Εκεί ο Θεός κοιμόταν

του Cemil Touran

Ένα υπέροχο, λυρικό, αντιπολεμικό μυθιστόρημα που θα σας συγκλονίσει. Πόλεμος, αδελφοκτονία, αιματοχυσίες, σκοπιμότητες και οφέλη των «μεγάλων», εξολοθρεμός και καταστροφή των «αθώων», πανανθρώπινα και διαχρονικά μηνύματα. Ο Κούρδος συγγραφέας Τζεμίλ Τουράν, σπουδαγμένος σε Άγκυρα και Κωνσταντινούπολη, εντάχθηκε στο κουρδικό κίνημα, κυνηγήθηκε για την αγωνιστική και πολιτική του δραστηριότητα, φυλακίστηκε και βασανίστηκε. Το 1984 πέρασε στην Ελλάδα, όπου ζήτησε πολιτικό άσυλο και αργότερα απέκτησε την ελληνική υπηκοότητα. Τώρα εργάζεται ως δημοσιογράφος για τον ελληνικό και τον κουρδικό Τύπο.

Στο βιβλίο την ιστορία του Ντιβανέ και του Γκερμό την αφηγείται ο Τζεμίλ (ο ίδιος ο συγγραφέας), ένας νεαρός φοιτητής της Οικονομικής Σχολής στην Άγκυρα κατά τη δικτατορία του 1980, ο οποίος στα διαλείμματα από τις σπουδές του και κατά την επιστροφή του στο χωριό του, Μπαγιαζίτ, γνώρισε έναν περιπλανώμενο λιπόσαρκο άντρα που ζούσε τραγουδώντας μοιρολόγια στα χώρια, παντρεμένο με μια πανέμορφη νέα κοπέλα. Ο άντρας αυτός ήταν ο Ντιβανέ, ένας Κούρδος που πολέμησε στην Κορέα την περίοδο 1950-1953 και έζησε από κοντά τη φρίκη και τη ματαιότητα του πολέμου, για να γυρίσει τυφλός και πάμφτωχος σε μια πατρίδα που του αρνήθηκε κάθε σωστή ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και κυρίως μια αξιοπρεπή τιμητική σύνταξη.

Ο Ντιβανέ λοιπόν αφηγείται τις άσχημες και δύσκολες ώρες που έζησε στην Κορέα, τις μάχες, τους θανάτους των συμπολεμιστών του και τα δύσκολα χρόνια της αιχμαλωσίας σε στρατόπεδο συγκέντρωσης στην Κίνα για δύο χρόνια, όπου γνώρισε έναν Τούρκο διερμηνέα, τον Γκερμό. Ο Γκερμό ήταν με το μέρος των Κορεατών, όμως αναπτύχθηκε μια συμπάθεια μεταξύ των δύο αντρών. Παρ? όλ? αυτά ο πόλεμος, η καυχποψία, ο φόβος ότι αν μιλήσεις με αντίπαλο θα θεωρηθεί εσχάτη προδοσία, δεν κατάφεραν να φέρουν ποτέ κοντύτερα τους δυο άντρες. Όταν ο πόλεμος τελείωσε, ο Ντιβανέ επέστρεψε στην Τουρκία και δεν ξανάκουσε για τον Γκερμό. Ο Τζεμίλ, λοιπόν, χρόνια αργότερα, διωγμένος πλέον στην Ελλάδα, αποφασίζει να ψάξει και να βρει τον Γκερμό και ν? ακούσει την άλλη πλευρά της ιστορίας.

Ένα εκπληκτικό κείμενο, λυρικό, στοχαστικό, ωμό και ειλικρινές, όπου ναι μεν υπάρχουν άφθονες σκηνές μαχών και πολέμου, είναι όλες όμως πασπαλισμένες με το άδικο και το μάταιο της κάθε αψιμαχίας, με την αγωνία των μανάδων και των αδελφών πίσω στην πατρίδα και κυρίως με την αδίστακτη εξωτερική πολιτική των κρατών που θέλουν να επεμβαίνουν και να παρεβαίνουν, αδιαφορώντας για τον άμαχο πληθυσμό και για τις ζωές που καταστρέφουν ανελέητα. Ο συγγραφέας μάς παρουσιάζει και δικά του βιογραφικά στοιχεία για να τονίσει τον λόγο για τον οποίο έψαξε για τον Γκερμό και αυτό που με συγκίνησε ήταν που παρουσίασε τον πόλεμο της Κορέας με αφηγητή δύο διαφορετικούς ανθρώπους: τον Κούρδο που μπλέχτηκε στον πόλεμο ενώ έκανε τη στρατιωτική του θητεία και νόμιζε ότι πολεμούσε για την πατρίδα του και τον Τούρκο που γνώρισε τον πολιτισμό και την κουλτούρα της Κορέας, μιας φιλήσυχης χώρας που διχοτομήθηκε όπως ακριβώς το Βερολίνο αμέσως μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου και από τότε μπήκε στο στόχαστρο χωρών που την ήθελαν να παραμείνει διχοτομημένη.

Εκπληκτικό γράψιμο, πολύ όμορφα συναισθήματα, λυρικός λόγος, μια ουδετερότητα στην αφήγηση (απλή παράθεση γεγονότων χωρίς ο συγγραφέας να μεροληπτεί ή να λιθοβολεί δεξιά κι αριστερά τους ενόχους για το κατεστραμμένο μέλλον των χωρών) και τα υπέροχα φιλειρηνικά μηνύματα είναι στοιχεία που θα σας κάνουν ν? αγαπήσετε αυτό το βιβλίο, κιαθώς και να παρακινηθείτε να μάθετε περισσότερα για τον παράλογο πόλεμο της Κορέας (στον οποίο είχαν συμμετάσχει και Έλληνες!).

Χαρακτηριστικά αποσπάσματα:

«Τώρα θα μου πεις γιατί στάλθηκαν οι στρατιώτες μας σ? αυτή τη θυσία. Απλώς, μετά δύο χρόνια από την έναρξη του πολέμου η Τουρκία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ. Ήταν η ανταμοιβή μας από τους Αμερικανούς. Για το ΝΑΤΟ θυσιάσαμε τα παιδιά μας. Χαρά στη συμμαχία» (σελ. 43).

«Έτσι όπως χρησιμοποιείται η έννοια της πλειοψηφίας, η απολυτότητά της πολύ συχνά εμπεριέχει φασισμό. Οι πολλοί γίνονται απαγορευτικοί. Ενώ έχουν τη δύναμη, αφού υπερίσχυσαν οι θέσεις τους, δεν αρκούνται σε αυτό» (σελ. 55)

«Ένας ακόμα πόλεμος χωρις νικητή έφτασε στο τέλος του, και πιστεύω ότι κανείς πόλεμος δεν έχει νικητές» (σελ. 176).

«Δεν ψάχνω για εκδίκηση, γιατί όταν ψάχνεις για εκδίκηση πρέπει να σκάβεις δύο λάκκους, τον έναν για σένα...» (σελ. 186).

«Με περιποιήθηκαν, με φιλοξένησαν κι έφυγα υποσχόμενος να ξαναπάω. Μόνο που κάνει ο χρόνος κάτι ζωηράδες και δεν τα ξαναλέμε ποτέ και ακόμα μια υπόσχεση πάει και κρέμεται στις κρεμάστρες τ? ουρανού, πλάι στις άλλες τόσες. Όταν το φεγγαράκι είναι μικρό σα φρύδι, τότε εκεί στη μια άκρη του που είναι πιο κοντά στη Γη κρεμάω και μια υπόσχεση-επιθυμία , γιατί ελπίζω από ?κει να γλιστρίσει και να πέσει στη Γη και να εκπληρωθεί» (σελ. 231).

Πάνος Τουρλής