Η τέλεια ζωή

της Nuala Ellwood

Η Άιρις Λόσον είναι μια γυναίκα που περνά την ώρα της κοιτάζοντας σπίτια που δεν πρόκειται ν’ αγοράσει. Ή μήπως μισεί όσα αντικρίζει με αποτέλεσμα κάποια στιγμή να ξεσπάσει τον θυμό της; Τι σχέση έχει με τη Βανέσα Άνταμς; Σκότωσε ή όχι τον Τζέφρι Ρίβερς; Τι συνέβη πίσω στο 1996 όταν μια δεκάχρονη μαθήτρια αρχίζει να νιώθει πως κινδυνεύει στο ίδιο της το σπίτι; Γιατί ταυτίζεται με τον ήρωα της σειράς παιδικών βιβλίων «Το Σπίτι του Λαβύρινθου των Βάτων» και γιατί του γράφει γράμματα; Πώς συνδέεται το χτες με το σήμερα;

Το νέο μυθιστόρημα της Nuala Ellwood αφορά τη σωματική και λεκτική κακοποίηση, καθώς και τα παιδικά ψυχολογικά τραύματα που κουβαλάει κανείς μαζί του για πάντα («Όλοι πρέπει να βρούμε έναν τρόπο να ξεπεράσουμε τα παιδικά μας χρόνια», σελ. 315) και δείχνει πόσο κακό κάνει στη ζωή μας η συνήθειά μας να ανεβάζουμε όλες μας τις προσωπικές στιγμές στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Αρχικά γνωρίζουμε τη Βανέσα Άνταμς και τη σχέση της με τον Κόνορ Ντόκινς, κάτι που θα επιφέρει προβλήματα στη φιλία της με τη Λότι. Ταυτόχρονα, η Βανέσα είναι εθισμένη στο να κοιτάει μεγάλα και πολυτελή σπίτια τα οποία δεν έχει ούτε θα αποκτήσει ποτέ την οικονομική ευχέρεια για να αγοράσει, παρ’ όλ’ αυτά, η αναζήτησή τους στο διαδίκτυο κατευνάζει τους φόβους της και σταματάει τις μαύρες σκέψεις. Μέχρι που ο ιδιοκτήτης ενός εξ αυτών δολοφονείται λίγα λεπτά μετά την αναχώρησή της.

Η σχέση της Βανέσα και του Κόνορ περνάει τα γνωστά στάδια που βιώνει ένα ζευγάρι: ενθουσιασμός, καλό σεξ, συγκατοίκηση, αρχίζουν όμως οι υποχρεώσεις, η κούραση και η μονοτονία να κερδίζουν όλο και περισσότερο χώρο. Θα μπορούσε να πει κανείς πως «Η τέλεια ζωή» είναι ένα καλό κοινωνικό μυθιστόρημα με την απαραίτητη χρυσόσκονη του ρομάντσου, επειδή όμως η Nuala Ellwood έχει γράψει ένα βιβλίο γεμάτο σασπένς και χιλιάδες ερωτηματικά που οδηγούν σε απανωτές εκπλήξεις, έπιασα τον εαυτό μου να ψάχνει στο κείμενο για δισημίες και υπονοούμενα, για ό,τι τέλος πάντων χρειάζεται που θα με βοηθήσει να ξεδιαλύνω τον γρίφο της δολοφονίας του Τζέφρι Ρίβερς και να κατανοήσω, όσο με αφήνει η συγγραφέας, τον χαρακτήρα της Βανέσα. Η κύρια πλοκή, όπως σημείωσα και πιο πριν, αφορά τη σωματική και ψυχολογική κακοποίηση μιας γυναίκας μέσα από μια παραμορφωτική αφήγηση που με έκανε να ρίχνω το φταίξιμο στη Βανέσα, τα πράγματα όμως φυσικά δεν είναι έτσι, αφού η συγγραφέας επέλεξε τον δικό της τρόπο για να φέρει στο φως την αλήθεια, κάνοντάς με να συνειδητοποιήσω πως τόσο καιρό δε διάβαζα για μια γυναίκα που άρχισε να «τα χάνει» (αν και αυτό βοηθάει να αποκρύπτονται πράγματα από τον αναγνώστη) αλλά για ένα θύμα που γινόταν με έξυπνο τρόπο υποχείριο ενός ανθρώπου που ήθελε να  της κάνει κακό. Θα έφτανε όμως στον φόνο ή η αλήθεια κρύβεται κάπου αλλού;

Η πρωτοπρόσωπη αφήγηση με βοήθησε να κατανοήσω την αλληλουχία των γεγονότων που διαδραματίζονται πότε στο σήμερα και πότε στο χτες, με τη μαθήτρια του 1996 να αναρωτιέμαι διαρκώς ποια είναι και ποιον ρόλο θα έχει στις εξελίξεις. Η κλιμάκωση δημιουργεί τη σωστή ατμόσφαιρα προβληματισμού για το τι πραγματικά συμβαίνει και διάβαζα με κομμένη ανάσα κάθε κεφάλαιο. Σεργιάνισα στο «Σπίτι του Λαβύρινθου των Βάτων» και μπήκα στο μυαλό ενός ανθρώπου που κατάφερε να πετύχει στη ζωή του γιατί εύκολα και ανενδοίαστα υπέκλεψε ανθρώπινες ζωές για να μπολιάσει με αυτές τα κείμενά του που θα γεμίσουν μικρά παιδιά με ευχάριστες αναμνήσεις και θα τους χαρίσουν δύναμη και αυτοπεποίθηση. Αυτό λειτουργούσε ως αντίβαρο γιατί την ίδια στιγμή μια γυναίκα θα χάσει ακριβώς αυτά και θα γίνει υποχείριο ενός κακού ανθρώπου. Ίσως το επιμύθιο της κακοποίησης να αποτελείται από λόγια «παρηγοριάς» και «κουράγιου» που όλοι μας έχουμε ακούσει κι ίσως να μην έχουν τα θύματα τη δύναμη να τα ακολουθήσουν, πρέπει όμως να ξεθάψουν την αυτοπεποίθησή τους εγκαίρως, ώστε να μην πέσουν στον πάτο ενός βαρελιού όπου άλλοι τα έχουν ρίξει, εκμηδενίζοντας έτσι την προσωπικότητά τους. Η δικαίωση που επέρχεται είναι θετικά αποδεκτή κι ας πραγματοποιείται σπάνια στον αληθινό κόσμο (βάσει πάντα του ψυχολογικού πολέμου και των σκληρών δοκιμασιών που περιμένουν την κακοποιημένη γυναίκα όταν και αν προβεί σε μια τέτοια κίνηση).

Δυστυχώς το σασπένς και η έξυπνη ανάμιξη του σήμερα και του χτες, με τις προσεκτικά επιλεγμένες οπτικές γωνίες, δεν ήταν αρκετά για να κρατήσουν τη θετική μου γνώμη όταν έγινε η μεγάλη αποκάλυψη και τελείωσε το βιβλίο. Η εντύπωση που αποκόμισα έμοιαζε με το ότι είναι σα να έχουμε δύο παζλ που φαίνεται να τα έριξε κάποιος τυχαία στο ίδιο κουτί και μένει στον αναγνώστη να ξεδιαλέξει ποιο είναι κομμάτι ποιας ιστορίας. Η βασική αποκάλυψη που βάζει τα πράγματα στη θέση τους μου φάνηκε εντελώς παράταιρη με την καθαυτή ιστορία και μου δημιούργησε αμφιβολίες, όπως επίσης και το κίνητρο της δολοφονίας. Κατ’ εμέ, όλα αυτά είναι αστοχίες, ακριβώς γιατί ξέρω πως η συγγραφέας μπορεί να χειριστεί ένα μυθιστόρημα με τον καλύτερο τρόπο. Επίσης, ίσως επειδή από νωρίς έριξα τις υποψίες μου στην καλύτερη φίλη της Βανέσα, τη Λότι, μου φάνηκε ελαφρώς αμήχανος ο χειρισμός της από τη συγγραφέα όσο πλησιάζαμε στο τέλος, γιατί ήταν τόσο έντονα αρνητικά τα συναισθήματά της στην πορεία της πλοκής που δεν περίμενα αυτό το γλυκανάλατο φινάλε.

«Δεν είναι έγκλημα να θέλεις να είσαι κάποιος άλλος, να θέλεις να ζήσεις τη ζωή ενός άλλου. Είναι όμως έγκλημα να αφαιρείς μια ζωή…» (σελ. 131). Τελικά υπάρχει τέλεια ζωή; Είναι πραγματική ή τη δημιουργούμε στη φαντασία μας; Και γιατί; Το νέο μυθιστόρημα της Nuala Ellwood διαπραγματεύεται σημαντικά προβλήματα της σημερινής εποχής, όπως η κακοποίηση και οι συνέπειες της δημόσιας ανάρτησης των προσωπικών μας στιγμών στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και τα εντάσσει έξυπνα σε μια αστυνομική ιστορία γεμάτη εκπλήξεις και ανατροπές. Οι επιμέρους εξελίξεις πάντως μάλλον τέμνονται βεβιασμένα, κάνοντάς τες να μοιάζουν ακόμη περισσότερο παράλληλες, παρ’ όλ’ αυτά η αγωνία είναι στα ύψη, οι εναλλαγές απανωτές και οι εξελίξεις απρόσμενες.

Πάνος Τουρλής