Όλο κάτι μου τη σπάει (Το βιβλίο της γκρίνιας #2)

του Βασίλη Παπαθεοδώρου

Τον Βασίλη Παπαθεοδώρου τον γνώρισα με το αξέχαστο εφηβικό μυθιστόρημα «Χνότα στο τζάμι» κι από τότε χάραξε μια σημαντική πορεία στον χώρο του εφηβικού και παιδικού βιβλίου, με τα βραβεία να συναγωνίζονται τις δηκτικές του ατάκες για την καθημερινότητα γύρω μας. Με μεγάλη μου χαρά διαπίστωσα πως δοκιμάστηκε τόσο καλά σε κάτι καινούργιο, στο χιούμορ, που επέστρεψε με ακόμη περισσότερες ατάκες. Ο σαρκασμός του, η λεπτοδουλεμένη ειρωνεία του, που σαν άλλη Ροζάν Μπαρ από τη «Διαβολογυναίκα» προχωράει αμέριμνη και σουλατσάρει στο πληκτρολόγιό σου και στην άκρη των χειλιών σου ενώ πίσω της ο κόσμος βυθίζεται στο χάος, η παρατηρητικότητά του και η διεισδυτικότητά του είναι χαρακτηριστικά που και εδώ χαρίζονται απλόχερα στον αναγνώστη και του εξηγούν γιατί «Όλο κάτι μου τη σπάει».

«Δευτέρα ονομάζεται το χρονικό διάστημα που διαρκεί από το μεσημέρι της Κυριακής μέχρι το μεσημέρι της επόμενης Παρασκευής και για πρακτικούς λόγους το έχουμε διαιρέσει σε πέντε ίσες περιόδους, τις οποίες ονομάζουμε μέρες».

«Οι νέοι σ’ αυτή τη χώρα έχουν περισσότερο «μάλλον» παρά μέλλον».

«Η λεωφόρος Βουλιαγμένης έχει κηρυχθεί υγροβιότοπος Natura, όπου απαγορεύεται ρητά κάθε ανθρώπινη παρέμβαση, όπως π. χ. ξεβούλωμα φρεατίων για να μη διαταραχθεί η ηρεμία των φλαμίνγκο».

Αυτό είναι ένα ελάχιστο δείγμα των κειμένων που συνάντησα στο χορταστικό αυτό βιβλίο, μια ποικιλία από καθημερινές και τόσο αληθινές εικόνες που έχω συναντήσει παντού και πάντα ήθελα να στηλιτεύσω: στην πολιτική, στο Δημόσιο, στα social media. Γλυκόπικρες αλήθειες για τις σχέσεις των φύλων, για την πραγματική δουλειά στον χώρο εργασίας, για την ελλιπή αξιοκρατία και αποτελεσματικότητα, για τα μέσα μεταφοράς, που μου ήρθαν κατακούτελα από μια μόνο παράγραφο ή ξεδιπλώνονται σε κόμικ, περιπέτειες, αναποδιές, ατυχίες, όλα εκείνα τα μικρά και τα μεγάλα που τη σπάνε σε όλους μας καθημερινές και αργίες, καλοκαίρια και χειμώνες, μέρα και νύχτα, μας στενοχωρούν, μας αγχώνουν, μας γεμίζουν ψέματα κι ελπίδες, είναι σε αυτές τις σελίδες. Και ποιος είναι ο καλύτερος τρόπος να πάψουμε να μουρμουρίζουμε; Μα φυσικά, με το γέλιο και τον σαρκασμό.

Το σκίτσο του κυρίου Τάσου Μαραγκού (Tasmar) είναι παραστατικότατο, εκφραστικότατο και με μια μεγάλη ποικιλία ανθρώπινων φυσιογνωμιών. Η προοπτική στα σκίτσα του, το στήσιμο των καρέ, τα μπαλονάκια, η σκηνοθετική του ματιά συνοδεύει ιδανικά τον σαρκασμό και τις απόψεις του Βασίλη Παπαθεοδώρου και μαζί αποτελούν ένα δίδυμο γέλιου, αστείων και παρωδίας που με βοήθησαν να ξαλαφρώσω και να ξεχαστώ.

«Όλο κάτι μου σπάει» παραδέχεται ο συγγραφέας, οπότε δε μένει στον αναγνώστη παρά να διαβάσει αυτήν τη νέα πρωτότυπη δουλειά δύο σημαντικών ανθρώπων στον χώρο του κόμικ και της λογοτεχνίας, γιατί θα δει τα πάντα με άλλο μάτι, θα οπλιστεί με θάρρος και απενοχοποιημένη αδιαφορία ώστε να βυθιστεί μετά με νέο στομάχι και καλύτερη διάθεση στον δικό του μικρόκοσμο, για το δικό του καλό!

Πάνος Τουρλής