Μυθιστόρημα με κλειδί

του Χρήστου Μαρκογιαννάκη

Ο αστυνόμος Χριστόφορος Μάρκου βρίσκεται για διακοπές στη Νήσο, μόνο που ένα πτώμα θα του αλλάξει τα σχέδια. Μια κοπέλα βρίσκεται δολοφονημένη στο σπίτι της Μαριαμά Μιλάντι, μιας διαζευγμένης Ελβετίδας που διοργανώνει μια ωραία δεξίωση εκείνη τη βραδιά. Πολλοί είναι οι ύποπτοι και άλλες τόσες οι ευκαιρίες. Ποιος σκότωσε τη δημοσιογράφο και γιατί; Άνηκε στον κλειστό κύκλο της Μαριαμά ή ήταν κάποιος ακάλεστος επισκέπτης; Ποιοι είχαν άλλοθι, ποιοι έφυγαν νωρίτερα και γιατί, ποιος κρύβει μυστικά, ποιος είναι αυτόπτης μάρτυρας σε κάτι που δεν έπρεπε να δει; Αυτά και πολλά άλλα ερωτήματα απαντώνται σταδιακά σ’ ένα κείμενο γεμάτο εκπλήξεις και ανατροπές.

Το «μυθιστόρημα με κλειδί» είναι ένα είδος μυθιστορήματος που περιγράφει πραγματικά πρόσωπα και καταστάσεις αλλά με επικάλυψη μυθοπλασίας. Η Λούσι Ντέιβις, προστατευόμενη του Αρνό Καντενά, παραθέριζε τα τελευταία χρόνια στη Νήσο κι άρχισε να συναναστρέφεται τον κλειστό κύκλο των ξένων επισκεπτών του τόπου, οι οποίοι συμπεριφέρονται λες και είναι αυτοί οι κάτοικοι του νησιού κι ας έρχονται μόνο τα καλοκαίρια. Στο μυαλό της λοιπόν η Λούσι έχει να γράψει ένα τέτοιο μυθιστόρημα, μόνο που τα πραγματικά γεγονότα που καταγράφει αφήνουν πολλά υπονοούμενα και επιβεβαιώνουν κάποιες υποψίες, επομένως κάποιος θέλει να της κλείσει το στόμα. Πώς κατάφερνε να πείθει τους άλλους να της εξομολογούνται τα εσώψυχά τους και πόσο θανατηφόρο αποδείχτηκε αυτό; Γιατί διάλεξε τη Νήσο; Πώς γίνεται κάποιος που είναι συμπαθής σε όλους να καταλήξει δολοφονημένος; Μυστικά και κουτσομπολιά, αποκαλύψεις και κρυμμένες αλήθειες, ménage à trois, πατρότητες, λαθρεμπόριο, ναρκωτικά, απ’ όλα έχει ο μπαξές ή μάλλον το νησί, το θέμα είναι όμως τι απ’ όλα αυτά όπλισε το χέρι του δολοφόνου. Τι συμβαίνει όταν σε ένα ισόπλευρο τρίγωνο αλλάζουν οι ισορροπίες;

Η ιστορία διαδραματίζεται στη Νήσο, σ’ ένα φανταστικό νησί των Δωδεκανήσων λίγα μίλια από την Τουρκία, που έχει βέβαια όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα που συναντάμε σε τέτοια μέρη: μια Μονή, τη Χώρα, ένα λιμάνι, ένα κέντρο υγείας, έναν αστυνομικό σταθμό κ. ά. και ο απότομος καιρός που αγριεύει οδηγεί σε απαγορευτικό απόπλου και κατάπλου, οπότε το νησί, μαζί κι ο δολοφόνος, απομονώνονται. Λόγω της κακοκαιρίας το Εγκληματολογικό από την Αθήνα και η Ιατροδικαστική Υπηρεσία της Ρόδου δεν μπορούν να προσεγγίσουν, οπότε στην αρχή εκτυλίσσονται τραγικωμικές ευφάνταστες σκηνές που μεν γελάς αλλά στενοχωριέσαι με τις ελλείψεις στα νησιά μας. Ο αστυνόμος Χριστόφορος Μάρκου βρίσκεται σε διακοπές αφού ο διευθυντής του Τμήματος Εγκλημάτων Κατά Ζωής Αττικής, αστυνόμος Μιχάλης Ρώβης, του έδωσε αναγκαστική άδεια από τη ΓΑΔΑ για να ξεκουραστεί μετά τις τελευταίες του υποθέσεις. Η ιστορία επικεντρώνεται στα ενδιαφέροντα ψυχογραφήματα των υπόπτων και ξεδιπλώνεται μέσω ανακρίσεων αλλά και αναπάντεχων γεγονότων, οπότε μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει άνετα την ιστορία, αφού δεν υπάρχουν στενοί δεσμοί με τα προηγούμενα βιβλία της σειράς. Ο αστυνόμος Μάρκου βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση, αφού δεν έχει προσωπικούς δεσμούς με κανέναν από τη Νήσο κι αυτό δεν του γεννάει προκαταλήψεις και συμπάθειες ή αντιπάθειες, επομένως με καθαρό μυαλό προχωράει βήμα προς βήμα τις έρευνες. Όλη αυτή η εμπειρία είναι μια καλοδεχούμενη αλλαγή συγκριτικά με τις προηγούμενες ανθρωποκτονίες που είχε χειριστεί κι αφοσιώνεται στους υπόπτους, έχοντας στο πλάι του τον δόκιμο αστυνόμο Αντώνη Κατζίκη, αφού ο διοικητής του είχε μεταβεί στην Κω κι αποκλείστηκε εκεί.

Το «Μυθιστόρημα με κλειδί» αποπνέει μια εσάνς παλιών αστυνομικών μυθιστορημάτων, αποφεύγει τις φριχτές λεπτομέρειες, δίνει σωστά ψυχογραφήματα, περιέχει κλιμακούμενη αγωνία και απανωτές, ανατροπές ενώ στήνει ένα παιχνίδι γάτας-ποντικιού με τον αναγνώστη, ακριβώς όπως έκανε η Agatha Christie στα έργα της (δεν είναι τυχαία η αναφορά στο όνομά της και στα βιβλία της τουλάχιστον τέσσερις φορές σε όλο το κείμενο). Το βιβλίο είναι «πεπαλαιωμένο» (ακολουθεί δηλαδή τις δομές των κλασικών αστυνομικών μυθιστορημάτων) και ταυτόχρονα ολόφρεσκο, έξυπνο, με σασπένς κι ομολογώ ότι όσο πλησίαζα στο τέλος τόσο πιο γρήγορα διάβαζα για να βρω τον δολοφόνο και για να δω αν τα «ψίχουλα» που μου άφηνε ο συγγραφέας κάπου κάπου με οδηγούσαν στον ένοχο. Επίσης μου άρεσε πολύ που παρατίθενται και τα πρώτα κεφάλαια του μυθιστορήματος που έγραφε η νεκρή, κάτι σαν παιχνίδι «βρες-ποιος-είναι-ποιος», με τη «βεντάλια των κουτσομπολιών» να ανοίγει όλο και περισσότερο και να εμφανίζονται όλο και περισσότερα κίνητρα! Υποψίες, φήμες, κουτσομπολιά κι ένας κλειστός κύκλος υπόπτων που αρνείται να δείξει τα μυστικά του δυσκολεύουν την υπόθεση κι όλα αυτά με κράτησαν αιχμάλωτο ως την τελευταία σελίδα!

Πάνος Τουρλής