Φυγή κεφαλαίων

του Γιώργου Μαρτινίδη

Τον Ιούνιο του 2015, μέσα στον γενικότερο αναβρασμό που επικρατούσε στην Ελλάδα εν όψει του δημοψηφίσματος και με τις τράπεζες κλειστές, που ο λαός αγωνιούσε για επερχόμενη πτώχευση, κατάρρευση, κουρέματα μισθών, να ‘σου στη Θεσσαλονίκη κι ένα απανθρακωμένο πτώμα σ’ ένα επίσης καμένο αμάξι, αγκαλιά με μια βαλίτσα γεμάτη χαρτονομίσματα. Ποιο ήταν λοιπόν το θύμα και πώς βρέθηκε στο αυτοκίνητο; Πώς συνδέεται η βαλίτσα με πασίγνωστο ιδιωτικό κολέγιο της πόλης; Τι κρύβεται πίσω απ’ όλ’ αυτά; Γιατί έχει βάλει λυτούς και δεμένους η πάμπλουτη και δικτυωμένη ιδιοκτήτρια του κολεγίου να λυθεί γρήγορα η υπόθεση;

Το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται κατά μεγάλο ποσοστό μέσα στα γραφεία και τις αίθουσες ανακρίσεων του Αστυνομικού Μεγάρου Θεσσαλονίκης, με τον αστυνόμο Δημήτρη Τσέλιο να τίθεται επικεφαλής της υπόθεσης ενώ ταυτόχρονα με τον φόνο δηλώνεται κλοπή μεγάλου χρηματικού ποσού από μια κρυψώνα του κολεγίου. Σύντομα αυτές οι δύο υποθέσεις μπλέκονται αναπόσπαστα κι έτσι ο αστυνόμος αποκτά διπλό πονοκέφαλο. Η γραφή είναι κινηματογραφική, γρήγορη, στακάτη και γύριζα τη μια σελίδα μετά την άλλη για να δω πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση. Στον χώρο της αστυνομικής λογοτεχνίας έχουν γίνει πολλές αλλαγές, έχουν εφευρεθεί πάμπολλες αφηγηματικές τεχνικές, ο κύριος Γιώργος Μαρτινίδης γύρισε την πλάτη του όμως σε όλα αυτά και διάλεξε να γράψει ένα μυθιστόρημα «δωματίου» (ας το χαρακτηρίσω έτσι), όπου οι εκπλήξεις, οι ανατροπές, το κίνητρο και ο ένοχος αποκαλύπτονται μέσα από συζητήσεις και ανακρίσεις, με ελάχιστες περιγραφές του περιβάλλοντος χώρου και των χαρακτήρων. Ο συγγραφέας έχει μελετήσει καλά τις διαδικασίες και τις μεθόδους που ακολουθούνται για την εξιχνίαση ενός φόνου (τοξικολογικές εξετάσεις, DNA, μεθοδικές έρευνες), γνωρίζει τεχνικούς όρους και λεπτομέρειες που όμως ξέρει να τους αναφέρει στον μέσο αναγνώστη χωρίς να τον κουράζει ή να τον απωθεί κι έτσι ένα σχετικά στατικό κείμενο κατάφερε να ζωντανέψει και να μου δώσει ένταση, σφυγμό και παλμό όσο προχωρούσε η υπόθεση.

Το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου, της οποίας οι κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες ακόμη καταγράφονται και εξελίσσονται, πότε μπαίνει μπροστά, με τις παρατηρήσεις περί των συνεπειών μιας αριστερής κυβέρνησης ή με τον τρόπο που σκέφτεται ένας λαός όταν περιμένει ελπίδες που τελικά αποδεικνύονται φρούδες και πότε υποχωρεί σε διακριτικό φόντο προς όφελος της δράσης, με ανθρώπους να στριμώχνονται στα ΑΤΜ των τραπεζών, μεγάλα κεφάλια να έχουν ήδη σηκώσει κεφάλαια και να τα διαθέτουν στο εξωτερικό, με πρόδηλη αγωνία για το μέλλον της χώρας, την ίδια στιγμή που εξελίσσεται η ιστορία.

Κι εκεί που έχεις γνωρίσει τον αστυνόμο Δημήτρη Τσέλιο και τους συνεργάτες του, έχεις καταλάβει τι αποτελέσματα αναζητούν και πόσο καλά συνεργάζονται για την επίλυση της υπόθεσης, εκεί που ο κάθε μάρτυρας συστήνεται στον αναγνώστη με τη δική του εκφορά, νοοτροπία, αντίληψη και στάση, χωρίς όμως να εντρυφούμε ούτε εκατοστό παρακάτω από εκεί που χρειάζεται για τον βαθμό συμμετοχής τους στην υπόθεση, εκεί που ακολουθούνται τα σωστά βήματα και όλα δείχνουν προς τον ένοχο, εκεί που η πλοκή αποκτά πολυπρισματικότητα μέσα από τις αντικρουόμενες συχνά μαρτυρίες (ερωτικά τρίγωνα, απληστία, απελπισία και άλλοι παράγοντες και κίνητρα) και αγωνιούσα μέχρι να μπουν τα κομμάτια του παζλ στη σωστή τους θέση, έρχονται τα τρία τελευταία κεφάλαια του μυθιστορήματος που ανατρέπουν οριστικά και ανελέητα όλα όσα σκέφτηκα, αντιλήφθηκα, αναρωτήθηκα και ήλπισα ως τότε. Φυσικά και δε θα γράψω ούτε λέξη επ’ αυτού, ώστε ο ίδιος ο αναγνώστης να βιώσει μόνος του τι σημαίνει πραγματικά καλή και όχι εκβεβιασμένη ή πρόχειρη ανατροπή. Η νομοτέλεια λοιπόν του αστυνομικού χαρακτήρα της υπόθεσης, ο κύκλος των υπόπτων και των ερευνών που δείχνει να οδηγεί σε συγκεκριμένη κατεύθυνση, έρχονται τούμπα και η δράση μεταφέρεται στη Σόφια όπου κρύβεται ένα απρόσμενο «κλείσιμο ματιού»! Προς το τέλος του δυνατού αυτού θρίλερ, ο συγγραφέας δίνει ένα πραγματικό ρεσιτάλ «χαστουκιών» στον άφωνο, απελπισμένο και διερωτώμενο αναγνώστη, ανελέητα, αμετανόητα και χωρίς ψυχολογική προετοιμασία και πάλι όχι προς χάριν εντυπωσιασμού αλλά με απόλυτη συνέπεια και πιστότητα στην αρχική ιδέα.  

Η «Φυγή κεφαλαίων» είναι ένα καλό, γρήγορο, σφιχτοδεμένο, εγκεφαλικό, ανατρεπτικό θρίλερ, που εκμεταλλεύεται θετικά ένα κοινωνικό γεγονός για να τοποθετήσει τους ήρωες και τις πράξεις τους σ’ ένα λογικό και αληθοφανές πλαίσιο, με εξελίξεις απότοκες των ευρύτερων γεγονότων. Άνθρωποι που σίγουρα είδαμε ή γνωρίσαμε κάποια στιγμή στη ζωή μας, διάλογοι που θα μπορούσαν να ακούγονται δίπλα μας από φυσιολογικούς ανθρώπους, σωστή δομή, καλή γνώση των πραγματολογικών στοιχείων που απαιτούνται, και δυνατές, λογικές ανατροπές είναι τα συστατικά ενός βιβλίου που δεν μπορούσα να το αφήσω από τα χέρια μου αν δεν το τελείωνα.

Πάνος Τουρλής