Τις κρύες νύχτες του χειμώνα, που τριζοβόλαγε το τζάκι κι έξω λυσσομανούσε ο αέρας, οι άνθρωποι συγκεντρώνονταν γύρω από την πυροστιά και λέγανε κουβέντες: τα νέα τους, απορίες, αμφιβολίες, ανασφάλειες, προσευχές. Τα μικρότερα παιδιά κάθονταν οκλαδόν μπροστά στη γιαγιά και την παρακαλούσαν για ένα παραμύθι, μια ιστορία. Ευτυχισμένες στιγμές μιας δύσκολης ζωής. Στιγμιότυπα και εικόνες που σιγά σιγά σβήνουν κι εξαφανίζονται. Τα τελευταία χνάρια μιας μακραίωνης παράδοσης αρχίζουν να χάνονται. Ευτυχώς όμως αυτές οι παραδόσεις βρήκαν άξιους συνεχιστές, που δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από τους προπάτορές μας.

Μια ομάδα νέων συγγραφέων, που αποτελεί το αρθρογραφικό επιτελείο του www.willowisps.gr, συγκεντρώθηκε σε αυτό το βιβλίο και κατέγραψε, απέδωσε, ζωντάνεψε μύθους, θρύλους, αφηγήσεις και παραμύθια, μπολιασμένα με την προσωπική πένα του καθενός. Οι «Ϊστορίες της γιαγιάς ιτιάς» είναι μια λεπτοδουλεμένη, προσεγμένη και καλογραμμένη συλλογή μύθων και θρύλων που είχαν στοιχειώσει για καιρό τα χωριά του κάθε τόπου και ήρθε η ώρα να ψιθυρίσουν τις λεπτομέρειες, τα αίτια και τα αιτιατά στο αυτί του καθενός που συμμετέχει σε αυτήν την ανθολογία για να τα καταγράψει στο χαρτί και να τα χαρίσει εις το διηνεκές. Πρόκειται για μια συλλογή είκοσι δύο κειμένων από έντεκα συγγραφείς που έχουν ήδη δώσει τα πρώτα τους διαπιστευτήρια στον χώρο της λογοτεχνίας και τώρα δοκιμάζονται σε κάτι πιο απαιτητικό.

Νεράιδες, ξωτικά, καλικάντζαροι, μαγικά πλάσματα και αντικείμενα, στοιχειά, Άγιοι και δαίμονες είναι όλα εδώ, σουλατσάρουν ανάμεσα στις σελίδες, σε τραβάνε από το χέρι κι εσύ δεν πρέπει ούτε να τα φοβηθείς ούτε να μιλήσεις. Το προζύμι που συγκέντρωσε σε πρώτη μορφή ο Νικόλαος Πολίτης από τις παραδόσεις του ελληνικού λαού στις αρχές του 20ού αιώνα, δουλεύτηκε, μελετήθηκε και αφέθηκε να «ξεκουραστεί». Απότοκο και συνέχειά του είναι οι πένες που περιλαμβάνονται σε αυτήν την αξιοζήλευτη πρωτοβουλία των εκδόσεων Πηγή, μιας και καταφέρνουν να ακροβατήσουν ανάμεσα στον θρύλο και τον τρόμο χωρίς να γίνουν τρομαχτικοί και χωρίς να φανούν αναληθοφανείς.

Ο κάθε συγγραφέας, παρ’ όλο που έχει το προσωπικό του ύφος, στυλ, επιρροές και παρελθόν δένει αρμονικά στο γενικό περιεχόμενο που πρέπει να έχει μια τέτοια ανθολογία και γράφουν διαφορετικές και ποικίλου περιεχομένου ιστορίες. Όσο και να προσπάθησα δεν κατάφερα να ξεχωρίσω ιδιαίτερα παρά ελάχιστες, γιατί όλες με ανατρίχιασαν, με συγκίνησαν, με τρόμαξαν (ελαφρώς), με ταξίδεψαν μα πάνω απ’ όλα με έπεισαν πως κάπου, κάπως, μπροστά σε κάποιον όλα αυτά συνέβησαν. Στην «Αγάπη μιας γυναίκας» παρασύρθηκα από τις απανωτές αποκαλύψεις και το δυνατό φινάλε, στην «Εκκλησία» συγκατένευσα στην αβάσταχτη τιμωρία που περιμένει όποιον πουλάει την ψυχή του στον διάβολο, στη «Μάχη» ανατρίχιασα με την πάλη της μάνας με το ξωτικό που εποφθαλμιά το νεογέννητο παιδί της, στον «Κέρο» και στη «Νάδια» έψαχνα κι εγώ για το σίλφινο σιγοτραγουδώντας «Ενέι ινέμ καν’ λιού»,  στη «Μοίρα τη σακάτισσα» έμεινα έκπληκτος με τον τρόπο που μπορεί να θεραπευτεί ένα σακάτικο παιδί που το αιχμαλώτισαν οι νεράιδες, με τον «Γέρο από κούνια» υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μην ξανακάτσω ποτέ κάτω από γκορτσιά και στην «Αρκουδοπηγή» έβαλα τα κλάματα με τον τρόπο που χειρίστηκε η συγγραφέας την υπόθεση και πώς έκανε τόσο δική μου την ιστορία της. Προσέξτε πόσο ωραία αποδίδει ο κύριος Ανδρέας Μιχαηλίδης την έννοια του Πάσχα στον «Οβολό»: «Κουράστηκαν κάποτε οι Ρωμιοί κι είπανε να ξεμυτίσουν ώρα ευλογημένη, μέρα ιερή, που ‘ναι του Θανάτου η προσοχή στραμμένη σ’ Εκείνον που αιώνες τον θερίζει κι αιώνες πάλι Εκείνος απ’ τον Άδη επιστρέφει» (σελ. 219).

Το βιβλίο «Ιστορίες της γιαγιάς ιτιάς», εκτός από τις υπέροχες ιστορίες που περιλαμβάνει, είναι καλοφτιαγμένο και ως έκδοση.  Ελαφρύ, καθαρό χαρτί, σαγρέ εξώφυλλο με μια ατμοσφαιρική εικόνα του κυρίου Νίκου Δεληγκάρη και ενδιάμεσα στις σελίδες βινιέτες και κεφαλίδες ζωγραφισμένες έτσι που να δίνουν τη σωστή ατμόσφαιρα του βιβλίου. Κεραυνοί, δέντρα και κλαριά είναι λες και σε καλωσορίζουν σε κάθε νέα ιστορία και σε προετοιμάζουν για την επόμενη ανατριχίλα. Εξίσου αξιοσημείωτος είναι ο συνδετικός κρίκος μεταξύ των ιστοριών: η ιστορία της ίδιας της γιαγιάς ιτιάς που καλωσόρισε τη φωτίτσα που ήρθε κοντά της.

Εν κατακλείδι, διαβάστε τα υπέροχα λόγια της Γιαγιάς Ιτιάς για την ξεχασμένη συνήθεια της αφήγησης ιστοριών: «Σε καιρούς παλιούς, πολύ παλιούς, οι άνθρωποι κάθονταν στα ριζά των δέντρων -όχι μόνο στα δικά μου- νέοι, γέροι και παιδιά κι άκουγαν τις ιστορίες. Μοιραζόμασταν εμείς τη σοφία μας μαζί τους κι εκείνοι τις δικές τους ιστορίες, τιμούσαν το δάσος, τα δώρα και τις εποχές του αλλά όχι πια...Οι άνθρωποι φοβούνται όσα δεν καταλαβαίνουν κι η νέα τους σοφία δεν αφήνει χώρο για την παλιά κι όταν ο άνθρωπος φοβηθεί, πλάσμα φοβερότερο από ‘κείνον δεν υπάρχει» (σελ. 233). Και στην επόμενη σελίδα παρατίθεται ο ιδανικός ορισμός του αλαφροΐσκιωτου: «Όσοι τολμούν να κοιτάξουν κατάματα τον κόσμο όπως είναι, γίνονται τρελοί κι αλαφροΐσκιωτοι. Εκείνοι όμως που κοιτάζουν με την άκρη του ματιού, όσα βλέπουν τα κάνουν ιστορίες» (σελ. 234).

Αφεθείτε λοιπόν κι εσείς στις θαυμαστές ιστορίες της Γιαγιάς Ιτιάς, ζήστε την ξεχασμένη εμπειρία της αναπόσπαστης προσοχής στην αφήγηση μιας ιστορίας, ανάψτε καλού κακού ένα φωτάκι και διαλέξτε ποιος θρύλος θα σας κρατήσει το χέρι και θα σας ταξιδέψει σε εποχές και τόπους μακρινούς και αλλοτινούς. Μια καλογραμμένη ανθολογία, φροντισμένη εκδοτικά, ιδανική για μικρές στιγμές απόδρασης από την καθημερινότητα.

Πάνος Τουρλής