Μαθήματα νεκροψίας

των Sebastian Fitzek και Michael Tsokos

Το πτώμα μιας γυναίκας αποκαλύπτει στον ιατροδικαστή Πάουλ Χέρτσφελντ πως συνδέεται με την εξαφάνιση της έφηβης κόρης του. Ταυτόχρονα, μια εικονογράφος, αποκλεισμένη εν όψει τυφώνα στο νησί της Ελιγολάνδης, ανακαλύπτει έναν νεκρό άντρα στην ακτή κοντά στο σπίτι της. Πώς συνδέονται τα δύο πτώματα μεταξύ τους και τι πρέπει να κάνει ο Χέρτσφελντ για να σώσει την κόρη του; Θα καταφέρει να τη βρει εγκαίρως ή το αποκλεισμένο νησί θα κρατήσει καλά κρυμμένα τα μυστικά του;

Στην τρίτη υπόθεση που αναλαμβάνει ο Πάουλ Χέρτσφελντ έχουμε έναν ασταμάτητο αγώνα δρόμου ενάντια στον χρόνο και ταυτόχρονα ένα αγωνιώδες road trip στα βόρεια της Γερμανίας στην προσπάθεια του ιατροδικαστή να βρει την κόρη του. Τα ίχνη του τον οδηγούν στο πτώμα που ανακαλύπτει η Λίντα και τότε οι δύο ιστορίες δένονται απρόσμενα, μόνο και μόνο για να αρχίσει να βγαίνει στο φως μια σκοτεινή πλεκτάνη, της οποίας την κατάληξη δεν μπορεί να ξέρει κανείς. Γύριζα πυρετωδώς τις σελίδες για να δω τι γίνεται παρακάτω κι όσο προχωρούσα τόσο δυσχέραιναν τα πράγματα, αφού οι συγγραφείς έστησαν ένα καλοπλεγμένο και ρεαλιστικό παιχνίδι γάτας και ποντικιού, φέρνοντας στο προσκήνιο νέα πρόσωπα και εκπλήξεις. Ακόμη και λίγες σελίδες πριν το τέλος, που είχα πάρει την απαραίτητη ανάσα, το παιχνίδι συνεχίζεται με εντατικούς ρυθμούς, με αποτέλεσμα να κλείσω το βιβλίο σχεδόν ιδρωμένος.

Η γνωριμία μου με τον Χέρτσφελντ ξεκίνησε με αυτό το βιβλίο και μπόρεσα να τον παρακολουθήσω άνετα, χωρίς να έχει χρειαστεί να διαβάσω τα δύο πρώτα της σειράς. Είναι επικεφαλής ιατροδικαστής στην Ομοσπονδιακή Εγκληματολογική Υπηρεσία του Βερολίνου, με έναν αποτυχημένο γάμο και μια κόρη στην εφηβεία που έχει πέσει τώρα θύμα απαγωγής. Το κορίτσι ζούσε με τη μητέρα του, η οποία κάνει τα πάντα για να εμποδίσει την επικοινωνία και την επαφή μεταξύ πατέρα και κόρης. Η ομάδα του ιατροδικαστή αποτελείται από τον βοηθό δόκτορα Σερτς και τη δόκτορα Ζαμπίνε Γιάο ενώ τώρα προστέθηκε ο γιος του Υπουργού Εσωτερικών, Ίνγκολφ φον Άπεν, γόνος πάμπλουτου πολιτικάντη με την ίδια υπεροψία, ως πρακτικάριος. Από την άλλη, η Λίντα είναι μια επιτυχημένη δημιουργός κόμικς και οι αναγνώστες λατρεύουν τις ωμές απεικονίσεις βίας που αποτυπώνει, παρ’ όλο που η ίδια προτιμάει να σχεδιάζει το συναρπαστικό τοπίο γύρω της ή άλλες σκηνές της φύσης. Η Υπηρεσία Πολιτικής Προστασίας συστήνει συνέχεια την εκκένωση του νησιού Χέλγκολαντ (και κατάλαβα γιατί στη μετάφραση επικράτησε η πρωτότυπη λέξη) εν όψει του τυφώνα που πλησιάζει, με αποτέλεσμα να φύγουν οι περισσότεροι, η Λίντα όμως έχει τους δικούς της λόγους να μείνει. Εκείνη βρίσκει το πτώμα στη θάλασσα κοντά στο σπίτι της κι έτσι τα προσωπικά της προβλήματα, από τα οποία προσπάθησε να ξεφύγει, ωχριούν μπροστά στις νέες περιπέτειες που ζει.

Κάτι απρόσμενο συνδέει τους δύο νεκρούς μεταξύ τους αλλά κυρίως με τον Χέρτσφελντ κι έτσι αρχίζει ένας ιδιόμορφος αγώνας ενάντια στον χρόνο. Ποιος έχει βάλει στόχο τον ιατροδικαστή και τι περιμένει από αυτόν; Θα σωθεί η κόρη του; Πως μπορεί να βοηθήσει η Λίντα; Πώς συνδέεται μια λανθασμένη από άποψη ηθικής απόφασή του τέσσερα χρόνια πριν με το παρόν; Οι συνθήκες στις οποίες ρίχνουν τους χαρακτήρες τους οι συγγραφείς είναι άκρως ανατριχιαστικές και καθόλου αναμενόμενες. Ο Χέρτσφελντ μ’ έναν απρόσμενο συνεπιβάτη αγωνίζεται να νικήσει τα στοιχεία της φύσης για να φτάσει εγκαίρως στο νησί και να πιάσει την άκρη του νήματος, μόνο που στην πορεία ακολουθεί κάποια ίχνη που τον βάζουν σε κίνδυνο όσο η Λίντα εκτελεί τις εντολές του στο Χέλγκολαντ με αποτέλεσμα να ζήσει κι εκείνη δύσκολες καταστάσεις και να βρεθεί πολύ κοντά σε θανάσιμους κινδύνους. Κι όσο πλησιάζουμε στο τέλος τόσο η κατάσταση περιπλέκεται και η μονοδιάστατη εξέλιξη ανατρέπεται οριστικά, αφήνοντάς με άφωνο για την έξυπνη πλοκή. Πιστεύω πάντως πως το περίφημο κεφάλαιο από το οποίο προέκυψε ο τίτλος του μυθιστορήματος θα μπορούσε είτε να λείπει είτε να μειωθεί αισθητά, γιατί η ωμότητα των περιγραφών ήταν αρκετά αηδιαστική.

Τα «Μαθήματα νεκροψίας» είναι ένα δυνατό, ανατρεπτικό και γρήγορο μυθιστόρημα που χαρίζει σασπένς και ένταση έως κυριολεκτικά το τελευταίο κεφάλαιο. Ταυτόχρονα, ξεπηδούν σημαντικά ερωτήματα απέναντι στην ανισομερή δικαιοσύνη, όπως: Υπάρχει κράτος δικαίου; Πώς καταφέρνει το σύστημα να τιμωρεί για δεύτερη φορά τα θύματα; Είναι επιτρεπτό να παίρνει κανείς τον νόμο στα χέρια του; Πόσο αντικειμενική και αδέκαστη είναι η δικαιοσύνη; «…τα θύματα δεν έχουν καμία ευκαιρία ενώ οι θύτες έχουν όλα τα δικαιώματα» (σελ. 400), τονίζουν οι συγγραφείς και το δείχνουν μέσα από τα γεγονότα της τρίτης ιστορίας με πρωταγωνιστή τον Πάουλ Χέρτσφελντ, βάζοντάς με σε σκέψεις πάνω σε αυτό το ζήτημα.

Πάνος Τουρλής