Οι Μακάριοι

του Μάριου Δημητριάδη

Ο Αλέξανδρος Ευστρατιάδης διορίζεται ως δάσκαλος στο μονοτάξιο δημοτικό σχολείο της νήσου Μακαρίας, απέναντι από τη Νάξο. Η μετάβασή του εκεί συνοδεύεται από καχυποψίες και βεβιασμένα χαμόγελα, παρ’ όλ’ αυτά η διαμονή τού είναι ευχάριστη. Μόνο που μια σειρά από περιστατικά και μια μυστηριώδης φιγούρα θα του δείξουν πως στο νησί κρύβεται ένα μεγάλο μυστικό, το οποίο δεν πρέπει να ανακαλύψει αν θέλει να μείνει ζωντανός. Τι είναι το μυστηριώδες φως που βλέπει τα βράδια στη βόρεια πλευρά του νησιού; Γιατί ο αστυνομικός είναι τόσο εχθρικός απέναντί του; Τι συμβαίνει στα στενά της Χώρας όταν πέφτει το σκοτάδι; Τι το ιδιαίτερο έχει αυτό το νησί και γιατί πρέπει να μείνει για πάντα κρυμμένο;

Ο Μάριος Δημητριάδης με του βιβλίο του «Οι Μακάριοι» μπλέκει με έξυπνο τρόπο την ελληνική μυθολογία και τον ρεαλισμό. Τοποθετεί τη δράση στο 1992, μακριά δηλαδή από κάθε τεχνολογικό επίτευγμα, ώστε να δημιουργήσει μια όσο γίνεται καλύτερη ατμόσφαιρα μυστηρίου και αγωνίας. Αν δεν ήξερα πως ο τόπος είναι φανταστικός, θα πίστευα πως πρόκειται για ένα πραγματικό νησί του Αιγαίου, μιας και οι περιγραφές, οι δομές και η νοοτροπία των κατοίκων αντικαθρεπτίζουν ακριβώς ό,τι συναντάει κανείς σε αυτά τα κοσμήματα του πελάγους μας. Το νησί είναι ένα τυπικό κυκλαδίτικο τοπίο, με ασβεστωμένα σπίτια, ψηφιδωτά στις αυλές, ιατρείο, δημαρχείο και σχολείο. Οι περιγραφές των τοπίων, κράμα ρεαλισμού και καλολογικών στοιχείων, με ταξίδεψαν και με περπάτησαν στα στενά της Χώρας, στις παραλίες, στα απόκρημνα  βράχια όμως όλα αυτά αλλάζουν κατά τόπους όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με ανεξήγητες συμπεριφορές των κατοίκων και αναίτια γεγονότα. «Οι αλλαγές διάθεσης που του προσέφερε αυτό το σύμπλεγμα των νησιών ήταν οι πιο ποικίλες που είχε ποτέ στη ζωή του. Όποτε τον τάραζε με τα παράξενα μυστικά του, φρόντιζε μετά να του απαλύνει την ψυχή με τα πιο όμορφα και ιδιαίτερα τοπία που είχε δει στη ζωή του» (σελ. 143).

Η αρίθμηση των κεφαλαίων αποδίδεται με αρχαιοελληνική γραφή, οι κάτοικοι των νησιών έχουν αρχαιοελληνικά ονόματα (οι Μακάριες νήσοι είναι ανάμεσα στη Νάξο και τη Δονούσα, με μεγαλύτερη τη Μακάρια, μικρότερη και κατοικήσιμη τη Λήθη, ερημονήσι τη Στύγα), η διακόσμηση των χώρων έχει μια διακριτική αύρα αρχαιοελληνικής τέχνης, κάποια γεγονότα αρχίζουν να με υποψιάζουν, η αλήθεια όμως που κρατάει κρυμμένη καλά ο συγγραφέας είναι πολύ μεγαλύτερη και με αχαλίνωτη φαντασία, αφήνοντάς με άφωνο με την ευρηματικότητά της. Ένιωθα σα να είμαι σχεδόν πάνω από τον ώμο του Αλέξανδρου και να ζούσα μαζί του τις εκπλήξεις, τις απορίες και τις δυσκολίες που αντιμετώπιζε μέρα με τη μέρα. Αναπάντεχες συμμαχίες, ξεκάθαρες έχθρες, λεπτομέρειες που αντιβαίνουν στη φυσιολογικότητα και τότε αρχίζει να γκρεμίζεται το τείχος της σιωπής, με θανάσιμες συνέπειες. Η ένταση και το άγχος είναι απτά, η απομόνωση και τα αδιέξοδα του πρωταγωνιστή άκρως ρεαλιστικά και περίμενα να δω τι θα γίνει παρακάτω.

Έχω την αίσθηση όμως πως από ένα σημείο και μετά κι ενώ ο δάσκαλος φερόταν με πείσμα προκειμένου να μάθει τα μυστικά του νησιού (ο προκάτοχός του τρελάθηκε ενώ αυτός επέμεινε να προχωρήσει στις έρευνές του) ένιωθα πως κάπου η γραφή απέκτησε ταχύτητα αταίριαστη, μόνο και μόνο για να κλείσει εσπευσμένα την περιπέτεια και να σταματήσει σ’ ένα σημείο όπου φτάνει την αγωνία στα ύψη. Το 1/3 του βιβλίου ακολουθεί τα βήματα προς τη μεγάλη αποκάλυψη και μόλις γίνει αυτό, τα γεγονότα έρχονται απανωτά να καταστρέψουν ό,τι έχει χτιστεί ως τότε. Παρ’ όλο που γράφεται ξεκάθαρα η λέξη «Τέλος», η τελευταία σκηνή είναι ο συνδετικός κρίκος ανάμεσα σε αυτό και ένα ίσως επερχόμενο βιβλίο. Ένιωσα σα να μετατοπίστηκε αναίτια το αφηγηματικό κέντρο βάρους κι από τον Αλέξανδρο φτάσαμε σε μια απόλυτα κακή μορφή που αποζητάει με λαχτάρα να πάρει εκδίκηση και κάνει τα πάντα γι’ αυτό, θυσιάζοντας ό,τι γνωρίσαμε ως τότε. Επιπλέον, αν και μετρημένες στα δάχτυλα, οι λεπτομερείς σκηνές αιματοχυσίας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται περιγραφικά, εφόσον δεν επηρέαζαν την πορεία της πλοκής, καλό θα ήταν να περιορίζονταν.

Στο νέο του μυθιστόρημα «Οι Μακάριοι», ο συγγραφέας ξέρει καλά την ελληνική μυθολογία και την ενέταξε σωστά σ’ ένα μυθιστόρημα αγωνίας και απανωτών εκπλήξεων, τραβώντας με μακριά από την πραγματικότητα και παρασύροντάς με σε τιτανομαχίες, όρκους Στυγός, τόπους Μακάρων και άλλα ενδιαφέροντα σημεία! Μυστήριο, υποβλητική ατμόσφαιρα και το απόλυτο Κακό είναι μερικά από τα ανατριχιαστικά συστατικά που αναβλύζουν από τις σελίδες του βιβλίου.

Πάνος Τουρλής