Για ένα τανγκό

της Βούλας Σταμπέλου

Η Όλγα και ο Δημήτρης γνωρίζονται σ’ ένα μάθημα τανγκό και ο έρωτας είναι αμοιβαίος. Κανείς από τους δύο όμως δεν κάνει το πρώτο βήμα κι έτσι η μοίρα βρίσκει την ευκαιρία να παίζει ανενόχλητη στα πόδια τους. Τι μπορεί να συμβεί αν αναβάλεις συνεχώς κάτι σημαντικό; Πόσο μακριά μπορεί να σε πάνε τα γεγονότα αν δεν αντιμετωπίσεις τους φόβους σου και δεν πάρεις την κατάσταση στα χέρια σου;

Η κυρία Βούλα Σταμπέλου ξεκινάει τη συγγραφική της πορεία με μια αξιόλογη νουβέλα που περιγράφει έναν έρωτα αγνό, όμορφο, ο οποίος γεννήθηκε όμως σε λάθος στιγμή. Το κείμενο είναι ρομαντικό και τρυφερό, ξεχειλίζει από συναίσθημα και έχει τις απαραίτητες αλλαγές και εξελίξεις που θα κρατήσουν τον αναγνώστη ως το τέλος. Παραστατικές σκηνές και λιτοί, σχεδόν κοφτοί διάλογοι, περιγράφουν τις ζωές της Όλγας και του Δημήτρη πριν, κατά τη διάρκεια και μετά. Η συγγραφέας πειραματίζεται με την ιστορία της ενώ με την εναλλαγή των πρωτοπρόσωπων αφηγήσεων μεταξύ των χαρακτήρων καταφέρνει να δώσει αληθοφάνεια και ρεαλισμό σε όλους τους. Μου άρεσε που είδα την ιστορία από άλλες οπτικές γωνίες ή που έδωσε χώρο να μιλήσουν και άλλοι εμπλεκόμενοι, όχι μόνο οι πρωταγωνιστές. Αυτό βέβαια δε σημαίνει πως έχουμε επανάληψη των όσων διαδραματίστηκαν ως εκείνη τη στιγμή, αντίθετα κάθε αφηγητής, αφού ολοκληρώνει το παζλ της ιστορίας ως εκείνο το σημείο, την προχωράει ένα βήμα παραπέρα!

Κλείνοντας, ομολογώ πως η γνησιότητα των συναισθημάτων της Όλγας όταν κατέφυγε σε λάθος επιλογές και η κορύφωση της ιστορίας με συγκίνησαν αρκετά και με βοήθησαν ν’ αγαπήσω περισσότερο το κείμενο. Γι’ αυτό ακριβώς δε με βρίσκει σύμφωνο το τελευταίο κεφάλαιο, που κατέφυγε σε μια εξέλιξη-κλισέ: ήταν όλα τόσο καλά ενορχηστρωμένα που θα μπορούσε το βιβλίο να τελειώσει στη σελίδα 75. Από την άλλη, τα γεγονότα που περιγράφει και οι αναποδιές που προκύπτουν από την ανασφάλεια και τον φόβο είναι αρκετά σοβαρά και δύσκολα μπορείς να τ’ αλλάξεις, επομένως είμαι σίγουρος πως η κυρία Σταμπέλου επέλεξε αυτό το φινάλε ακριβώς γιατί αγάπησε τους χαρακτήρες της και θέλησε να τους δώσει μια δεύτερη ευκαιρία. Το λεξιλόγιό της, η δυνατότητα να αναπαριστά σκηνές με ένταση και ρεαλισμό και ο τρόπος γραφής της που δε διστάζει να πειραματιστεί είναι κάποια στοιχεία που δίνουν ένα ασφαλές εχέγγυο για επόμενη συγγραφική απόπειρα, την οποία θα παρακολουθήσω με χαρά.

Τέλος, ιδιαίτερη μνεία οφείλω να κάνω στη φροντισμένη έκδοση, για το καλαίσθητο εξώφυλλο (ζωγραφισμένο από τον Ευρυγένη-Δημήτρη Ευρυγένη), την κομψή γραμματοσειρά, τη ρομαντική πινελιά στις κάτω άκρες των σελίδων και την έλλειψη τυπογραφικών ή άλλων λαθών.

Πάνος Τουρλής