Κρήτη, περίπου 1570-1590 μ. Χ. Στο δεύτερο βιβλίο της τριλογίας «Οι δρόμοι της καταιγίδας» ζούμε τις περιπέτειες του Ιωάννη και της Αριάδνης, παιδιών του Σεκίρ και της Ρούσσας που γνωρίσαμε στο πρώτο. Η Αριάδνη σχεδόν θα απαχθεί δυο χρονών παιδί από τον ρέκτορα του Ρεθύμνου και θα μεγαλώσει μες στα πλούτη, χωρίς να έχει θύμησες της πραγματικής της οικογένειας ενώ ο Ιωάννης, κυνηγημένος από τους Ενετούς, αναγκάζεται να καταφύγει στην πειρατεία ώστε και τους διώκτες του να εκδικείται και περιουσία να συγκεντρώνει μέχρι να εντοπίσει τη μονάκριβη αδελφή του! Θα καταφέρουν τα δυο αδέλφια να συναντηθούν ξανά; Πώς θα θυμηθεί η Αριάδνη τις καταβολές της και πώς θα αντιδράσει όταν μάθει πως ο αδερφός της κατέληξε πειρατής; Τι θα συμβεί στην πολυκύμαντη ζωή των δύο παιδιών που μεγαλώνουν σελίδα τη σελίδα, ωριμάζουν, μεταμορφώνονται;
Μου αρέσει πολύ που στην εποχή μας μια συγγραφέας σαν την κυρία Άννα Γαλανού πειραματίζεται με κάτι δύσκολο και διαφορετικό. Δεν ξεκίνησε να γράφει ένα καθαρά ιστορικό μυθιστόρημα ούτε ένα ρομάντσο με στιβαρό ιστορικό φόντο που να προσδίδει αληθοφάνεια. Αντίθετα, με όλη της την αγάπη απέναντι στον αναγνώστη και στον τόπο που τη γέννησε μελέτησε εμβριθώς και ενδελεχώς τον τόπο της, την εποχή, τα ήθη και τα έθιμα, τις νοοτροπίες, τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, τις κάστες, τα πάντα και κατάφερε να τα ενώσει αρμονικά και να τα συνταιριάξει σε μια καθαρογραμμένη εικόνα, στο κέντρο της οποίας ζουν και κινούνται τα μέλη της οικογένειας Βενιέρη (στο παρόν βιβλίο ο Ιωάννης και η Αριάδνη). Έχουμε ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα γεμάτο με όλα τα θετικά χαρακτηριστικά που μπορεί να εντοπίσει κανείς σε ένα κείμενο από τα διακριτικά καλολογικά στοιχεία ως τη στιβαρή αφήγηση.
Το κείμενο εξισορροπεί αρμονικά ανάμεσα στο ντοκουμέντο και τη μυθοπλασία, μιας και οι απαραίτητες ιστορικές λεπτομέρειες είναι όσες χρειάζονται ενώ από την άλλη οι διαρκείς ανατροπές και εκπλήξεις δεν αφήνουν την κεντρική ιδέα να τελματώσει. Το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας, παρ’ όλο που περιγράφει ουσιαστικά μια περίοδο χωρίς πολλές εναλλαγές και παρακολουθεί τη ζωή του Ιωάννη, τις αλλαγές που τον ανδρώνουν, την προδοσία και τον ηρωισμό που τον συντροφεύουν, δε με κούρασε σχεδόν καθόλου. Είναι δύσκολο να κρατήσεις το ενδιαφέρον του αναγνώστη όταν ο κύριος άξονας της αφήγησης είναι η ζωή σε ένα πειρατικό καράβι, τα ρεσάλτα του, οι μάχες σώμα με σώμα, τα σκλαβοπάζαρα στην Μπαρμπαριά και αλλού, ειδικά όταν έχεις να καλύψεις ένα διάστημα εικοσαετίας ώστε να μεγαλώσουν και οι δύο πρωταγωνιστές και να αποδυθούν σε έναν αγώνα δρόμου που θα τους αλλάξει για πάντα τη ζωή. Πόσες επιθέσεις, πόσο αίμα, πόσο κυνηγητό, πόσα λάφυρα πια;
Επομένως η πλοκή εξελίσσεται με ποικιλία και εσωτερικές αλλαγές ανάμεσα στους πειρατές (ιεραρχία, προδοσία, εκτελέσεις, θάψιμο θησαυρού, παζαρέματα κλπ.), οι οποίοι κινούνται ακριβώς όπως θα περίμενε κανείς από ένα κοπάδι. Ο αρχηγός πέθανε, ζήτω ο αρχηγός! Για να μην αναφερθώ στην άριστη γνώση από μεριάς της κυρίας Γαλανού του γεωφυσικού τοπίου της Κρήτης. Με άνεση και μαεστρία καταγράφονται σχεδόν όλα τα απόκρημνα σημεία, οι όρμοι, οι κρυμμένες σπηλιές, οι χερσόνησοι, τα βράχια, τα ξερονήσια, οι ύφαλοι της Μεγαλονήσου κι έτσι ταξίδεψα σε αυτό το νησί από άκρη σ’ άκρη. Το ένστικτο του Ιωάννη καλλιεργείται και ακονίζεται, προετοιμάζεται για το χειρότερο, δεν επαναπαύεται στιγμή και αναρωτιόμουν ως πού θα φτάσει αυτή η αφήγηση και πώς θα προχωρήσει παρακάτω.
Άλλη μια πρωτοτυπία στο κείμενο είναι το γεγονός πως δεν έχουμε παράλληλη αφήγηση των ζωών των δύο αδελφών αλλά για την Αριάδνη μαθαίνουμε αποσπασματικά από το δίκτυο πληροφοριοδοτών που έχει στήσει ο Ιωάννης. Η αλήθεια είναι πως μια τρυφηλή ζωή, αυστηρά ανεπτυγμένη μεταξύ των τειχών του παλατιού ίσως να ήταν ακόμη πιο δύσκολο να μην οδηγήσει στην ανία, επομένως σοφά έπραξε η συγγραφέας και έδωσε φως στην Αριάδνη μέσα από τον αδελφό της.
Όλα αλλάζουν όμως όταν φτάνει η ώρα για ένα σημαντικό βήμα στη ζωή της Αριάδνης και ξαφνικά η αφήγηση καλπάζει! Τα γεγονότα δίνουν πάμπολλες ευκαιρίες για νέες ανατροπές και εκπλήξεις στην πορεία της ιστορίας, με αποκορύφωμα την εμφάνιση μιας γυναίκας που θα διαλύσει στην κυριολεξία το πειρατικό ασκέρι και θα μπει ανάμεσα σε δύο σημαντικούς άντρες της αφήγησης. Σατανική, πανούργα, άπληστη και ανικανοποίητη, εκμεταλλεύεται τα πάντα και χάρη σε κείνη το τέλος του βιβλίου έρχεται ακόμη πιο κοντά! Προσμετρώ στα θετικά τον τρόπο με τον οποίο εμφανίστηκε στην ιστορία μα πάνω απ’ όλα την πορεία της ανάμεσα στις σελίδες. Χάρη σε κείνη, η κυρία Γαλανού δείχνει με παραστατικό τρόπο τη σημασία της μπέσας μεταξύ αντρών ειδικά εκείνη την εποχή και το μέγεθος της πίκρας που μπορεί να επιφέρει η ερωτική προδοσία. Τα αισθήματα που νοιώθουν οι άντρες του κειμένου μετά από μια απόρριψη ή προδοσία εξακολουθούν να υφίστανται ακόμη και σήμερα, εξίσου έντονα, εξίσου ειλικρινά.
Από τα ελάχιστα μειονεκτήματα του μυθιστορήματος θα επισημάνω την επιμονή να μάθουμε τη διαφορά μεταξύ πειρατών και κουρσάρων (ποτέ πριν δεν είχα σκεφτεί ότι διαφέρουν!) και το εκτεταμένο γράμμα που έγραψε ο Ιωάννης σε περίπτωση που συναντούσε την Αριάδνη, το οποίο παρατέθηκε ολόκληρο, συνοψίζοντας όλη την ιστορία των Δρόμων της καταιγίδας, ακόμη και την ως τότε αφήγηση. Πιστεύω πως αν παρατίθετο αποσπασματικά, με έμφαση στα συναισθήματα της αδημονίας, της αγάπης, της απουσίας, θα ήταν πιο έντονα συναισθηματικό και θα έδινε περισσότερη ένταση στη ροή.
Τέλος, μου έκανε εντύπωση η νέα ζωή της Αριάδνης και η αλλαγή της από υπάκουη, αδύναμη και μαλθακή μαριονέτα σε αυστηρή, σκληρή και αδυσώπητη γυναίκα, χάρη σε μια σειρά γεγογνότων που τη βοήθησαν να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό της και να έρθει αντιμέτωπη με την ως τότε τακτοποιημένη ζωή της. Προς Θεού, δε γίνεται πειρατίνα αλλά η κυρία Γαλανού χειρίζεται σωστά την ωρίμανση της ηρωίδας και περιγράφει αξιόλογα περιστατικά που μου έμειναν χαραγμένα στο μυαλό, τόσο με τη δύναμη των συνεπειών τους όσο και με τη γλαφυρότητα της περιγραφής τους.
Η ενετοκρατούμενη Κρήτη των τελών του 16ου αιώνα ξεδιπλώνεται μέσα από τις περιπέτειες του Ιωάννη και της Αριάδνης που αγωνίζονται να ξαναβρούν ο ένας τον άλλον παρ’ όλα τα υδάτινα και χρονικά μονοπάτια που τους χωρίζουν όλη την ώρα. Με αφορμή αυτές τις εξελίξεις, το μυθιστόρημα μας χαρίζει ένα μοναδικό ταξίδι στον χρόνο, μας σεργιανάει στα βρώμικα καράβια των πειρατών και στα παζάρια που αντηχούν από τους ολοφυρμούς των σκλάβων, μας δείχνει την καταπίεση της ενετοκρατούμενης Κρήτης και τον πλούτο των παλάτσο της Βενετίας, δείχνει με καλογραμμένο τρόπο την αδελφική αγάπη και τη δύναμή της να ξεπερνάει εμπόδια και ανθρώπους και πάνω απ’ όλα τονίζει τη δύναμη και τις ικανότητες της κυρίας Γαλανού που δοκιμάζεται σε κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή μας και για το στυλ της. Σωστό ξεδίπλωμα χαρακτήρων, άριστη και επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση της εποχής, του τόπου και των ανθρώπων, αρτιότητα στα συγγραφικά ευρήματα που προκαλούν αγωνία και εκπλήξεις σε μη αναμενόμενες στιγμές και πάνω απ΄ όλα ελάχιστες επαναλήψεις που συναντώ συνήθως σε τριλογίες. Αναρωτιέμαι πώς θα ολοκληρωθεί η ιστορία και με τι θυσίες θα πάρει εκδίκηση το αδικοχυμένο αίμα. Η «Εκδίκηση» είναι ένα συναρπαστικό ταξίδι σε μια περίοδο που δύκολα προσεγγίζουν οι Έλληνες συγγραφείς και προσφέρει άφθονες συγκινήσεις, περιπέτειες αλλά και συναισθήματα.
Πάνος Τουρλής
Μου αρέσει πολύ που στην εποχή μας μια συγγραφέας σαν την κυρία Άννα Γαλανού πειραματίζεται με κάτι δύσκολο και διαφορετικό. Δεν ξεκίνησε να γράφει ένα καθαρά ιστορικό μυθιστόρημα ούτε ένα ρομάντσο με στιβαρό ιστορικό φόντο που να προσδίδει αληθοφάνεια. Αντίθετα, με όλη της την αγάπη απέναντι στον αναγνώστη και στον τόπο που τη γέννησε μελέτησε εμβριθώς και ενδελεχώς τον τόπο της, την εποχή, τα ήθη και τα έθιμα, τις νοοτροπίες, τις κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, τις κάστες, τα πάντα και κατάφερε να τα ενώσει αρμονικά και να τα συνταιριάξει σε μια καθαρογραμμένη εικόνα, στο κέντρο της οποίας ζουν και κινούνται τα μέλη της οικογένειας Βενιέρη (στο παρόν βιβλίο ο Ιωάννης και η Αριάδνη). Έχουμε ένα πολυεπίπεδο μυθιστόρημα γεμάτο με όλα τα θετικά χαρακτηριστικά που μπορεί να εντοπίσει κανείς σε ένα κείμενο από τα διακριτικά καλολογικά στοιχεία ως τη στιβαρή αφήγηση.
Το κείμενο εξισορροπεί αρμονικά ανάμεσα στο ντοκουμέντο και τη μυθοπλασία, μιας και οι απαραίτητες ιστορικές λεπτομέρειες είναι όσες χρειάζονται ενώ από την άλλη οι διαρκείς ανατροπές και εκπλήξεις δεν αφήνουν την κεντρική ιδέα να τελματώσει. Το δεύτερο βιβλίο της τριλογίας, παρ’ όλο που περιγράφει ουσιαστικά μια περίοδο χωρίς πολλές εναλλαγές και παρακολουθεί τη ζωή του Ιωάννη, τις αλλαγές που τον ανδρώνουν, την προδοσία και τον ηρωισμό που τον συντροφεύουν, δε με κούρασε σχεδόν καθόλου. Είναι δύσκολο να κρατήσεις το ενδιαφέρον του αναγνώστη όταν ο κύριος άξονας της αφήγησης είναι η ζωή σε ένα πειρατικό καράβι, τα ρεσάλτα του, οι μάχες σώμα με σώμα, τα σκλαβοπάζαρα στην Μπαρμπαριά και αλλού, ειδικά όταν έχεις να καλύψεις ένα διάστημα εικοσαετίας ώστε να μεγαλώσουν και οι δύο πρωταγωνιστές και να αποδυθούν σε έναν αγώνα δρόμου που θα τους αλλάξει για πάντα τη ζωή. Πόσες επιθέσεις, πόσο αίμα, πόσο κυνηγητό, πόσα λάφυρα πια;
Επομένως η πλοκή εξελίσσεται με ποικιλία και εσωτερικές αλλαγές ανάμεσα στους πειρατές (ιεραρχία, προδοσία, εκτελέσεις, θάψιμο θησαυρού, παζαρέματα κλπ.), οι οποίοι κινούνται ακριβώς όπως θα περίμενε κανείς από ένα κοπάδι. Ο αρχηγός πέθανε, ζήτω ο αρχηγός! Για να μην αναφερθώ στην άριστη γνώση από μεριάς της κυρίας Γαλανού του γεωφυσικού τοπίου της Κρήτης. Με άνεση και μαεστρία καταγράφονται σχεδόν όλα τα απόκρημνα σημεία, οι όρμοι, οι κρυμμένες σπηλιές, οι χερσόνησοι, τα βράχια, τα ξερονήσια, οι ύφαλοι της Μεγαλονήσου κι έτσι ταξίδεψα σε αυτό το νησί από άκρη σ’ άκρη. Το ένστικτο του Ιωάννη καλλιεργείται και ακονίζεται, προετοιμάζεται για το χειρότερο, δεν επαναπαύεται στιγμή και αναρωτιόμουν ως πού θα φτάσει αυτή η αφήγηση και πώς θα προχωρήσει παρακάτω.
Άλλη μια πρωτοτυπία στο κείμενο είναι το γεγονός πως δεν έχουμε παράλληλη αφήγηση των ζωών των δύο αδελφών αλλά για την Αριάδνη μαθαίνουμε αποσπασματικά από το δίκτυο πληροφοριοδοτών που έχει στήσει ο Ιωάννης. Η αλήθεια είναι πως μια τρυφηλή ζωή, αυστηρά ανεπτυγμένη μεταξύ των τειχών του παλατιού ίσως να ήταν ακόμη πιο δύσκολο να μην οδηγήσει στην ανία, επομένως σοφά έπραξε η συγγραφέας και έδωσε φως στην Αριάδνη μέσα από τον αδελφό της.
Όλα αλλάζουν όμως όταν φτάνει η ώρα για ένα σημαντικό βήμα στη ζωή της Αριάδνης και ξαφνικά η αφήγηση καλπάζει! Τα γεγονότα δίνουν πάμπολλες ευκαιρίες για νέες ανατροπές και εκπλήξεις στην πορεία της ιστορίας, με αποκορύφωμα την εμφάνιση μιας γυναίκας που θα διαλύσει στην κυριολεξία το πειρατικό ασκέρι και θα μπει ανάμεσα σε δύο σημαντικούς άντρες της αφήγησης. Σατανική, πανούργα, άπληστη και ανικανοποίητη, εκμεταλλεύεται τα πάντα και χάρη σε κείνη το τέλος του βιβλίου έρχεται ακόμη πιο κοντά! Προσμετρώ στα θετικά τον τρόπο με τον οποίο εμφανίστηκε στην ιστορία μα πάνω απ’ όλα την πορεία της ανάμεσα στις σελίδες. Χάρη σε κείνη, η κυρία Γαλανού δείχνει με παραστατικό τρόπο τη σημασία της μπέσας μεταξύ αντρών ειδικά εκείνη την εποχή και το μέγεθος της πίκρας που μπορεί να επιφέρει η ερωτική προδοσία. Τα αισθήματα που νοιώθουν οι άντρες του κειμένου μετά από μια απόρριψη ή προδοσία εξακολουθούν να υφίστανται ακόμη και σήμερα, εξίσου έντονα, εξίσου ειλικρινά.
Από τα ελάχιστα μειονεκτήματα του μυθιστορήματος θα επισημάνω την επιμονή να μάθουμε τη διαφορά μεταξύ πειρατών και κουρσάρων (ποτέ πριν δεν είχα σκεφτεί ότι διαφέρουν!) και το εκτεταμένο γράμμα που έγραψε ο Ιωάννης σε περίπτωση που συναντούσε την Αριάδνη, το οποίο παρατέθηκε ολόκληρο, συνοψίζοντας όλη την ιστορία των Δρόμων της καταιγίδας, ακόμη και την ως τότε αφήγηση. Πιστεύω πως αν παρατίθετο αποσπασματικά, με έμφαση στα συναισθήματα της αδημονίας, της αγάπης, της απουσίας, θα ήταν πιο έντονα συναισθηματικό και θα έδινε περισσότερη ένταση στη ροή.
Τέλος, μου έκανε εντύπωση η νέα ζωή της Αριάδνης και η αλλαγή της από υπάκουη, αδύναμη και μαλθακή μαριονέτα σε αυστηρή, σκληρή και αδυσώπητη γυναίκα, χάρη σε μια σειρά γεγογνότων που τη βοήθησαν να γνωρίσει καλύτερα τον εαυτό της και να έρθει αντιμέτωπη με την ως τότε τακτοποιημένη ζωή της. Προς Θεού, δε γίνεται πειρατίνα αλλά η κυρία Γαλανού χειρίζεται σωστά την ωρίμανση της ηρωίδας και περιγράφει αξιόλογα περιστατικά που μου έμειναν χαραγμένα στο μυαλό, τόσο με τη δύναμη των συνεπειών τους όσο και με τη γλαφυρότητα της περιγραφής τους.
Η ενετοκρατούμενη Κρήτη των τελών του 16ου αιώνα ξεδιπλώνεται μέσα από τις περιπέτειες του Ιωάννη και της Αριάδνης που αγωνίζονται να ξαναβρούν ο ένας τον άλλον παρ’ όλα τα υδάτινα και χρονικά μονοπάτια που τους χωρίζουν όλη την ώρα. Με αφορμή αυτές τις εξελίξεις, το μυθιστόρημα μας χαρίζει ένα μοναδικό ταξίδι στον χρόνο, μας σεργιανάει στα βρώμικα καράβια των πειρατών και στα παζάρια που αντηχούν από τους ολοφυρμούς των σκλάβων, μας δείχνει την καταπίεση της ενετοκρατούμενης Κρήτης και τον πλούτο των παλάτσο της Βενετίας, δείχνει με καλογραμμένο τρόπο την αδελφική αγάπη και τη δύναμή της να ξεπερνάει εμπόδια και ανθρώπους και πάνω απ’ όλα τονίζει τη δύναμη και τις ικανότητες της κυρίας Γαλανού που δοκιμάζεται σε κάτι πρωτόγνωρο για την εποχή μας και για το στυλ της. Σωστό ξεδίπλωμα χαρακτήρων, άριστη και επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση της εποχής, του τόπου και των ανθρώπων, αρτιότητα στα συγγραφικά ευρήματα που προκαλούν αγωνία και εκπλήξεις σε μη αναμενόμενες στιγμές και πάνω απ΄ όλα ελάχιστες επαναλήψεις που συναντώ συνήθως σε τριλογίες. Αναρωτιέμαι πώς θα ολοκληρωθεί η ιστορία και με τι θυσίες θα πάρει εκδίκηση το αδικοχυμένο αίμα. Η «Εκδίκηση» είναι ένα συναρπαστικό ταξίδι σε μια περίοδο που δύκολα προσεγγίζουν οι Έλληνες συγγραφείς και προσφέρει άφθονες συγκινήσεις, περιπέτειες αλλά και συναισθήματα.
Πάνος Τουρλής