Για πρώτη φορά, ύστερα από 110 χρόνια, τα χαμένα τραγούδια του Αττίκ από την παρισινή του περίοδο σε ένα βιβλίο-cd από τη Μικρή Άρκτο.
Το 1907, ο Αττίκ φτάνει στο Παρίσι για να σπουδάσει πολιτικές επιστήμες. Εγκαταλείπει, όμως, τις σπουδές του για να γραφτεί στο Κονσερβατόριο όπου γίνεται δεκτός από τον Gabriel Faure.
Σχεδόν αμέσως θα εργαστεί ως πιανίστας στα cafe-concert της πόλης, θα μελοποιήσει ποίηση και θα συνθέσει τραγούδια, μουσική δωματίου και lied. Θα παίξει στα πιο μεγάλα θέατρα του Παρισιού και θα μοιραστεί τη σκηνή με την Colette, τον Maurice Chevalier, θα δώσει τραγούδια στους δημοφιλέστερους γάλλους ερμηνευτές, ενώ θα υπογράψει πολύχρονο συμβόλαιο με τον μεγαλύτερο εκδοτικό οίκο της εποχής.
Είναι η τελευταία περίοδος της ξέγνοιαστης Belle Epoque στο Παρίσι του Picasso, του Marcel Proust και του Jean Cocteau και για τον νεαρό Attic, η αρχή μιας μεγάλης καριέρας, με πολλές επιτυχίες και τριακόσια περίπου τραγούδια.
Ο Γιώργης Χριστοδούλου το φθινόπωρο του 2013 βρήκε στο Παρίσι την πρώτη παρτιτούρα και ξεκίνησε την έρευνα για να συγκεντρώσει το μεγαλύτερο μέρος από το διάσπαρτο αυτό υλικό το οποίο όλοι έως τώρα, θεωρούσαν χαμένο. Η διαδρομή που πέρασε μέσα από αρχεία, βιβλιοθήκες, συλλέκτες και εκδοτικούς οίκους, κατέληξε στη δημιουργία ενός βιβλίου-cd με τίτλο "Ο Αττίκ στο Παρίσι".
Το πρώτο τραγούδι που έγραψε ο σπουδαίος τραγουδοποιός, τραγούδια του καμπαρέ με σκαμπρόζικους στίχους, μελωδικά βαλς και μπολερό, μελοποιημένη ποίηση και μία σύνθεση για πιάνο, ηχογραφούνται σε πρώτη εκτέλεση ύστερα από έναν αιώνα.
Η αναλλοίωτη φρεσκάδα αυτών των μελωδιών, το μοναδικό αναγνωρίσιμο στυλ του Αττίκ και η ευρηματικότητα στις αρμονίες και τις μελωδικές γραμμές του, αποδεικνύουν από την πρώτη κιόλας ακρόαση την σπουδαιότητα αυτών των τραγουδιών.
Ο Γιώργης Χριστοδούλου, με τη ζεστή φωνή του, τραγουδώντας στα γαλλικά, ισπανικά, ελληνικά, αναδεικνύει όλη τη χρωματική γκάμα των συνθέσεων. Συνοδοιπόροι του, ο ταλαντούχος πιανίστας Χάρης Σταυρακάκης και τρεις ακόμα εξαιρετικοί μουσικοί, ο Κώστας Σηφάκης στο κοντραμπάσο, ο Νίκος Παπαβρανούσης στα τύμπανα και ο καταλανός κλαρινετίστας Juli Aymi.
Γιώργης Χριστοδούλου (Ερμηνευτής)
Αττίκ (Συνθέτης)
Ο Αττίκ (πραγματικό όνομα: Κλέων Τριανταφύλλου, 19 Μαρτίου 1885 - 29 Αυγούστου 1944) ήταν Έλληνας συνθέτης, στιχουργός και ερμηνευτής των τραγουδιών του. Υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους εκφραστές του ελληνικού ελαφρού τραγουδιού στις αρχές του 20ού αιώνα. Γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος της Εριθέλγης Ραπτάκη. Από την μητέρα του ήταν εγγονός του Δημητρίου Ραπτάκη, ιατρού και βουλευτή Κυθήρων στην Ιόνιο Βουλή, και της Κλεπάτρας Κορωναίου, αδελφής του στρατιωτικού Πάνου Κορωναίου. Μεγάλωσε στην Αίγυπτο, όπου παρακολούθησε μαθήματα μουσικής. Το 1907 φτάνει στο Παρίσι, για να σπουδάσει πολιτικές και οικονομικές επιστήμες ως συνέχεια των σπουδών του στη Νομική σχολή Αθηνών όμως αποφασίζει να τις εγκαταλείψει γρήγορα για να γραφτεί στο Conservatoire de Paris, όπου θα έχει καθηγητές τον Gabriel Faure, τον Camille Saint-Saens και τον Emile Pessard. Στο Παρίσι θα εκδώσει περίπου 300 συνθέσεις, τραγούδια, μουσική για πιάνο, για οπερέτα, για μπαλέτο κ.α. και θα γίνει ιδιαίτερα γνωστός. Συνεργάστηκε ως ηθοποιός με διάφορους θιάσους και συμμετείχε σε περιοδείες σε διάφορες χώρες ως το 1930, οπότε εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και δημιούργησε την περίφημη "Μάντρα του Αττίκ". Λίγο πριν από τον θάνατό του πρωταγωνίστησε στην ταινία Χειροκροτήματα του Γιώργου Τζαβέλλα που είχε κάποια σχεδόν αυτοβιογραφικά στοιχεία. Στην ταινία αυτή ο Αττίκ, κουρασμένος από τις κακουχίες της κατοχής και υπερβολικά μελοδραματικός, σε λίγα θύμιζε τη γεμάτη δυναμισμό και ευφυΐα προσωπικότητα του δημιουργού της "Μάντρας".[3] Τραγούδια του συνθέτη στην ταινία απέδωσε η ηθοποιός Ζινέτ Λακάζ. Λίγους μήνες μετά αυτοκτόνησε παίρνοντας υπερβολική δόση υπνωτικών χαπιών. Ένα επεισόδιο με ένα Γερμανό στρατιώτη που τον χτύπησε καθώς οδηγούσε το ποδήλατό του, φαίνεται πως στάθηκε όχι η αιτία αλλά η αφορμή μάλλον για μια προαναγγελθείσα αυτοκτονία, αποτέλεσμα κατάθλιψης στην οποία είχε περιπέσει.