Ακόμη θυμάμαι

της Ελένης Γαληνού

b204098Το 1920 σε ένα μοναστήρι χτισμένο σε απόκρημνο βράχο μια απελπισμένη μητέρα αναστατώνει τις ζωές των πέντε μοναχών που ζουν εκεί αποτραβηγμένες, αφήνοντας στη φροντίδα τους το μωρό της. Η Χάρις, όπωε τη βάπτισαν, σύντομα διαπιστώνει ότι έχει το χάρισμα να θεραπεύει τον πόνο από τα ταλαιπωρημένα και κουρασμένα σώματα. Ξεκινάει λοιπόν το ταξίδι της στον έξω κόσμο σαν άλλος Ιησούς, έτοιμη να αντιμετωπίσει τα πάντα... εκτός από τον έρωτα! Για να διατηρήσει το χάρισμα και να συνεχίζει να ανακουφίζει τον πλησίον της πρέπει να μείνει αγνή. Ποιος θα νικήσει: ο έρωτας ή η πίστη; Κι όλα αυτά λίγους μήνες πριν ξεσπάσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος.

Από τα θετικά του μυθιστορήματος θα τονίσω την πλοκή κυρίως, γιατί ίσως από την ανωτέρω περίληψη φαίνεται απλοϊκή και για κάποιους προβλέψιμη, όμως η ιστορία έχει κι άλλα να μας αποκαλύψει. Η αφήγηση σε γενικές γραμμές κυλάει απλά, με το παρελθόν της κάθε μίας μοναχής να ξεπροβάλλει την ώρα που πρέπει και υπό τις συνθήκες που το επιβάλλουν. Η κεντρική ιδέα βασικά αφορά τη Χάρι και τον Πέτρο, τον έρωτά τους και τα ηθικά διλήμματα που αντιμετωπίζουν. Σταδιακά όμως κι ενώ φαίνοντα άσχετες με την ιστορία μας, οι ζωές των μοναχών αρχίζουν να πλέκονται σφιχτά γύρω από το ζευγάρι και να δίνουν μιά άλλη όψη της υπόθεσης. Μου άρεσαν τα διαχρονικά μηνύματα της ανθρωπιάς και της αγάπης, οι αρετές που τονίζονται, τα ηθικοπλαστικά μηνύματα, το γεγονός ότι κάθε επιλογή έχει και τις συνέπειές της κλπ. Το τέλος ήταν κάπως διαφορετικό από ό,τι θα περίμενα και ολοκλήρωσε σωστά τις ζωές των δύο νέων.

Από την άλλη, οι διάλογοι μου φάνηκαν μακροσκελείς, τα καλολογικά στοιχεία έδιναν ένα όμορφο περιτύλιγμα στο κείμενο όμως φαίνονταν σα να αποσύρονταν όποτε μπαίναμε στην κυρίως αφήγηση, κάποια σημεία ίσως ήταν υπέρ το δέον περιγραφικά ενώ η ίδια η ιστορία κάπου κάπου μου φαινόταν αναληθοφανής και υπερβολική. Σε αυτό συμβάλλει η προσωπική, υποκειμενική μου άποψη για την ύπαρξη «θαυμάτων» και «αγίων» στη σημερινή εποχή, στα οποία δεν πιστεύω,  ακρίτως τουλάχιστον, επομένως από την αρχή η υπόθεση δε με ενθουσίασε. Παρ’ όλ’ αυτά ο χειρισμός των χαρακτήρων από τη συγγραφέα ήταν ακριβοδίκαιος, με τις σωστές νότες ρομαντισμού και ρεαλισμού, με προσεκτικά διαλεγμένες παρομοιώσεις και περιγραφές, επομένως σε επόμενο βιβλίο της, που θα διαλέξει άλλη κεντρική ιδέα, να απολαύσω σε μεγαλύτερο βαθμό το ύφος και της στυλ της κυρίας Γαληνού.

Πάνος Τουρλής