Το άλλο μισό

της Ελένης Κεκροπούλου

Ο μεσήλικας διευθυντής τραπέζης Ανδρέας γνωρίζει τη Λιουντμίλλα ως πελάτισσα όμως σύντομα η σχέση τους γίνεται ερωτική. Ο Ανδρέας είναι παντρεμένος πολύ καιρό με την Τζένη κι έχουν και τρία παιδιά, επομένως η Λιουντμίλλα είναι το καλύτερο αντίδοτο, μακριά από τις γκρίνιες και τη ρουτίνα ενός τελματωμένου γάμου. Δεν ξέρει όμως πως αυτή η σχέση θα επηρεάσει και την Τζένη κι ακόμη χειρότερα πως κάποια στιγμή τα πράγματα θα πάρουν μια αναπάντεχη τροπή.

Η κυρία Ελένη Κεκροπούλου καταγράφει με αντικειμενικότητα και διεισδυτικότητα έναν παραιτημένο γάμο και παρουσιάζει ακριβοδίκαια τους βαθμούς ενοχής του κάθε εμπλεκόμενου προσώπου. Η γραφή της είναι γρήγορη, εναλλάσσεται από πρωτοπρόσωπη σε τριτοπρόσωπη και καταφεύγει σε πρωθύστερα που κρατούν ζωηρό το ενδιαφέρον του αναγνώστη. Η Ρωσίδα είναι ο κινητήριος μοχλός όχι απλώς για τη διάλυση ενός γάμου αλλά και για την καταβύθιση των χαρακτήρων στον ψυχισμό τους, κάτι που απαιτεί ειλικρίνεια και γενναιότητα, αν θέλει κάποιος να κερδίσει σωστά το παιχνίδι κι όχι να παίξει επιπόλαια ή βιαστικά. Έχοντας διαβάσει πολλά μυθιστορήματα του είδους, περίμενα κλασικές εξελίξεις, μελοδραματισμούς και, γιατί όχι, μαλλιοτραβήγματα. Εδώ όμως έχουμε να κάνουμε με κάτι πιο ολοκληρωμένο, με μια γυναίκα  μορφωμένη, ανεξάρτητη και γοητευτική, με μια κοπέλα που έχει συγκεκριμένο σκοπό και μ’ έναν άντρα με ψήγματα σκεπτικισμού, οπότε διάβασα ένα πολύπλευρο βιβλίο, με αναπάντεχες εξελίξεις και μια όσο γίνεται αντικειμενική ματιά απέναντι σ’ ένα πρόβλημα για το οποίο όλοι φταίνε.

Στην αρχή του μυθιστορήματος προβληματίστηκα αρκετά, γιατί η Τζένη συναναστρεφόταν με φίλες και γνώριζε κόσμο που ετοιμαζόταν να χωρίσει, ήταν στα χωρίσματα ή είχε μόλις διαλύσει την έγγαμη ζωή του κι ήμουν έτοιμος να διατυπώσω αρκετές ενστάσεις, μιας και ποτέ τα πράγματα δεν είναι μονόπλευρα ή τετελεσμένα κι επιπλέον ένας συγγραφέας δεν πρέπει να προκαταλαμβάνει ή να παίρνει μέρος στην αφήγησή του. Σύντομα όμως διαψεύστηκα, μιας και η κυρία Κεκροπούλου ανέπτυξε, χωρίς να με κουράσει, τις σκέψεις, τα αισθήματα, τη νοοτροπία των τριών αυτών ανθρώπων και έδειξε με τον τρόπο της πως ο καθένας είναι υπεύθυνος για τις πράξεις του και πως οι στατιστικές υπάρχουν απλώς για να μετράνε κι όχι για να υποτασσόμεθα σ’ αυτές αμαχητί.

Ο Ανδρέας κατάλαβε το λάθος του και πάλευε να ξεφύγει, η Λιουντμίλλα τον χειριζόταν όπως ήθελε και η Τζένη, που έχει καταλάβει τις ατασθαλίες, αγωνίζεται να βρει το δικό της ποσοστό φταιξίματος πριν αποκαλυφθεί στον άντρα της και πριν καταφύγει σε κάτι απρόβλεπτο που θα δείξει τα πράγματα στις σωστές τους διαστάσεις. Η εμπειρία της συγγραφέως από τη ζωή και από τον εκδοτικό χώρο την εμποδίζει να παρουσιάσει την ηρωίδα της υστερική και με υποκειμενικότητα, αντίθετα, ζωντανεύει μια γυναίκα που ξέρει ποια είναι, πόσο φταίει και δεν παρασύρεται από τα στατιστικά στοιχεία που με ελαφρότητα της παρουσιάζουν οι φίλες της για τα διαζύγια και τις ερωτικές απάτες («γάμος άγαμος» αποφαίνεται με πικρία η Τζένη). Στρωτή αφήγηση, με σπάνιες λέξεις να κοσμούν κατά τόπους το κείμενο, προσγειωμένη καταγραφή σκέψεων και συναισθημάτων, ωραίες παρομοιώσεις («…πάσχιζε κι αυτός να βρει γωνία στο δεκάρικο που λέγεται Ελλάς», σελ. 84), λιτοί διάλογοι και απουσία ερωτικών σκηνών είναι κάποια από τα θετικά χαρακτηριστικά του κειμένου.

Η ζωή είναι αγώνας για τα αυτονόητα και με αυτήν την κεντρική ιδέα ταξίδεψα στις ζωές ενός ρεαλιστικού και ιδιόμορφου τρίο, όπου εμπεριέχεται μια ποικιλία περιστατικών και λύσεων, από τα οποία ο αναγνώστης θα ξεκρίνει ποιο ταιριάζει στη δική του περίπτωση, θα κρατήσει τα επιχειρήματα που θα συναντήσει στο μυθιστόρημα, θα κάνει την αυτοκριτική του και θα νιώσει, αν όχι πιο δυνατός, τουλάχιστον πιο έτοιμος να αρπάξει τη ζωή από τα μαλλιά. Η κυρία Κεκροπούλου τονίζει: «Η πιστότητα είναι βασικά μι άσκηση αυτοεκτίμησης, αυτοσεβασμού, υψηλού θάρρους και γενναιότητος απέναντι στο οικογενειακό κύτταρο, αλλά άντε να το πεις αυτό στην πολυγαμική πολυπολιτισμική κοινωνία μας και να μην εισπράξεις ειρωνεία (σελ. 144). Δε δείχνει με το δάχτυλο, δεν επικρίνει ούτε και επικροτεί όμως: «Είναι αλήθεια ότι ζούμε σε μια εποχή που οι παλιές αξίες έχουν καταρρεύσει, ο άνθρωπος αισθάνεται, και φυσικά είναι, ελεύθερος να κάνει ό,τι θέλει, να διαθέτει τον εαυτό του όπως θέλει. Ωστόσο ελευθερία δεν σημαίνει ασυδοσία. Υπάρχουν όρια ακόμη και σ’ αυτήν…» (σελ. 147).

«Το άλλο μισό» είναι ένα στρωτό, ανθρώπινο και άμεσο μυθιστόρημα, αφιερωμένο σε όσους έχουν φτάσει την έγγαμη σχέση τους σε επίπεδα τελμάτωσης και ανούσιας ρουτίνας, που εγείρει ενδιαφέρουσες σκέψεις και σοβαρά ζητήματα για συζήτηση, που οδηγεί υποδόρια τους αναγνώστες στον εαυτό τους και τους δείχνει όσο γίνεται πιο αντικειμενικά τις συνέπειες που μπορεί να έχουν επιπολαιότητες και απερισκεψίες στην καθημερινότητά τους. 

Πάνος Τουρλής