Μορφές του Κραμποβού
zoom in

Από τις αρχές του προηγούμενου αιώνα στο ωραίο αυτό χωριό με την πανοραμική θέα, που με τις μετονομασίες που έγιναν το 1929 μετονομάστηκε σε Καστανοχώρι, ζούσαν πάνω από 700 ψυχές. Κάθε μέρα μια μικρή κυψέλη, πάνω από 50 σχολιαρόπαιδα βομβούσαν στους δρόμους του.( Τα κορίτσια τότε δεν πήγαιναν σχολείο).
Μ` έναν λόγο το χωριό έσφυζε από ζωή.
Ήταν το κέντρο και ο προμηθευτής για όλα τα γύρω χωριά, ακόμα και της Ολυμπίας, αφού τότε ο Αλφειός ποταμός το χειμώνα ήταν αδιαπέραστος.
Τα χωρικά του όρια ήταν πολύ εκτεταμένα, όμως τα εδάφη του, στο μεγαλύτερο μέρος τους άγονα. Δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν το ψωμί σε όλους τους κατοίκους. Γι` αυτό, το σύνολο σχεδόν των αντρών που ήσαν σε θέση να δουλέψουν, ξενιτεύονταν μπαλωματήδες σε τόπους μακρινούς και γύριζαν πάντα να βοηθήσουν στις εποχές της σποράς και του θερισμού.
Ωστόσο δεν είναι λίγα τα παραδείγματα εκείνων που κατάφεραν να ξεπεράσουν τις μεγάλες δυσκολίες και τα εμπόδια και να διαπρέψουν σ` όλους τους χώρους της κοινωνικής ζωής. Στην τέχνη, στην επιστήμη, στο εμπόριο. Ανάμεσά τους ο Νίκος Κοτσελόπουλος, ο Σταύρος Ηλιόπουλος, ο Κυριάκος Σιμόπουλος και ο Ηλίας Σιμόπουλος.
Βέβαια, στο διάστημα της Γερμανικής κατοχής, όλοι οι κάτοικοι οργανώθηκαν και πήραν ενεργό μέρος στην εθνική αντίσταση. Όμως μετά την ειρήνη, ο εμφύλιος πόλεμος χώρισε τους Έλληνες σε δύο φανατισμένα και αλληλομισούμενα στρατόπεδα. Το ίδιο έγινε και εδώ. Πολλοί νέοι που είχαν πάρει μέρος στην αντίσταση κατηγορήθηκαν, κυνηγήθηκαν, φυλακίστηκαν, πέρασαν από στρατοδικεία. Ένας εκτελέστηκε.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, οι σεισμοί των ετών 1965 - 1966 ήρθαν να ολοκληρώσουν την καταστροφή.
Οι λίγοι κάτοικοι που είχαν μείνει το 1966 μετακινήθηκαν στη Μεγαλόπολη, σε μικρά σπίτια που τους παραχώρησε το κράτος. Για να πραγματοποιηθεί όμως αυτό, έπρεπε πρώτα να κηρυχθεί ολισθήσιμο το έδαφος του χωριού μετά τους καταστροφικούς σεισμούς του 1965 - 1966. Για να το επιτύχουν όμως αυτό εκείνα τα χρόνια της αναταραχής, οι εναπομείναντες κάτοικοι, με την συνδρομή του στρατού, κατεδάφισαν τα μισογκρεμισμένα σπίτια με τις μπουλντόζες. Όλοι οι αντιφρονούντες κρύφτηκαν και έτσι παραμείνανε στο χωριό 10-15 ζευγάρια γέρων, φρουροί του περασμένου μεγαλείου του. Σήμερα βέβαια, ύστερα από τόσα χρόνια, παρά την μετακίνηση των κατοίκων του στην Μεγαλόπολη, εξακολουθεί, όχι μόνο να υπάρχει, αλλά τα καλοκαίρια να πλημμυρίζει από επισκέπτες και να σφύζει από ζωή.
Σημαντική συμβολή σ` αυτό προσέφερε και ο Σύλλογος Καστανοχωριτών της Αθήνας που ιδρύθηκε το 1926, και είναι ο πρώτος εθνοτοπικός σύλλογος της περιοχής. Η συνεχής, επί 85 χρόνια, δράση του, βοήθησε αποφασιστικά στην αναμόρφωση του χωριού και την μετατροπή του σε περιζήτητο τουριστικό κέντρο της περιοχής. Η μετατροπή του παλιού σχολείου σε ξενώνα, η διαμόρφωση του γύρω χώρου, η πλακόστρωση των δρόμων, της πλατείας και του χώρου της εκκλησίας είναι λίγα από τα έργα του. Και η δράση του συνεχίζεται άοκνη πάντα, γιατί οι Καστανοχωρίτες αγαπούν το χωριό τους και θέλουν, χάρη στα πλεονεκτήματά του να το καταστήσουν πρότυπο θέρετρο της περιοχής.


[Απόσπασμα από κείμενο παρουσίασης εκδότη ή έκδοσης]

Ηλίας Σιμόπουλος (Συγγραφέας)

Ο ποιητής Ηλίας Σιμόπουλος είχε μια εβδομηντακονταετή συνεχή παρουσία στα Ελληνικά Γράμματα. Γεννήθηκε στις 23 Νοεμβρίου 1913 στον Κραμποβό (σήμερα Καστανοχώρι) Αρκαδίας. Τελείωσε την Νομική Σχολή, και το Γαλλικό Ινστιτούτο. Μιλούσε Γαλλικά, Αγγλικά και Ρώσικα. Από μαθητής στο γυμνάσιο είχε αρχίσει να γράφει ποιήματα και κείμενά του δημοσιεύονταν στη "Διάπλαση των Παίδων", την "Παιδική Χαρά" και άλλα έντυπα. Στο διάστημα 1934 - 1936 ήταν Γραμματέας της Καλλιτεχνικής Επιτροπής στην "Ενωτική Συνομοσπονδία των Εργατών Ελλάδας" και σκηνοθέτης στο Εργατικό της Θέατρο. Το 1946 κυκλοφόρησε η πρώτη του ποιητική συλλογή. Μεσολάβησε ο Εμφύλιος Πόλεμος. Με το τέλος του, κυκλοφόρησε το 3ο ποιητικό έργο του και έγινε μέλος του Συνδέσμου Ελλήνων Λογοτεχνών το 1959, και της Εταιρείας Ελλήνων Λογοτεχνών το 1960. Διετέλεσε Πρόεδρος επί σειρά ετών και στα δυο Λογοτεχνικά Σωματεία. Είχε δώσει σειρά διαλέξεων στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, είχε δημοσιεύσει πλήθος μελετήματα σ΄ ελληνικά και ξένα περιοδικά. Είχε πάρει μέρος και σε πολλά διεθνή συνέδρια. Βιβλία του μεταφράστηκαν και κυκλοφόρησαν σε Γαλλία, Ιταλία, Βουλγαρία, Τσεχοσλοβακία, Σουηδία, και ποιήματά του περιέχονται και σε πολλές ξένες ανθολογίες. Πολλά από τα έργα του έχουν μελοποιηθεί από Έλληνες και ξένους συνθέτες. Το 2011 η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών τον πρότεινε για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Έφυγε από τη ζωή, πλήρης ημερών, στις 31 Αυγούστου 2015.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Ιωάννης Ασημακόπουλος (Συγγραφέας)

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στο χωριό Ίσιωμα Καρυών Μεγαλοπόλεως το 1956, όπου και τελείωσε το δημοτικό. Φοίτησε και ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο εξατάξιο Γυμνάσιο Μεγαλόπολης. Το 1974 εισήχθη στη Δημόσια Σχολή Εμπορικού Ναυτικού Ασπροπύργου στο τμήμα Ασυρματιστών απ΄ όπου απεφοίτησε δόκιμος ασυρματιστής του Εμπορικού Ναυτικού και ταξίδεψε με εμπορικά καράβια για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. Ολοκληρώνοντας τη στρατιωτική του θητεία στον Έβρο, προσλήφθηκε στη ΔΕΗ όπου εργάζεται ως Τεχνικός επί 37 χρόνια περίπου. Οραματιζόμενος ένα καλύτερο κόσμο, στρατεύτηκε στην πολιτική στο χώρο της Αριστεράς. Έχοντας όμως "ιδεολογικά προβλήματα", όπως του καταλόγισαν οι σύντροφοί του στο κόμμα, τον διέγραψαν μετά από λίγα χρόνια. Απογοητευμένος, χωρίς όμως να το βάλλει κάτω, αποφάσισε να προσφέρει στον τόπο του και στους συμπατριώτες του μέσα από τους πατριωτικούς συλλόγους των Αθηνών. Έτσι επί δύο θητείες διατέλεσε πρόεδρος στην "Ένωση των Πατριωτικών Σωματείων Λυκόσουρας" Αρκαδίας, αλλά και επί σειρά ετών στο σύλλογο του χωριού του σε διάφορες θέσεις του ΔΣ. Από εκεί δειλά πέρασε στο χώρο της τοπικής δημοσιογραφία εκδίδοντας με την αρωγή και τη συνδρομή του Συλλόγου Ισωματαίων, το λαογραφικό περιοδικό "Οι ρίζες μας" που έγινε δεκτό με ενθουσιασμό από τους κύκλους των συμπατριωτών του. Κλείνοντας τον κύκλο του στους πατριωτικούς συλλόγους, με οδηγό τον αξέχαστο Άγγελο Ηλιόπουλο, ιδρυτή και εκδότη της εφημερίδας "Νέα της Μεγαλοπόλεως", πέρασε ενεργά στην τοπική δημοσιογραφία. Επί εικοσιπέντε και πλέον χρόνια με όπλο την πένα του στέκεται μαχητικός και ακούραστος εργάτης της ενημέρωσης στις επάλξεις της τοπικής δημοσιογραφίας, είτε μέσα από τις σελίδες της εφημερίδας "Νέα της Μεγαλοπόλεως" είτε από τη φιλόξενη συχνότητα του ραδιοφώνου "Μεγαλόπολη fm", ενώ παράλληλα, έγραφε άρθρα, αναλύσεις, χρονογραφήματα και διηγήματα για διάφορα περιοδικά. Λάτρης της λαϊκής παράδοσης, έγραψε δύο βιβλία λαογραφίας, "αναζητώντας τις ρίζες μας" 1995 και "Λαογραφικά Πελοποννήσου" 2013. Συμμετείχε στη συγγραφή του βιβλίου "Τα μυστικά και τα μυστήρια του Λυκαίου όρους" που εξέδωσε η εφημερίδα "Νέα της Μεγαλοπόλεως", και στο βιβλίο "Μορφές του Κραμποβού" με τον αγαπημένο ποιητή Ηλία Σιμόπουλο από τις Αρκαδικές εκδόσεις Επιλογή. Τέλος επιμελήθηκε τρεις ποιητικές συλλογές του μεγάλου μας ποιητή Ηλία Σιμόπουλου από τις Αρκαδικές εκδόσεις Επιλογή.
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Τόπος Έκδοσης:
Μεγαλόπολη
Τόμος:
1
Δέσιμο:
Χαρτόδετο
Σελίδες:
70
Διαστάσεις:
21x14
Βάρος:
0.118 κιλά

Αξιολογήσεις

Γράψε μια αξιολόγηση