Κωνσταντίνος Κανάρης τ' όνομά μου

της Μαρίας Ανδρικοπούλου

Ο Κωνσταντίνος Κανάρης γεννήθηκε στα Ψαρά το 1793 και πέθανε στην Αθήνα το 1877. Από μικρός δούλευε στα καράβια και στην εμπορική ναυτιλία, αποκτώντας πολύτιμες μεταγενέστερα γνώσεις. Τον Ιούνιο του 1822, μετά τη σφαγή της Χίου από τον στόλο του ναυάρχου Καρά Αλή, ο Κανάρης και ο Αντρέας Πιπίνος πυρπόλησαν την τουρκική ναυαρχίδα σκορπώντας τον θάνατο και παίρνοντας εκδίκηση για τον θάνατο των συμπατριωτών τους. Συνέχισε με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα τον αγώνα, κάνοντας νέα κατορθώματα και τελικά, κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Ιωάννη Καποδίστρια, του δόθηκαν σημαντικά αξιώματα. Η δολοφονία του κυβερνήτη και οι επάλληλοι εμφύλιοι σπαραγμοί τον οδήγησαν στην απομάκρυνση από την ενεργό ζωή ώσπου ο βασιλιάς Όθων τον διόρισε ναύαρχο και μετά την Επανάσταση του 1843 υπουργό Ναυτικών ενώ ο ακόλουθος έντονος πολιτικός του βίος τον οδήγησε στη θέση του πρωθυπουργού για τουλάχιστον πέντε φορές.

Η Μαρία Ανδρικοπούλου, που γεννήθηκε στην Κυψέλη, το μέρος που διάλεξε για να χτίσει την εξοχική του κατοικία ο πυρπολητής μας, έγραψε μια αλλιώτικη μυθιστορηματική βιογραφία, χωρίς πολλές εγκυκλοπαιδικές φιοριτούρες, ένα κείμενο-κατάθεση ψυχής. Σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση και μέσα σε μόλις σαράντα περίπου σελίδες γεμάτες διαρκή πρωθύστερα περνάει όλη η ζωή του εθνικού αυτού ήρωα, με τις ανδραγαθίες και τα κατορθώματά του μα και η πολιτική του ζωή, αλλά και οι περιπέτειες του ανδριάντα του στην πλατεία της Κυψέλης. Στήνεται από την αρχή το σπίτι του που τελικά κατεδαφίστηκε το 1967 και οι σημαντικοί επισκέπτες του: «Αναλογίσου πόσες φορές στάθηκα εκεί να παίρνω αέρα όταν δεν μπορούσα να ανασάνω από τις στενοχώριες που μου δίναν οι αλληλοφαγωμοί, γεμάτη η πολιτική από δαύτους» (σελ. 17). Ο ίδιος ο Κανάρης μιλάει με ειλικρίνεια για τα γεγονότα στα οποία πρωταγωνίστησε και παρουσιάζει ακριβοδίκαια τον χαρακτήρα του, παρατηρεί, σχολιάζει, θυμάται, μετανιώνει. Πώς αγωνίστηκε, πώς πάλεψε, πώς πίστευε στον Καποδίστρια μα και γιατί συνέτρεξε στα κοινά επί Όθωνα κι ας μην τον ήθελε, τι αγαλλίαση ένιωσε όταν γίναμε ελεύθερο κράτος χάρη και σ’ εκείνον, αλλά και πόση πίκρα και προδοσία ένιωσε για τις εμφύλιες διαμάχες και την ελληνική φαγωμάρα, φτάνοντας σε σημείο να μην ακούγεται η έμπειρη γνώμη του σε κρίσιμες στιγμές: «Το ‘δα κι αυτό, οι σαλονάτοι να περιφρονούν τους μπαρουτοκαπνισμένους» (σελ. 41).

Πάλλεται από ζωή και συγκίνηση το μυθιστόρημα της Μαρίας Ανδρικοπούλου και με ταξίδεψε στα δύσκολα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης, μου γνώρισε άνδρες γενναίους μα και προδότες, δόξα και λησμονιά, τύχη και αχαριστία. Αποσπάσματα από Βίκτωρα Ουγκό, Διονύσιο Σολομό, Κώστα Καρυωτάκη και άλλους φωτίζουν την προσωπικότητα του ναυάρχου ενώ η περίφημη στιγμή της ανατίναξης των τουρκικών πλοίων αποδίδεται άκρως ρεαλιστικά και μελετημένα. Με σεβασμό απέναντι στις πηγές και ευθύνη για τα παιδιά από 9 ετών και πάνω στα οποία απευθύνεται, η συγγραφέας έγραψε ένα διαμαντάκι που αξίζει να διαβαστεί και να ανοίξει τον δρόμο για άλλες, νέες βιογραφίες ηρώων του 1821. Τα ποιήματα για τα οποία αποτέλεσε έμπνευση ο Κανάρης και μια συνοπτική βιβλιογραφία είναι το ιδανικό συμπλήρωμα για το μυθιστόρημα αυτό.

ΠάνοςΤουρλής