Ο βλακοχορτοφάγος

Τζων Μπαρθ

b18367
Από τα πρώτα στάδια της δημιουργίας του ιστοχώρου μας, όταν θελήσαμε να προκαθορίσουμε με τους συνεργάτες μου ποια βιβλία θα περιλαμβάνονταν στην ενότητα «το βιβλίο του μήνα», ένα πράγμα μας έβρισκε όλους απολύτως σύμφωνους: δεν θα υπήρχαν περιορισμοί στις προτάσεις μας. Δεν είχε καμιά σημασία το αν θα επρόκειτο για βιβλία που εκδόθηκαν σήμερα ή πριν από είκοσι χρόνια. Ή αν θα ήταν βιβλία που μπορεί κανείς να αγοράσει από το bookstore μας ή που έχουν από καιρό εξαντληθεί. Ο μόνος γνώμονας για εμάς -για τους δημιουργούς και τους φίλους του CaptainBook.gr- ήταν το βιβλίο του μήνα να το έχουμε αγαπήσει αληθινά. Γι' αυτό και αποκλείσαμε από τη συγκεκριμένη ενότητα βιβλία του συρμού, τα οποία αύριο κανείς δεν θα θυμάται. Αλλά ας περάσω στο «ψητό».

Έχουν περάσει αρκετά χρόνια από τότε που «ταξίδεψα» και ονειροπόλησα βυθισμένος για μέρες στο λογοτεχνικό αριστούργημα που φέρει τον τίτλο «Ο Βλακοχορτοφάγος» του Τζων Μπαρθ. (Αγγλικός τίτλος: «THE SOT-WEED FACTOR»).
Ωστόσο, όσος καιρός κι αν πέρασε δεν θα χαθούν ποτέ από τη μνήμη μου οι στιγμές απόλαυσης που μου χάρισαν οι απίθανες περιπέτειες του «δαφνοστεφή ποιητή» Εμπενέζερ Κουκ, ενός ρομανικού νέου, με ιδεολογική εμμονή στην παρθενία, η οποία (εμμονή) τελικά θα τον οδηγήσει σε μια ομηρική περιπέτεια, που παράλληλα συμβολίζει και την περιπέτεια της γέννησης της Αμερικής.

17300

Αυτός ο αγαθιάρης τύπος, λοιπόν, μια μέρα θα βρεθεί σε ένα ταβερνείο του Λονδίνου όπου μια πόρνη θα τον προκαλέσει να της αποδείξει κατά πόσο η ικανότητα της στιχουργικής τέχνης συνδέεται με την ερωτική επίδοση. Ο Εμπενέζερ τελικά βρίσκει τον «δάσκαλό» του ανάμεσα στα πόδια της Τζόαν Τοστ, καταπατάει τον όρκο παρθενίας που έχει δώσει στον εαυτό του, και στη συνέχεια αρνείται, για ηθικούς λόγους, να πληρώσει τις υπηρεσίες της, εφόσον πλέον την έχει ερωτευτεί. Αυτό το γεγονός θα τον φέρει σύντομα αντιμέτωπο με τον «προστάτη» της, ο οποίος ?άκουσον άκουσον!- αντί να του βάλει κανά μαχαίρι στον λαιμό, πηγαίνει και μαρτυράει τα κατορθώματα του Εμπενέζερ στον πουριτανό πατέρα του. Εκείνος τον βάζει εμπρός στο δίλημμα της αποκλήρωσης ή της μετανάστευσης στις φυτείες καπνού που διαθέτει στην Αμερική και ο «άσωτος υιός» αποφασίζει να υποστεί το δεύτερο. Στο σημείο αυτό αρχίζει η μεγάλη διαδρομή τού Εμπενέζερ από την Αγγλία της εφηβικής αθωότητας προς την Αμερική της ενήλικης απομυθοποίησης. Ωστόσο το ζήτημα δεν είναι να σας διηγηθώ εγώ την ιστορία, αλλά την απολαύσετε μόνοι σας μέσα από τις σελίδες αυτού του εξαιρετικού μεταμοντέρνου (παρ? όλο που γράφτηκε το 1960) λογοτεχνήματος.
Όπως ξαναείπα πέρασαν αρκετά χρόνια από τότε που ταξίδεψα στις 800 σελίδες του, παρακαλώντας στο τέλος να ήταν άλλες τόσες, αλλά δεν πρόκειται να ξεχάσω ποτέ, για παράδειγμα, την άλλη εκδοχή της ιστορίας της Ποκαχόντας, τις ξεκαρδιστικές σελίδες με το πλήρωμα ενός πλοίου που παθαίνει ομαδικώς κόψιμο, τους αθυρόστομους διαλόγους, τις ερεθιστικές και αξεπέραστες σκηνές (σε σημείο που σε κάνουν να ανησυχείς για τον εαυτό σου και τις πιθανές κρυφές προτιμήσεις του) της επίθεσης των πειρατών σε ένα πλοίο που μεταφέρει κυρίως πόρνες (πόσο θυμίζει ο Μπαρθ εδώ τον Μέγα Ανατολικό του Εμπειρίκου, με άλλους όρους βέβαια!) και τον ομαδικό βιασμό τους. Και όλα αυτά χωρίς να με έχουν κάμψει καθόλου και κάποια χασμουρητά που μου προκάλεσε η ανάγνωση της ιστορίας του Μαίρυλαντ. Δικαιολογώ τον Μπαρθ όπως και κάθε έναν που θα τολμούσε να γράψει βιβλίο τόσων σελίδων. Είναι απόλυτα λογικό να υπάρχουν και μερικές «κοιλιές», που εμφανίζονται συνήθως όταν ο συγγραφέας καταπιάνεται με προσωπικές εμμονές.
Μετά από την ανάγνωση του «Βλακοχορτοφάγου» είχα την εντύπωση ότι για τον Μπαρθ τίποτα δεν είναι τόσο απαραίτητο όσο το πνεύμα του σαρκασμού απέναντι και στα πιο σοβαρά ζητήματα αυτού του κόσμου, και τίποτα πιο ζωτικό από την ίδια τη γλώσσα, τον λόγο που με τις δυνατότητές του μπορεί να μας κάνει να ζήσουμε χιλιάδες ζωές χωρίς να βγούμε καν από το δωμάτιό μας.

sotweed-hbk
Όσο για τη ελληνική μετάφραση, έχω να πω ότι υποκλίνομαι βαθιά στο εξαιρετικό ταλέντο του Αλέξη Πανσέληνου και του εύχομαι να μας χαρίζει πάντα τέτοια έργα αληθινής αφοσίωσης. Η δε χρήση του «Μακρυγιαννικού» ιδιώματος στο Ημερολόγιο του πλοιάρχου Σμιθ είναι κατά τη γνώμη μου ένα χαρακτηριστικό δείγμα της έμπνευσης και των ικανοτήτων του. (Μου θύμισε μάλιστα, κατ? αναλογία, την επιλογή της γλώσσας του Παπαδιαμάντη από τον Σωκράτη Καψάσκη, στη μετάφραση μιας «ραψωδίας» στον Οδυσσέα του Τζόυς). Η μετάφραση αυτή με παρηγόρησε τόσο πολύ που για πρώτη ίσως φορά δεν παραπονέθηκα μέσα μου, μετά από ένα τέτοιο ανάγνωσμα, επειδή δεν έμαθα ποτέ τόσο καλά Αγγλικά ώστε να διαβάζω τους αγγλόφωνους συγγραφείς στο πρωτότυπο.
Μετά από την ανάγνωση του «Βλακοχορτοφάγου» φυσικό ήταν να πάρω «αμπάριζα» αρκετά από τα βιβλία του Τζων Μπαρθ, όπως «Το τέλος του δρόμου», «Χίμαιρα» και «Πλωτή Όπερα», που κυκλοφόρησαν όλα από τις πολύ καλαίσθητες και φροντισμένες «εκδόσεις Πόλις», καθώς και «Το τελευταίο ταξίδι του Σεβάχ του Θαλασσινού» που κυκλοφορεί από τον «Κέδρο».

Σημ.: Επειδή ο «Βλακοχορτοφάγος» έχει εξαντληθεί, (εκτός από το να πιέζετε τον εκδότη να προβεί σε ανατύπωση), ψάξτε το σε διάφορες βιβλιοθήκες ή σε φίλους που δανείζουν βιβλία. Εγώ προσωπικά, μετά από μερικές ατυχείς εμπειρίες σχετικά με τον δανεισμό βιβλίων, σταμάτησα προ πολλού το συγκεκριμένο άθλημα.

Πλάτων Μαλλιάγκας