Οι κόρες του Νικόλα

της Στέλλας Λεβεντογιάννη-Χάρβι

Η ιστορία εκτυλίσσεται σε δύο επίπεδα: τη δεκαετία του 1980 και το 2010. Τότε την ιστορία την αφηγείται ο Νικόλας, ο οποίος μετά τον θάνατο της λατρευτής του γυναίκας στο Βανκούβερ του Καναδά όπου μετανάστευσε, κυνηγώντας τους δαίμονες του παρελθόντος του, εγκαταλείπει την ανήλικη κόρη του, Αλεξία, στους νονούς της κι επιστρέφει στην Ελλάδα, στο Διακοφτό. Τα όνειρα και οι προσδοκίες του ότι άλλαξαν τα πράγματα και ότι ίσως καταφέρει να ξανακερδίσει τον πατέρα του, γκρεμίζονται από την πρώτη στιγμή. Η εβδομάδα γίνεται μήνας, οι συγκρούσεις με τον πατέρα του έντονες, η απάντηση στα ερώτηματα που έβαλε στη ζωή του δεν έρχεται. Οι αδερφές του, Χριστίνα, Μαρία και Κατερίνα είναι οι μόνες που τον καλοδέχονται. Μόνη ανάσα ζωής και φωτεινή ηλιαχτίδα στη σκοτεινή ατμόσφαιρα της καθημερινότητάς του είναι η πρώτη του ξαδέρφη, η Δήμητρα. Ο Νικόλας και η Δήμητρα, μετά τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα των παιδικών τους χρόνων, βρίσκουν την ευκαιρία να ξαναθυμηθούν ο ένας τον άλλον, να αντιμετωπίσουν το παρελθόν και το μέλλον και να δημιουργήσουν έναν απαγορευμένο ερωτικό δεσμό. Παράλληλα ο Νικόλας ξαναζεί τη φιλία του με τον Αχιλλέα, έναν καιροσκόπο, άεργο και φαφλατά άντρα που στηρίζει όλα του τα όνειρα στην τουριστική αξιοποίηση μιας περιοχής του Διακοφτού.

Σήμερα την ιστορία την αφηγείται η Αλεξία, μετά τον θάνατο του πατέρα της. Ο Νικόλας έχει επιστρέψει στον Καναδά κι έχει ξαναφτιάξει τους δεσμούς του με την κόρη του. Πεθαίνοντας όμως της αφήνει ένα πακέτο με την παράκληση να γυρίσει στο Διακοφτό και να το δώσει στην...αδερφή της, τη Θεοδώρα! Η κοπέλα χάνει τον κόσμο κάτω από τα πόδια της και αρχίζει να βάζει τα κομμάτια του παρελθόντος στη θέση τους. Η σχέση με τον πατέρα της, μια σχέση με χιλιάδες τριγμούς και κλυδωνισμούς δέχεται έναν ισχυρό σεισμό και η Αλεξία ξύνει σιγά σιγά την επιφάνεια της προσωπικότητας του πατέρα της. Ταξιδεύει στο Διακοφτό, γνωρίζει και φιλοξενείται από τις παντρεμένες πια θείες της, έρχεται σε επαφή με τα ήθη και τα έθιμα και τη νοοτροπία του τόπου και καταφέρνει να εντοπίσει την αδερφή της, Θεοδώρα, μια γυναίκα παγιδευμένη σε έναν γάμο χωρίς έρωτα και όνειρα με τον χασάπη της πόλης και μια αυστηρή πεθερά που της κάνει τη ζωή δύσκολη. Η Αλεξία κερδίζει τη φιλία της αλλά η ζωή της Θεοδώρας είναι τόσο περίπλοκη που δυσκολεύεται να της αποκαλύψει ότι είναι αδελφές. Σα να μην της φτάναν όλα αυτά, διαπιστώνει ότι η οικογένεια έχει κρατήσει το στόμα της κλειστό και δυσχέραινεται να ξανοιχτεί στην τοπική κοινωνία λόγω του σκανδάλου με τη Δήμητρα αλλά κυρίως λόγω της εμπλοκής του πατέρα του Νικόλα στη σφαγή των Καλαβρύτων στην Κατοχή!

Πολύ καλό μυθιστόρημα, από τα λίγα \"ψυχογραφικά\" ή \"ψυχολογικά\", όπως θελετε πείτε το, αληθινό, καίριο, άμεσο και βαθιά ανθρώπινο. Η συγγραφέας έχει συγκροτήσει την πιο περίπλοκη, αληθοφανέστατη, πολυδιάστατη προσωπικότητα που έχω συναντήσει σε βιβλίο. Έχει τοποθετήσει καίρια τα μυστικά μέσα στην ιστορία και τα αποκαλύπτει σταδιακά και σωστά μελετημένα, κάνοντάς τα να αλλάζουν οι πορείες ζωής, οι απόψεις και η στάση των εμπλεκομένων απέναντι στον γύρω κόσμο. Το μυθιστόρημα είναι γεμάτο ανατροπές: θα αποκαλύψει τελικά την αλήθεια η Αλεξία στη Θεοδώρα και με τι συνέπειες; Θα μάθουμε τι συνέβη στη σφαγή του 1943 και τι ρόλο διαδραμάτισε ο πατέρας του Νικόλα; Γιατί υπέκυψε ο Νικόλας σε αυτόν τον απαγορευμένο έρωτα και πώς θα αντιδράσει η Θεοδώρα όταν μάθει την πραγματική ταυτότητα της σχέσης των γονιών της;

Δυστυχώς, όσο καλογραμμένο κι αν είναι, θέλω να σταθώ σε δυο περιπτώσεις που μου χτύπησαν άσχημα: στην επανάληψη του Ναι και στην προσπάθεια της συγγραφέως σε κάποια σημεία να δείξει την οικογένεια του Νικόλα το 2010 (που έχουν παντρευτεί και έχουν κάνει και παιδιά) φασαριόζικη και ανάγωγη.

Σε πολλά σημεία βλέπουμε να επαναλάμβανεται η κάτωθι μορφή πρότασης: \"...κύρια πρόταση...Ναι;\" δηλαδή: \"Ήθελες να μου πεις κάτι. Ναι;\", \"Ενδιαφέρον. Ναι;\", \"Διακοπές είσαι. Ναι;\". Κατ\' εμέ, είναι μια ιδιόμορφη σύνταξη που δεν απαντάται συχνά τουλάχιστον στην ελληνική γλώσσα, οπότε δε γνωρίζω αν είναι έτσι το πρωτότυπο κείμενο ή η επιλογή του μεταφραστή. Και στο πρωτότυπο να αναγράφεται έτσι, κατ\' εμέ έπρεπε να βρεθεί κάποιος τρόπος να αποδοθεί με πιο προσιτό τρόπο στο δικό μας γλωσσικό αίσθημα. Κι αν το έλεγε ένα άτομο μόνο, θα το δεχόμουν ως ιδίωμα αλλά το συναντώ παντού στην κυριολεξία.

Επίσης, το 2010 που έρχεται στην Ελλάδα η Αλεξία, την παραλαμβάνουν από το αεροδρόμιο των Σπάτων και τη μεταφέρουν στο Διακοφτό με τα αυτοκίνητά τους, οι θείες της και τα ξαδέρφια της και ζούμε τις σκηνές από την ταινία \"Γάμος αλά ελληνικά\": φωνάζουν, γελάνε, χορεύουν, τρώνε δυνατά και φωναχτά, χωρίς τάξη και σειρά. Γιατί αυτό; Το βιβλίο είναι αξιόλογο, σοβαρό και έχει βάθος και κάποια μυστικά που θα επηρεάσουν τις ζωές κάποιων. Γιατί να αμαυρωθεί αυτή η οικογένεια από μια τόσο ιλαρή τουλάχιστον εικόνα, η οποία πίσω στο Διακοφτό δεν επαναλαμβάνεται! Για να μην αναφέρω ότι η συγγραφέας χαρακτηρίζει το Διακοφτό χωριό και δεν έχει σήμα το κινητό!

Πάνος Τουρλής