Η νύχτα της Κασσιανής

της Μαρίας Ρουσάκη

Στο νέο μυθιστόρημα της Μαρίας Ρουσάκη ξεδιπλώνονται οι περιπέτειες του Περικλή Καλαμάνου που γνωρίσαμε στο προηγούμενο βιβλίο, «Μόνο τα μάτια μένουν», ο οποίος έχει διαπρέψει στη Νέα Υόρκη δημιουργώντας μια μεγάλη αλυσίδα ανθοπωλείων. Ο γιος του πάσχει από σύνδρομο Τουρέτ και η ζωή του θα δεθεί άρρηκτα μ’ έναν άντρα από την Πελοπόννησο και μια γυναίκα που τη βίασαν μια νύχτα του 1965 κοντά στο σπίτι της. Πώς θα συναντηθούν αυτοί οι άνθρωποι και τι τους δένει; Τι μυστικά κρύβονται σ’ ένα μακρινό χωριό του Ταϋγέτου; Πώς θα κλείσει ο κύκλος που άνοιξε στο προηγούμενο βιβλίο;

Στο μυθιστόρημα ξεδιπλώνονται οι ιστορίες της Κασσιανής Βατού, του Ρωμανού Παππά και του Τζακ Καλαμάνου μ’ έναν τρόπο που με παρέσυρε. Το ταξίδι ξεκινάει το 1965 και ολοκληρώνεται στις αρχές της δεκαετίας του 1980, γεμάτο συναισθήματα, ανατροπές, αποκαλύψεις και παιχνίδια της μοίρας. Το αισθηματικό βάρος είναι ικανοποιητικό, μιας και ο βιασμός της Κασσιανής κλείνει τη στρόφιγγα της ψυχής της και μόνο ένας άνθρωπος καταφέρνει να τη βοηθήσει να γίνει και πάλι γυναίκα. Παρ’ όλ’ αυτά, η πληγή δε θα κλείσει ποτέ κι ενδόμυχα αποφασίζει να μην παντρευτεί, εφόσον κάθε νέο που συναντά πάντα αναρωτιέται: «Μήπως ήταν αυτός» ; Μεγαλώνει λοιπόν σ’ ένα σπίτι με ψιθύρους σε σκοτεινές γωνίες, «οι τοίχοι εγκλώβιζαν αλήθειες κι έμελλε να μάθει πολλές ακόμη» (σελ. 46). Πράγματι, η Κασσιανή είναι μέλος μιας οικογένειας με περίεργες ισορροπίες και δεσμούς, αντιδράσεις αρχικά αψυχολόγητες που στη συνέχεια αρχίζουν να εξηγούνται σωστά και να δημιουργούν έναν ασφυκτικό κλοιό ψεμάτων. Αυτή η γυναίκα βρίσκει τη δύναμη να αφιερωθεί στον έρωτα, μόνο και μόνο για να έρθουν τα πάνω κάτω στη ζωή της και ν’ αρχίσει να βιώνει κι άλλους μικρούς θανάτους, όπως εκείνος της νύχτας του 1965.

Ο Ρωμανός Παππάς είναι γιος ανθρώπου του βουνού και μιας σιωπηρής μάνας, γεννημένος σε βουνό του Ταΰγετου, στα δεκαέξι του έφυγε από το σπίτι για ένα καλύτερο αύριο στην Αθήνα, δεν καταφέρνει όμως να φύγει από την ταφόπλακα της υπόγειας γκαρσονιέρας του, να κάνει κάτι που θα τον κάνει να νιώσει γεμάτος και πλήρης. Εργάζεται ως γκαρσόνι σε ταβέρνα του Καρέα ώσπου μια αναπάντεχη πρόταση τον βυθίζει ακόμη περισσότερο στη θλίψη.

Κι ερχόμαστε στον Περικλή Καλαμάνο, ιδιοκτήτη αλυσίδας ανθοπωλείων στη Νέα Υόρκη, παντρεμένο με την Αλιάννα, του οποίου ο 13χρονος γιος, Τζακ, με σύνδρομο Τουρέτ, παλεύει με την ασθένεια και ταυτόχρονα με την ευαισθησία της εφηβείας. Λόγω της επιστράτευσης για τον πόλεμο του Βιετνάμ αποφασίζει να κάνει κάτι παρακινδυνευμένο για να το αποφύγει. Κι αυτή η κίνηση θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου, θα φέρει κοντά τους τρεις πρωταγωνιστές και η σχέση αυτή θα κλιμακωθεί επικίνδυνα μέσα από μια σειρά καταιγιστικών γεγονότων.

Το μυθιστόρημα ξεδιπλώνεται κυρίως μέσα από τις οπτικές γωνίες της Κασσιανής, του Ρωμανού και του Τζακ, οι οποίοι εναλλάσσονται στους τίτλους των κεφαλαίων, αν και κατά καιρούς συναντάμε τον Περικλή, την Αλιάννα, τη Θεώνη και άλλους. Μου άρεσε πολύ το παιχνίδι της μοίρας που άλλους τους απομάκρυνε κι άλλους τους έφερνε κοντά, άλλους τους εξαπατούσε κι άλλους ενίσχυε κι ευόδωνε τις αποφάσεις τους. Από την Αθήνα στη Νέα Υόρκη, από το Παρίσι στην Αφροδίσια της Μεσσηνίας κι από κει στο Νιου Τζέρσεϊ, από τα ανθοπωλεία στα ντάινερς, στον τζόγο και στην κοινωνική ζωή της γαλλικής πρωτεύουσας, οι χαρακτήρες, πρωταγωνιστές και δευτεραγωνιστές, αγωνίζονται να προκόψουν, να βελτιωθούν ως άνθρωποι και να υλοποιήσουν τα όνειρά τους. Οι ανατροπές είναι όσες χρειάζεται ένα μυθιστόρημα για να μη χαρακτηριστεί «υπερβολικό», αποφεύγοντας έτσι υποδειγματικά το τυπικό μιας σαπουνόπερας. Κι όσο φτάνουμε στο τέλος, τόσο βγαίνουν στην επιφάνεια μυστικά καλά κρυμμένα στο μεσσηνιακό χώμα αλλά και η πραγματική ταυτότητα του βιαστή, με την οποία έπαιξε πολύ καλά η συγγραφέας.

Στα θετικά του μυθιστορήματος, είναι αναμφισβήτητα η κοινωνιολογική μελέτη της Μαρίας Ρουσάκη πάνω στην ιστορία της Αμερικής κυρίως. Παρ’ όλο που τα ιστορικά γεγονότα δεν ενσωματώνονται στην πλοκή αλλά δίνονται επιγραμματικά και ευσύνοπτα για να κατανοήσουμε περισσότερο το πλαίσιο ως αναγνώστες παρά για να επηρεαστούν οι ζωές των ηρώων, οι αλλαγές στην οικονομία και την κοινωνία της Αμερικής ζωντανεύουν παραστατικά και με συναρπαστικό τρόπο. Η ευμάρεια της δεκαετίας του 1960 δίνει τη θέση της στις ριζικές αλλαγές αυτής του 1970 κι από κει ερχόμαστε στο 1980 που το αμερικανικό όνειρο έχει πλέον αλλάξει, οι ευκαιρίες έχουν χαθεί κι επιβιώνουν μόνο όσοι κατάφεραν να ορθοποδήσουν τα προηγούμενα χρόνια. Εξίσου παραστατικά καταγράφεται η ανάπτυξη της ελληνικής κοινότητας στη Νέα Υόρκη, οι δεσμοί μεταξύ των μελών, η αμέριστη βοήθεια και συμπαράσταση, χωρίς μισαλλοδοξίες και υστεροβουλίες. Η Μαρία Ρουσάκη δείχνει τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές μεταβολές της χώρας και πώς επηρέασαν τις μελλοντικές αποφάσεις των μεταναστών και προσθέτει το πώς επικοινωνούν μεταξύ τους, πώς βοηθάει ο ένας τον άλλον, πώς προοδεύουν, πού μένουν και εργάζονται, ποια η ψυχολογία και η νοοτροπία τους. Ένιωσα σα να ζούσα ανάμεσά τους, σα να υποδέχονταν κι εμένα στον κύκλο τους.

«Η νύχτα της Κασσιανής» είναι ένα μυθιστόρημα γεμάτο εκπλήξεις και δυνατές στιγμές, με διεισδυτική ματιά στο κοινωνικό και οικονομικό υπόβαθρο μιας χώρας και μιας πόλης, με έξυπνες ανατροπές και ένα μετρημένο παιχνίδι της μοίρας. Η ιστορία πιστεύω πως θα μπορούσε να είχε ολοκληρωθεί νωρίτερα από τη σελίδα 392, μιας και οι τελευταίες αποκαλύψεις που απαιτούνταν ώστε να βγουν όλα στο φως έφερε ένα επιπλέον βάρος στο συναισθηματικό φορτίο της πλοκής. Επιπλέον, κάποιες συμπτώσεις ήταν υπερβολικές, η συγγραφέας όμως κατάφερε να τις εντάξει έξυπνα στο βιβλίο ώστε να παίξει με το μυαλό του αναγνώστη χωρίς να τον κοροϊδέψει. «Η νύχτα της Κασσιανής» με ταξίδεψε και με συγκίνησε.

Πάνος Τουρλής