Σάββατον, 1 Ιουνίου: Συνεχίζομεν το από του παρελθόντος Σεπτεμβρίου του 1912 κρατούμενον ημερολόγιον υπό του γραμματέως ημών κ. Αθαν. Οικονομίδου, κατ` εντολήν ημών, ήτοι από των παραμονών της κηρύξεως του Βαλκανοτουρκικού πολέμου. Από σήμερον ημείς οι ίδιοι θα γράφωμεν συν Θεώ τα καθ` εκάστην ημέραν και ώραν λεγόμενα και πραττόμενα εν τη υπό των Βουλγάρων από της 23 Οκτωβρίου 1912 ημέρας Τρίτης κατεχόμενη και πολυπαθεί γενομένη ελληνική πόλει ημών Δράμα.
Σήμερον διεδόθη, ότι ο Σεφκέτ πασάς, πρωθυπουργός της Τουρκίας, εδολοφονήθη. Λέγομεν διεδόθη, διότι από των μέσων Απριλίου στερούμεθα οι εν Δράμα πάσης συγκοινωνίας ταχυδρομικής και τηλεγραφικής μετά του έξω κόσμου. Μόνον εκ των πέριξ Κοινοτήτων και χωρίων έρχονται ενίοτε Χριστιανοί και Μουσουλμάνοι εις την αγοράν της Δράμας, αλλά και εκείνοι μετά φόβου και τρόμου. Έκτοτε η κατάστασις καθ` εκάστην γίνεται χειροτέρα. Δια της πόλεως ημών εξακολουθούσι διηνεκώς από πέντε ήδη ημερών να διέρχωνται Βουλγαρικά στρατεύματα, μεταβαίνοντα σιδηροδρομικώς μεν άχρι Δεμίρ Ισσαρίου, πεζή δε δια Δράμας εις Νευροκόπιον. Η ενδυμασία των πλείστων στρατιωτών, απάντων εκ Τσατάλτζας, Αδριανουπόλεως, και Μπουλαΐρ ερχομένων, είνε ακόμη χειμερινή, μεθ` όλον τον επικρατούντα πολύν καύσωνα, η δε τροφή αυτών μόνον άρτος, ως λέγεται. Ευτυχώς ολίγιστον σταθμεύουσι και μάλιστα εκτός της Δράμας. Οι κήποι μόνον και αι εν τοις προαστείοις οικίαι καθ` εκάστην ημέραν και νύκτα κλέπτονται, μεθ` όλας τας σχετικάς διαμαρτυρίας ημών εις τον στρατιωτικόν Διοικητήν.
Οι διερχόμενοι σήμερον Βούλγαροι στρατιώται ήσαν ηρεθισμένοι μάλλον κατά των Σέρβων παρά καθ` ημών, ενώ έως σήμερον όλοι εξεφράζοντο δριμύτατα καθ` ημών των Ελλήνων και ηπείλουν τα έσχατα πάντας ημάς. Εκ των σήμερον διελθόντων στρατιωτών ικανοί ελιποτάκτησαν, κατηγορούσι δε τους Βουλγάρους αξιωματικούς των, ως κερδαλεόφρονας και ότι λαμβάνουσι δι` εαυτούς τα των στρατιωτών λάφυρα επί διαφόροις προφάσεσι. Σήμερον εις τας 11,15` π.μ. ακριβώς εγένετο σεισμός ισχυρός εξ ανατολών προς δυσμάς διαρκείας 40 δευτερολέπτων.