Offshore

του Πέτρου Μάρκαρης

b210213Έξι χρόνια πέρασαν από την κρίση που χαντάκωσε την πορεία της Ελλάδας στο ευρωπαϊκό και γενικότερο γίγνεσθαι. Τα δύσκολα πέρασαν. Αρχίζουν να εμφανίζονται λεφτά από παντού ενώ εταιρείες αρχίζουν να επενδύουν στην Ελλάδα. Από το «λεφτά υπάρχουν» φτάσαμε στο «Από πού είναι τα λεφτά;» Ο αστυνόμος Χαρίτος αντιμετωπίζει το γεγονός με περίσκεψη ενώ η γυναίκα του, Αδριανή, μέχρι και ευχαριστήριο τάμα κάνει και δεν το ψάχνει περαιτέρω. Μια σειρά δολοφονιών που θυμίζουν εκτέλεση για ξεκαθάρισμα λογαριασμών βάζουν το μυαλό του αγαπημένου αστυνόμου ξανά σε τροχιά. Είναι δυνατόν τις δολοφονίες αυτές να τις κάνουν οι αλλοδαποί ένοχοι που εμφανίζονται τόσο βολικά και ομολογούν πολύ σύντομα μετά τη διάπραξη του εγκλήματος; Γιατί ξαφνικά άρχισαν να έρχονται Έλληνες εφοπλιστές να επενδύσουν στην Ελλάδα από τη στιγμή που η νέα κυβέρνηση δεν έχει αναγγείλει κάτι ευνοϊκό ή έστω διαφορετικό γι’ αυτούς; Πόσα εμπόδια θα φέρει στην έρευνα του Χαρίτου ο νέος υποδιευθυντής της αστυνομίας; Πόσο μαύρο είναι το χρήμα που ξεπλένεται μετά την κρίση και από πού πηγάζει;


Στη νέα περιπέτεια που έγραψε ο κύριος Μάρκαρης έχουμε τη γνωστή, αγαπημένη στρωτή αφήγηση του συγγραφέα, με πολλές εκπλήξεις και ανατροπές και φυσικά πολλές διαδρομές στην πολύβουη πόλη που αγαπάμε να μισούμε, την Αθήνα. Στο μυθιστόρημα εμφανίζονται οικεία πρόσωπα του επαγγελματικού και οικογενειακού περιβάλλοντος του Χαρίτου που έχω δει και σε προηγούμενα βιβλία και υπάρχει μια ανάγλυφη ατμόσφαιρα της οικονομικής ευμάρειας στην Ελλάδα. Η διεισδυτική ματιά του κυρίου Μάρκαρη είναι και πάλι εδώ, να τέμνει την κοινωνία του 21ου αιώνα, να θέτει καίρια ερωτήματα (ειδικά το μεταναστευτικό και η εγκληματικότητα από αλλοδαπούς αναφέρεται ουσιαστικά), να δημιουργεί υποψίες και σασπένς και με αφορμή του πεπαλαιωμένου αλλά όχι ξεπερασμένου λεξικού του Δημητράκου να συγκρίνεται υποδόρια το τότε και το τώρα από γλωσσικής και εννοιολογικής άποψης.


Η ένστασή μου επικεντρώνεται στο εξής: δεν υπάρχει λύση του μύθου, εκτός κι αν είναι υπό σκέψη να δοθεί συνέχεια στο μυθιστόρημα. Δηλαδή, οι σελίδες γεμίζουν πτώματα και αίμα, ο Χαρίτος κάνει υπεράνθρωπες προσπάθειες να βρει τον ένοχο ή τους ενόχους των μυστηριωδών δολοφονιών, να βγάλει μια άκρη με το κουβάρι της υπόθεσης παρά τις δυσκολίες και κάποια στιγμή που πραγματικά ενοχλεί, μετά από μια σοβαρή και σημαντική συζήτηση καταλαβαίνει τις πραγματικές διαστάσεις και αυτό ήταν. Μου φάνηκε ημιτελές.


Τέλος, η ατμόσφαιρα, οι ανατροπές, η ροή της αφήγησης, οι κοινωνικοί προβληματισμοί που αναπτύσσονται με παρέσυραν και αγνόησα τα τυπογραφικά λάθη που υπάρχουν στο κείμενο.


Πάνος Τουρλής