Ο ύπνος των χιλίων ημερών

της Νικόλ - Άννα Μανιάτη

Κοντεύω τρία χρόνια που άρχισα να διαβάζω πιο συστηματικά βιβλία λογοτεχνίας και όλη αυτή τη διαδικασία την κάνω για να προλαβαίνω δυνητικούς αγοραστές τι να αποφύγουν, τι να διαβάσουν, τι να ξεφυλλίσουν. Έχω συναντήσει διαμαντάκια, έχω συναντήσει εκτρώματα, έχω συναντήσει πολλά. Και όταν γράφω αρνητικά για ένα βιβλίο δε σημαίνει ότι κάποιος άλλος δε θα το αγαπήσει, ούτε κι αν \"εκθειάζω\" ένα βιβλίο θα το λατρέψουν όλοι. Beauty is in the eye of the beholder όπως λένε και οι ξένοι. Ακριβώς όμως αυτός ο όγκος των βιβλίων που περνά από τα χέρια μου (και τα μάτια μου) αρχίζει να εγείρει κάποιες απαιτήσεις από μένα κι ένα βιβλίο που για μένα είναι το νιοστό μου και για κάποιον άλλον το πρώτο του ή το δέκατό του ίσως να τον συντροφέψει περισσότερο ή καλύτερα.

Αυτά δεν τα γράφω ως επεξήγηση ή δικαιολόγηση. Άλλωστε όλες μου οι παρουσιάσεις είναι διαθέσιμες για όποιον θέλει να τις διαβάσει και να καταλάβει τον τρόπο σκέψης μου που διαμορφώθηκε με το πέρασμα του χρόνου και των βιβλίων. Στο συγκεκριμένο βιβλίο ομολογώ ότι μου γεννήθηκαν συναισθήματα πρωτόγνωρα κι ας μην είναι καλογραμμένο. Ο τρόπος γραφής είναι πολύ απλός (σχεδόν απλουστευτικός), ό,τι συμβαίνει στους ήρωες πρέπει με το ζόρι να δικαιολογηθεί (π. χ. το ερωτικό παρελθόν της Μαρίνας ή το εργασιακό παρελθόν του Σπύρου κλπ.) και μάλιστα από την αρχή του βιβλίου, μονοδιάστατα, δεν εντάσσεται δηλαδή τμηματικά στη ροή του κειμένου, να υπάρξει κάποια αλλαγή, κάποια ανατροπή, κάτι.

Το βιβλίο ομολογώ ότι το ξεφύλισσα, το διάβασα στα πεταχτά και δυστυχώς με αυτόν τον τρόπο παρακολουθείται εξίσου άνετα με το αν το διαβάζατε κανονικά. Παρέλειψα μακροσκελείς συζητήσεις, εκτενείς τρόπους σκέψης, περιγραφές που δε χρειάζονται και βαραίνουν την εξέλιξη του μύθου κλπ. Πολλές σελίδες, πολλές λέξεις και σύντομα το ενδιαφέρον χάνεται. Έτσι, δε θα ασχολιόμουν καν με το βιβλίο αν δε μου γεννούσε τα συναισθήματα που ανέφερα ανωτέρω.

Παρ\' όλο που η συγγραφέας φαντάζομαι ότι έχει τη δυνατότητα να καθηλώσει τον αναγνώστη κι όχι απλά να τον κρατήσει (άλλωστε τα Κομμένα λουλούδια είναι ένα βιβλίο που μου τράβηξε την προσοχή κι ελπίζω να το διαβάσω κάποια στιγμή) η αφηγηματική της δυναμική και το γενικότερο υφολογικό της δεν τη βοηθάει. Θα κρατήσω δύο θετικά στοιχεία: η πλοκή δε μένει μόνο στην ερωτική ιστορία που εξυφαίνεται διακριτικά μεταξύ του Σπύρου και της Μαρίνας αλλά μπλέκεται κι ένας άλλος παράγοντας: η τρέλα της Ιωάννας, που μες στον παραλογισμό της αντιμετωπίζει το παιδί της Καίτης και του Σπύρου ως δικό της και φτάνει στο σημείο να το απαγάγει (τα βαθύτερα αίτια αυτής της κίνησης, αν και παρατραβηγμένα και από την αρχή προβλέψιμα, μπορείτε να τα διαβάσετε στο βιβλίο). Η αγωνία της μάνας, η αναστάτωση που φέρνει η απαγωγή του παιδιού σε μια οικογένεια, το τέλεια στημένο σχέδιο της απαγωγής και η λύση του δράματος ήταν πράγματα που δεν έχω συναντήσει προσώρας σε ελληνική λογοτεχνία και ομολογώ ότι μου έκαναν αίσθηση. Συμπάθησα την Καίτη, ήμουν δίπλα της στην αγωνία της, ασχολήθηκα περισσότερο μαζί της. Για φανταστείτε αυτά τα αισθήματα να προκαλούνται από έναν τελείως διαφορετικό τρόπο γραφής από αυτόν που διάλεξε η συγγραφέας!

Σε γενικές γραμμές έχουμε ένα κείμενο που ρέει, με πλατείς διαλόγους και διεξοδικές αναλύσεις, όμως θα επιμείνω ότι γεννάει ωραία συναισθήματα και ίσως βρει φανατικούς αναγνώστες.

Πάνος Τουρλής