Μερικές φορές λέω ψέματα

της Alice Feenay

Μια ασύλληπτη ιστορία, ένα ανατριχιαστικό θρίλερ, με μια ανατροπή που μου έκοψε την ανάσα. Η Άμπερ Ρέινολντς είναι σε κώμα αλλά ακούει τα πάντα γύρω της. Έτσι, προσπαθεί βάσει όσων ακούει να ανασυνθέσει τι συνέβη πριν το ατύχημά της. Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται σε τρεις χρονικές περιόδους: μία εβδομάδα πριν το ατύχημα, μία εβδομάδα μετά απ’ αυτό και η περίοδος 1991-1993 μέσα από το ημερολόγιο ενός κοριτσιού. Σελίδα τη σελίδα, κεφάλαιο το κεφάλαιο ξεδιπλώνεται ένα μυστήριο που με παρέσυρε από την αρχή ως το τέλος. Και δεν είναι μόνο το σασπένς από την αστυνομική πλευρά αλλά και οι σημαντικές κοινωνιολογικές παρατηρήσεις της συγγραφέως, η οποία καταγράφει το χρονικό μιας διαλυμένης οικογένειας.

Η Άμπερ Ρένολντς εργάζεται στο Λονδίνο, στην εκπομπή «Πρωινό με καφέ», της οποίας η κεντρική παρουσιάστρια είναι μια αδυσώπητη, κακιασμένη, ψυχρή, μισάνθρωπη σκύλα. Ταυτόχρονα είναι παντρεμένη με τον Πολ, με τον οποίο η επικοινωνία και το ενδιαφέρον έχουν πάψει προ πολλού να υφίστανται, μετά τις επαναλαμβανόμενες αποτυχημένες προσπάθειες για τεκνοποίηση. Η αδελφή της Άμπερ, Κλερ, είναι ευτυχισμένη με τον σύζυγο και τα δίδυμα παιδιά της. Επομένως, τι μπορεί να συνέβη τη μοραία νύχτα του τροχαίου ατυχήματος; Ποιος το προκάλεσε και γιατί; Γιατί ο Πολ θεωρείται ύποπτος; Ποιος είναι ο μυστηριώδης άντρας από το παρελθόν της Άμπερ, που φαίνεται πως δεν ξέχασε τι του έκανε στο παρελθόν; Είναι κάποιος από αυτούς ένοχος; Τι ρόλο παίζουν τα ψέματα στη ζωή της και πώς την έφεραν ως εδώ; Θα συνέλθει από το κώμα πριν κινδυνέψει ξανά η ζωή της;

Την περίοδο 1991-1993, μέσα από το ημερολόγιο ενός κοριτσιού, διαδραματίζεται η ιστορία ενός μικρού παιδιού, που οι γονείς της τσακώνονται καθημερινά και της κάνουν τη ζωή ανυπόφορη. Πρότυπό της η Τέιλορ, ένα πανέμορφο, καθαρό, φροντισμένο κοριτσάκι, με γονείς-υποδείγματα και αγάπη για τα μαθήματά της. Αυτή η σπουδή της δυστυχώς προκαλεί τον φθόνο κάποιων συμμαθητριών κι έτσι τα δύο παιδιά δένονται περισσότερο, μιας και η αφηγήτρια δε διστάζει να της συμπαρασταθεί με κάθε τρόπο. Αυτή η φιλία αρχίζει να στεριώνει σταδιακά αλλά μέσα από τα γραπτά του ημερολογίου κάποια κομμάτια δεν ταιριάζουν καθόλου μεταξύ τους. Καθόλου όμως! Μόνο όταν...

Η συγγραφέας φαίνεται να μελέτησε εξονυχιστικά περιπτώσεις οικογενειών σαν της φίλης της Τέιλορ, γιατί οι καβγάδες, ο βαθμός μίσους της προς τους γονείς της, η στάση ζωής της, δόθηκαν ανάγλυφα, έντονα και τόσο παραστατικά! Ένιωσα ακριβώς σα να ζούσα τους συνηθισμένους καβγάδες ενός δεκάχρονου παιδιού με δυο ανθρώπους που τη μεγάλωσαν, την αγκάλιασαν και την αγάπησαν, η συμπεριφορά της όμως τους απωθεί κι αντί να προσπαθήσουν και να επιμείνουν, κατέφυγαν ο καθένας στον δικό του χώρο, ειδικά από τη στιγμή που τα πράγματα χειροτέρεψαν, γιατί...

Προτάσεις όπως οι ακόλουθες με έκαναν να σταματήσω την ανάγνωση και να αναλογιστώ ως εικόνα και ως συναίσθημα αυτά τα σκληρά και αληθινά λόγια και πόσο διαχρονικά χαρακτηριστικά των ανθρώπων και της καθημερινότητάς τους είναι: «Κάποιοι άνθρωποι φαίνονται ευτυχισμένοι αν τους κρίνεις μόνο εξωτερικά και μόνο αν τους αφουγκραστείς και δεν αρκεστείς στην όψη τους καταλαβαίνεις πόσο συντετριμμένοι είναι μέσα τους» (σελ. 353). Επιπλέον, κάπου προς τις τελεταίες σελίδες υπάρχει κάτι απλοϊκά λιτό και ταυτόχρονα διαχρονικά έγκυρο: «Ο κόσμος πιστεύει ότι το καλό και το κακό είναι αντίθετα, αλλά κάνει λάθος, το ένα είναι απλώς η κατοπτρική εικόνα του άλλου σε σπασμένο γυαλί» (σελ. 377). Τέλος, στη σελ. 329 η συγγραφέας παρατηρεί για τα Χριστούγεννα: «Όλοι είναι κλεισμένοι στα σπίτια τους με συγγενείς που δεν είναι υποχρεωμένοι να βλέπουν όλο τον υπόλοιπο χρόνο. Μπουκώνονται με γαλοπούλα, χαζεύουν βλακείες στην τηλεόραση και ξετυλίγουν δώρα που ούτε θέλουν ούτε χρειάζονται. Πίνουν πολύ. Μιλούν πολύ. Και σκέφτονται ελάχιστα».

Το «Μερικές φορές λέω ψέματα» είναι ένα εξαιρετικό ντεμπούτο και ένα αρμονικό αμάλγαμα αστυνομικού θρίλερ και κοινωνικού μυθιστορήματος. Η διεισδυτική ματιά της συγγραφέως και η πανέξυπνη πλοκή της ιστορίας συνταιριάζονται αρμονικά σε ένα κείμενο που ρέει αβίαστα, είναι γεμάτο ανατροπές και δείχνει ξεκάθαρα πόσο λεπτές είναι οι γραμμές ανάμεσα στη θέση του θύτη και του θύματος. Πρόκειται για ένα βαθμηδωτό κείμενο που αρχίζει να γκρεμίζεται από επίπεδο σε επίπεδο κι όσο ανεβαίνει ο αναγνώστης, τόσο πιο κάτω πέφτει η μάσκα των χαρακτήρων, γιατί κανείς δεν είναι αυτό που φαίνεται ή διατείνεται πως είναι. Το γεγονός ότι ετοιμάζεται και συνέχεια με ιντριγκάρει αφάνταστα, γιατί το παρόν βιβλίο είναι αξεπέραστο, επομένως η συγγραφέας πρέπει να παλέψει με τον ίδιο της τον εαυτό για να τον ξεπεράσει στην επόμενη προσπάθεια. Για να δούμε!

Πάνος Τουρλής