Μεθυσμένα καράβια

της Βικτωρίας Γ. Αγγελοπούλου

qzaqcixyrd51af84f93de89

Έγραψαν για το βιβλίο:

Η Βικτωρία Αγγελοπούλου, δέκα χρόνια μετά το «Συγγνώμη που σου είπα ψέμματα» (Λιβάνης 2003) αναζητάει πλέον την αλήθεια αρμενίζοντας με «Μεθυσμένα καράβια» (Το Δόντι, Πάτρα 2013). Και η αναζήτησή της επιχειρείται από τη συγγραφέα - μια πιανίστρια που σταθερή πυξίδα της έχει μόνο το Πνεύμα των μουσικών ταξιδιών - όχι στην ασφάλεια της στεριάς και των απατηλών φαινομένων, της βιτρίνας του πολιτισμού και της επιστήμης, αλλά στην επικινδυνότητα της ταραγμένης θάλασσας, στην απεραντοσύνη του πελάγους και στον άγνωστο «κόσμο» της άνυδρης ερήμου, όπου φυσάνε άνεμοι θεϊκοί. Ταξίδια, μακριά από τις συντεταγμένες της πραγματικότητας των αισθήσεων σε καράβια εμποτισμένα από το ιερό μέθυ της Φαντασίας. Δύσκολο να γίνεις αναγνώστης-ναύτης σε τέτοιο καράβι αλλά θα 'ρθει μια ώρα που θα πρέπει το «μεγάλο Ναι ή το μεγάλο Όχι, να πεις ...» και σαν φτάσεις στην όποια Ιθάκη σου να ξανοιχτείς πάλι στο πέλαγος.

Και βοηθάει αναμφισβήτητα σ' αυτό το ταξίδι η Β.Α. γιατί σταθμεύει στην πόλη που πρέπει «σαν έτοιμος από καιρό» νάχεις και το θάρρος κάποτε να αποχαιρετήσεις: την Αλεξάνδρεια. την Αλεξάνδρεια της Ζωής και του Σύμπαντος Κόσμου. εκεί που σμίγει ο χρόνος με τους καιρούς, η μαγεία του αγνώστου με το θαύμα της επιστήμης, οι άνεμοι της ενέργειας με τη μακαριότητα της αναμονής, οι πολιτισμοί με τον άνθρωπο. Εκεί ακριβώς η συγγραφέας ιχνηλατεί το πανάρχαιο βασανιστικό υπαρξιακό ερώτημα «ποιος στ' αλήθεια είμαι»; «Ποια είναι η ταυτότητα του προσώπου μου»; «Τι κρύβεται πίσω από την φανταχτερή απεικόνισή μου στο «Φαγιούμ»; Είναι βέβαια το ερώτημα που στη λογοτεχνία αθώα έψαχνε ο Τηλέμαχος στην Ομηρική Οδύσσεια και ανέδειξε ως συγκλονιστικά τραγικό ο Σοφοκλής στον Οιδίποδα Τύραννο.

Εκεί, στην Αλεξάνδρεια, αρχίζει με αενάως εφηβικές απορίες η Β. Αγγελοπούλου, βαθειές τομές στο χρόνο, ή καλύτερα στις όψεις του χρόνου, που της δίνουν τη δυνατότητα να δέχεται εκλάμψεις από φωνές με φως του παρελθόντος για να πλέξει όχι το μύθο της - αυτός είναι το φαινόμενο - αλλά το ψηφιδωτό του εαυτού της, του μεγάλου αγνώστου, κι αυτό είναι το ουσιώδες. Αναδρομές, σε χρόνους, ανασκαφές σε τόπους, συντροφιά μ' ανθρώπους είναι το φαινόμενο. Γιατί κι αν τριγυρίζει στις αγορές με τις χαμηλές σκεπές ή στα παζάρια με τους καφενέδες και τα μαγαζιά με τα ερωτικά φίλτρα και τ' αρώματα, κι αν βλέπει τους κοσμοπολίτες των σαλονιών σε κάθε μεγαλούπολη που ταξιδεύει, προσπερνάει νιώθοντας ότι οι ανθρώπινες όψεις - προσωπεία είναι οξειδωμένα Φαγιούμ. και καταφεύγει βουβή κι εκστατική στην πύρινη φλόγα του Σιμούν, του φοβερού ανέμου της ερήμου στη Σίβα. Κι είναι τούτο ΒΙΒΛΙΚΗ αναζήτηση της Πνοής του Θεού. Εκεί στον παρερμηνευμένο από τους αστρονόμους και τους φαουστικούς μάγους της επιστημοσύνης επουράνιο χώρο ψάχνει την πραγματική της ταυτότητα.

Νιώθει ότι τα πεπερασμένα όρια της λογικής είναι «κερσέφ», μείγμα από χώμα κι ορυκτό αλάτι που γκρεμίζεται στον κατακλυσμό της ουράνιας πνοής. Κι αυτό γιατί αντιλαμβάνεται τον άνθρωπο - όπως στο μύθο του λωτού - όχι μόνο ριζωμένο στη λάσπη της γης αλλά με φτερά ψυχής να πετάει πλάι στ' αστέρια του σύμπαντος. Τον θέλει όχι απλό τουρίστα της Ζωής ή απλό φωτογράφο της Φύσης και της Ιστορίας αλλά κοινωνό του Σύμπαντος, ακούραστο οδοιπόρο που απεγνωσμένα ζητάει απαντήσεις σε πανανθρώπινα και προαιώνια ερωτηματικά. που διακατέχεται από την Πλατωνική αλήθεια για τη γνώση ως ανάμνηση κι ακούει στα στήθια του να λαχταρίζει η χαριτωμένη βρύση της ανάσας του Θεού. Μυστήρια, μύθοι, φαντασιοπληξία όλα αυτά για τον αμύητο άνθρωπο - το έστω Αριστοτελικό «πολιτικόν ζώον» - αλλά αυτά ενεργοποιούν τη συγγραφέα για να γράψει ξεκάθαρα συναισθήματα κι απορίες που φωλιάζουν μέσα της μακριά από την «απρόσωπη προσποιητή ευταξία».
Και γιαυτό βρίσκεται στην Αλεξάνδρεια παρασύροντας και τους συνταξιδευτές της στην ετοιμότητα να την αποχαιρετήσουν, όπως θα 'θελε κι ο μεγάλος Αλεξανδρινός ποιητής χωρίς ανωφέλετους θρήνους, χωρίς παράπονα δειλίας, αλλά με τη συναίσθηση ακόμα κι ότι αποτύχαμε - και φταίμε και μεις γιαυτό, δεν είμαστε μόνο πιόνια της Ιστορίας - αφού εξαπατηθήκαμε από τις αισθήσεις κι ό,τι άφησαν αυτές να φτάσει στον εσώτερο εαυτό μας, αφού πιστέψαμε στο ψέμα (η Β.Α. στο α΄ μυθιστόρημά της ζητάει συγγνώμη γι' αυτό) του σημερινού τόπου και χρόνου χωρίς να διεισδύσουμε σε ρωγμές που ανοίγει μπροστά μας το παρελθόν ή το μέλλον του στοχασμού μας ή αν θέλετε το Φως του Φάρου της Αλεξάνδρειας, η ελπίδα δηλαδή που διαχέει στο σύγχρονο περιπλανώμενο άνθρωπο ότι υπάρχει μέσα του ένα «ελάχιστο μόριο Φωτός το οποίο μας παρεχώρησε ο Θεός για να πορευτούμε στο μεγάκυκλο της δημιουργίας».

Διψώντας γι' αυτό το Φως, με αφετηρία την Αυτογνωσία η συγγραφέας παλεύει να συμμαζέψει το ιερό μέθυ από τα «Μεθυσμένα καράβια» της, αποδίδοντας πολυπρισματικά ό,τι ονειρώδες, δυσεχνίαστο, δυσκολοέκφραστο και βασανιστικό συνταράσσει τα σωθικά της. ξεδιπλώνοντας προσωπικές της εμπειρίες - μύθων, ιστορίας, θρησκειών, πολιτισμών, ανθρώπων, ερώτων, βιωμάτων - δημιουργεί μια ατμόσφαιρα φιλοσοφικής και ποιητικής αναζήτησης για όποιον κρατάει άγρυπνα τα μάτια της ψυχής του που τον κάνει να λειτουργήσει και με το δικό του πνεύμα αισθητικά και συναισθητικά και ν' αγγίξει το υπερφυσικό μεγαλείο. Να ξυπνήσει από το λήθαργο του όμορφα σκαλιστού με τις χρυσαφιές γωνίες διάκοσμου που δεν είναι τίποτ' άλλο παρά ο αντικατοπτρισμός του «όντως όντος», να σταματήσει τη διαμάχη του με το «θάνατο της μορφής» και ν' ανυψωθεί πέρα από τις νότες, τα ηχοχρώματα και τη φαινομενολογία των εικόνων που ζωγραφίζει ο Βιβάλντι στις «τέσσερες εποχές» ή οι μουσικοί πίνακες του Μότσαρτ συλλαμβάνοντας τον κύκλο της Ολότητας και ερμηνεύοντας τους ήχους που φτάνουν στ' αυτιά με βάση τη μελωδία την οποία αντηχούν μέσα του τα συναισθήματά του. Να συνειδητοποιήσει τον έρωτα του να ζητάς και την αγάπη του να δίνεις, να βρει τις ψηφίδες ζωής που κρύβονται στ' αδιάβαστα βιβλία και στ' αραχνιασμένα άλμπουμ με παλιές φωτογραφίες.
Και πράγματι. όποιος μπαρκάρει με τα «Μεθυσμένα Καράβια» της Β.Α. και γευτεί το μέθυ που του προσφέρει, νοιώθει την οδύνη της ανάβασης στη κορφή της αόρατης και ατέρμονης προς τα ουράνια πυραμίδας που σχηματίζουν οι κολώνες του δικού μας Παρθενώνα. Και σε 'κείνο το ύψος, θάναι έτοιμος πια ν' αποχαιρετήσει την Αλεξάνδρεια και τις ορατές πυραμίδες της και ν' αγγίξει το βάθος, το «υπερφυσικό γεννητικό βάθος» του δικού μας Δ. Σολωμού.-

Φώτης Δημητρόπουλος, φιλόλογος.

 

 


__________________________

 

 

 

ΒΙΚΤΩΡΙΑ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΥ

 

 

«Μεθυσμένα Καράβια»

 

 

(Η Αλεξάνδρεια και ο Καβάφης)

 


    Η Βικτωρία Αγγελοπούλου, θεωρείται  μία από τις ελπιδοφόρες ανερχόμενες δυνάμεις της πατρινής πεζογραφίας, η οποία στις μεταπολεμικές δεκαετίες, γνωρίζει μέχρι σήμερα ζηλευτή άνθιση. Νομικός με συγγραφικές ανησυχίες, και άριστες επιδόσεις στο μυθιστόρημα, ασκεί στην Πάτρα τη Συμβολαιογραφία και στην τελευταία δεκαετία (2003-2013) έχει εκδόσει τρία μυθιστορήματα που βρήκαν ευνοϊκή υποδοχή από το αναγνωστικό κοινό και την κριτική λογοτεχνίας.

Οι τρεις συγγραφικές της, επιτυχείς «απόπειρες», είναι τα παρακάτω μυθιστορήματα: «Συγνώμη που σου είπα ψέματα» εκδόσεις Λιβάνη 2003, «Η κόκκινη βαλίτσα του έρωτα» εκδόσεις Λιβάνη 2008 και «Μεθυσμένα Καράβια» εκδόσεις «Δόντι» Πάτρα 2013.

Αξίζει να θυμηθούμε ότι το μυθιστόρημα που κυκλοφορεί φέτος  σε μια πολύ καλαίσθητη έκδοση των εκδόσεων «Δόντι», πήρε το βραβείο Μυθιστορήματος  του Κ.Θ Λογοτεχνικού Διαγωνισμού 2011, του Φιλολογικού Συλλόγου «Παρνασσός». Πρέπει ακόμα να καταθέσουμε ένα μικρό απόσπασμα  από το Πρακτικό της Κριτικής Επιτροπής του ΚΘ διαγωνισμού, για να μπουν όσοι μας διαβάζουν κατευθείαν στο θέμα και στο πνεύμα του βιβλίου. «Η περιγραφή της Καβαφικής Αλεξάνδρειας και γενικότερα της Αιγύπτου γίνεται μέσα από λυρικές περιγραφές που αποδίδουν το λογοτεχνικό μύθο της θρυλικής πόλης και εν γένει το μυστήριο και την ηδυπάθεια της Ανατολής. Τα ιστορικά και πραγματικά στοιχεία ενσωματώνονται με ανεπαίσθητο τρόπο στη μυθοπλασία, ενώ κυριαρχούν διακειμενικές αναφορές και ποικίλες λογοτεχνικές απηχήσεις... Η συγγραφέας αναδεικνύει την βασική ιδέα ότι η Αίγυπτος και η Ελλάδα είναι «αδελφές φυλές» κοιτίδες πολιτισμού, οι οποίες μεταλαμπαδεύουν διαχρονικά τα φώτα τους η μία στην άλλη...»

Τα «Μεθυσμένα καράβια» πήραν το τίτλο τους από Καβαφικό κείμενο και είναι δομημένο το υλικό τους σε έξι κεφάλαια που έχουν ως ιδεολογικό «μότο» και ως πυξίδα του εξαιρετικά συναρπαστικού συγγραφικού... ταξιδιού, όσα έγραψε ο Καβάφης για τα μεγάλα ποντοπόρα πλοία, για τα ταξίδια τους στις μακρινές και άγνωστες θάλασσες και για τα «ευπαθή εμπορεύματα» των συλλογισμών, των ονειροφαντασιώσεων και των εμπνεύσεων του Ποιητή, που τα διακομίζουν «εις τας αγοράς της φαντασίας»!

Οι ήρωες του μυθιστορήματος της Β.Α κινούνται μέσα σε μια θολή και αβέβαιη Καβαφική ατμόσφαιρα: ανάμεσα σε παλιές αναμνήσεις, «καθήμενοι αδρανώς βλέποντες το φως και ακούοντες την σιωπήν», ψάχνοντας για τις ρίζες τους, για τη γενιά τους για το πεπρωμένο τους! Παρόλα αυτά η κεντρική ηρωίδα του μυθιστορήματος, δεν μπόρεσε να ερμηνεύσει γιατί η μοίρα και ο Θεός παίζουν τόσο οδυνηρά, τόσο σκληρά, τόσο απρόβλεπτα  κι αναπάντεχα παιχνίδια στη ζωή των  ανθρώπων;  Γιατί η ζωή μας είναι ένα παιχνίδι μεταξύ :  «Χαράς-Λύπης-Ανάπαυλας», συνεχώς  επαναλαμβανόμενο;  Γιατί να ζούμε για πολλά χρόνια μέσα σε σκοτεινούς λαβυρίνθους  αβεβαιότητας, αναπάντητων ερωτημάτων και αδιέξοδων διαλογισμών;

Όλα αυτά τα ερωτήματα  και το θολό, μυστηριώδες τοπίο στο οποίο ζουν οι ήρωες του βιβλίου και ταξιδεύουν πάνω «σε μεθυσμένα καράβια», βρίσκουν απάντηση και το σκοτεινό τοπίο ξαστερώνει, αφού η λύση βρίσκεται σ΄ένα σφραγισμένο γράμμα, που έχει αφήσει στο συμβολαιογράφο της η μητέρα της ηρωίδας, της ωραίας μυθιστορίας.

Όμως, τι κρίμα. Η αποκάλυψη του μυστηρίου κι όλη η Αλήθεια, ήρθαν πολύ αργά, αφού η μοίρα είχε παίξει τα δικά της ζοφερά παιχνίδια! Ίσως να θεωρηθεί ότι μιλάω κι εγώ σκοτεινά και αινιγματικά. Έτσι πρέπει να κάνω. Για να βρει μόνος του ο αναγνώστης στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου τη λύση του Μυστηρίου.

Γι αυτό άλλωστε τα «Μεθυσμένα Καράβια»  είναι ένα βιβλίο καλογραμμένο με συναρπαστική πλοκή, με απλό ξεκούραστο αφηγηματικό λόγο, με ευρηματικότητα στις συχνές διασυνδέσεις του μύθου, με τους διαλογισμούς του Καβάφη και με την απρόβλεπτη λύση του μυστηρίου της τραγωδίας, στο τέλος, με τον «από μηχανής Θεό»να τον παίζει «ένα σφραγισμένο γράμμα». Συνιστούμε ανεπιφύλακτα το διάβασμα του βιβλίου.



Γιάννης Ανδρικόπουλος
Δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα «ΓΝΩΜΗ» στις 10-6-2013.

 

 

 

 

 

__________________________

 


    Πρόκειται για ένα πολύ καλοδουλεμένο κείμενο. Ένα, «ψαγμένο» -επιτρέψτε μου τη λέξη-βιβλίο που σε παρασύρει σε ένα μαγικό ταξίδι στην Ανατολή της ιστορικής γνώσης και των μυστηρίων.  Άκρως περιγραφικό, πολύ ζωντανό,  με  ιστορικές αναφορές και με λεπτομέρειες που σε κάνουν συμμέτοχο στην αναζήτηση του γενεαλογικού δέντρου της Σεμέλης, της νεαρής μουσικού, της ηρωίδας του βιβλίου, με την οποία ταξιδεύουμε νοερά, επιμορφωνόμαστε, διαπιστώνουμε τη δύναμη του παθιασμένου έρωτα, αγωνιούμε  και συμπάσχουμε με την ηρωίδα.

Δανειζόμενη τη φράση της συγγραφέως, «εμάς τους ανθρώπους, μας ενεργοποιεί το μυστήριο»,  Η Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, εκ των πρωταγωνιστικών περιοχών της πλοκής, «είναι μια πόλη που εξάπτει τη φαντασία».     Στο βιβλίο όμως ταξιδεύουμε και αλλού.  Στο Κάιρο, στην Βηρυτό, στη Βιέννη, στο Παρίσι, στην Αθήνα. Η όαση της  Σίουα ή Σίβα όμως κυριαρχεί. Εκεί που στην αρχαιότητα υπήρχε το Μαντείο του Άμμωνα-Ρά, δηλαδή του Δία. «Έναν τόπο με μεγάλη ενεργειακή δύναμη, σαν τους  Δελφούς στην Ελλάδα. Με ιστορία και βαρύτητα μέσα στο χρόνο» όπως εύστοχα σημειώνει η συγγραφέας. Εκεί όπου θεοποιήθηκε ο Μέγας Αλέξανδρος και έχει ενταφιασθεί, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς των περισσοτέρων. Μαθαίνουμε πως  «οι Σιουανοί είναι αρχαία φυλή. Περήφανοι, αυτάρκεις, αυτόνομοι. με διάχυτη ευγένεια, έκφραση φιλοξενίας, ψυχική ανωτερότητα. Με μεγαλείο ψυχής...»

Μέσα από το βιβλίο θυμόμαστε ιστορικά γεγονότα ή πληροφορούμαστε καινούργια- κάποιοι  από εμάς και υπενθυμίζουμε  στον εαυτό μας πως πρέπει να ανασύρουμε μερικά βιβλία από την βιβλιοθήκη μας και να διαβάσουμε.

Η άρρηκτη σχέση του Ελληνισμού με τον πολιτισμό της Αιγύπτου κυριαρχεί παντού. Βεβαίως δεν λείπουν και  κάποια σχόλια πολιτικού περιεχομένου για την εξέλιξη των σχέσεων των δυο χωρών στην πορεία των χρόνων. Ή για τους περιβόητους, «υποτιθέμενους»  Συμμάχους. Υπάρχουν και κοινωνικά μηνύματα τόσο για τη θέση της γυναίκας αλλά και γενικότερα, στο πλαίσιο της σύγκρισης της ζωής του λεγόμενου σύγχρονου κόσμου με τις χώρες της Ανατολής.

Η συγγραφέας Βικτωρία Αγγελοπούλου έχει επισκεφθεί την Αλεξάνδρεια 4 φορές και μας ξεναγεί άψογα στην ξεθωριασμένη πια ομορφιά της και στην ιστορική μεγαλοπρέπειά της. Η πόλη μεταμορφώνεται  ανάλογα με την διάθεση της ηρωίδας, ενώ  ξεπεσμένες αριστοκράτισσες που τα πρόσωπά τους μαρτυρούν την αίγλη περασμένων εποχών απαγγέλουν και ερμηνεύουν Καβάφη.

Οι μυρωδιές από τον μηλίτη, των ντόπιων εδεσμάτων, οι ήχοι της πόλης, η τοπική μουσική, η Ουμ Καλτσούμ, τα επιβλητικά χαρακτηριστικά νεοκλασικά σπίτια με τους παραμελημένους κήπους, μας έχουν νοερά εντάξει στη ζωή της πόλης και της ευρύτερης περιοχής.
Στην κυριολεξία βλέπουμε το  φρούριο  Κάιτ Μπέη που έχει χτιστεί από τα χαλάσματα του Φάρου της Αλεξάνδρειας, το αρχιτεκτονικό αριστούργημα της  Βιβλιοθήκης, την Πυραμίδα της Γκίζας, η πυραμίδα του Χέοπα, το  Ελ Αλαμέιν που μαρτυρά την ουτοπία του πολέμου, το βουνό των νεκρών, την  αρχαία πόλη Σάλι, κ.ά., Η έρημος, η επιβλητική  χιλιοτραγουδισμένη θάλασσα από άμμο, με τα ανεξήγητα ιαματικά λουτρά, ή τα απολιθωμένα κογχύλια, η  πανσέληνος, Ταζίρυ στη γλώσσα των Σιουανών που δημιουργεί ερωτικές διαθέσεις και προκαλεί πάθη, αναστατώνουν την ζωή της νεαρής και μας εξάπτουν την φαντασία. Καμία πληροφορία, φράση, ή ιστορική αναφορά του κειμένου  δεν πάει χαμένη.

Ταυτόχρονα, η μυθολογία, η ιστορία, η φιλοσοφία, η αστρονομία, η ψυχολογία, κατάφεραν να συνδυαστούν πολύ έξυπνα από την Βικτωρία Αγγελοπούλου αποδεικνύοντας ταυτόχρονα τις γνώσεις της, την αγάπη της για το διάβασμα αλλά και τις μεταφυσικές της ανησυχίες. Λαοί και φυλές παρελαύνουν και μας προσπερνούν, όπως οι  Αρχαίοι Έλληνες, οι Φοίνικες, οι Θηβαίοι, οι Πέρσες, οι Βεδουίνοι, οι Νούβιοι, οι Σιουανοί, οι Κόπτες .

Το αίνιγμα του Λωτού,- ο Λωτός συμβολίζει τον άνθρωπο και το Σύμπαν-μας διδάσκει ενώ΄ το γεγονός πως δεν κατανοούμε πως ζούμε  σε τρία επίπεδα και οι άνθρωποι έχουμε περιοριστεί μόνο στον υλικό κόσμο μας υπενθυμίζει πόσο τρωτοί είμαστε και πως αποπροσανατολίζουμε την ύπαρξή μας  όταν υπηρετούμε και αγωνιζόμαστε κυρίως για την ύλη... Η ύπαρξη η μη του Θεού, ή μιας ανώτερης πνευματικής οντότητας  η πίστη, οι θρησκείες,  στοιχειώνουν το βιβλίο. Ένας Γάλλος υπήκοος, μας υπενθυμίζει  την ανάγκη του ανθρώπου να επιστρέφει στην φύση και στην απλή ζωή απ΄ όπου απομακρύνθηκε, για να αντλεί κουράγιο και δύναμη, αποκομμένους από θορύβους και περιττά πράγματα.

Οδηγός των κεφαλαίων και συνδετικός κρίκος με όλα όσα διαδραματίζονται, ο Κωνσταντίνος Καβάφης. Ο αγαπημένος ποιητής που νοιαζόταν μόνο για το φως!!!!Πρόκειται για το πεζό ποίημά του τα «Πλοία» που εύστοχα, -για εμένα τουλάχιστον- επιχείρησε και ανέλυσε η συγγραφέας.

Όλα, κινούνται τόσο αρμονικά σε αυτό το πόνημα, λες και παρακολουθούμε στο εκράν μια καλοδουλεμένη και πανάκριβη  κινηματογραφική παραγωγή. Ο Ηρόδοτος, ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Όμηρος, ο Πυθαγόρας, ο Απόστολος Παύλος, ο Πλάτωνας, ο Αριστοτέλης  αλλά και ο Μότσαρτ συνδυάζονται τόσο αριστοτεχνικά και καθόλου πομπωδώς, κάνοντάς μας να υποκλιθούμε για μια ακόμη φορά στις προσωπικότητές τους.
Θα βρει τις ρίζες της η ηρωίδα;

Υπάρχει αρκετό σασπένς στην αναζήτηση της αλήθειας. Και η τραγική ιστορία μιας κατατρεγμένης γυναίκας. Ο Αλμήρ είναι το κλειδί... Και η Ελεονόρα...

 

Νατάσα Τραγουστή, Δημοσιογράφος, Πάτρα 26-4-2013

 

 


__________________________


 

Ταξίδι σε μια ιστορία

Φύση πολυεπίπεδη η Βικτωρία Αγγελοπούλου, οπλισμένη με καλώς εννοούμενη θρασύτητα. δεν θα διστάσει να πραγματώσει αυτό που της μπαίνει στο κεφάλι, ό,τι κι αν είναι. Παλιότερα έκανε το εγχείρημα να ενώσει τοπικές καρναβαλικές δυνάμεις για κοινές εμφανίσεις. Μόλις αυτό της βγήκε, έριξε το σύνθημα «πάμε στον ¨Απόλλωνᨻ για θεατρικές παραστάσεις με στοιχεία παρωδίας. Αυτό κι αν ακούστηκε τρελό. Αλλά πέτυχε και ρίζωσε.

Επόμενος σταθμός, θεατρική σκηνοθεσία, έξω από το Καρναβάλι, πια. Και μετά, μυθιστόρημα. Γιατί όχι;
Έχει σημασία ότι ο αναγνώστης το «γιατί όχι» το λέει και αφού διαβάζει τα πονήματά της. Εκ γυναικός δεν ερρύη μόνον η λεγόμενη «γυναικεία λογοτεχνία», με την έννοια της προσφοράς ενός εύκολου αναγνώσματος που θα πραγματεύεται εύπεπτες ιστορίες σε ροζ ατμόσφαιρα. Η Βικτωρία Αγγελοπούλου έχει πολύ πιο φιλόδοξες προθέσεις, και προτιμάει να αγνοήσει το μαζικό κοινό, προκειμένου -είπαμε- να κάνει αυτό που της μπήκε στο κεφάλι. Να αφηγηθεί μια ιστορία, και να τη βουτήξει πολύ βαθιά μέσα σε αναζητήσεις περίπλοκες.

Το στυλ αυτό επαναλαμβάνεται, ακόμα πιο δουλεμένο (και φαίνεται ότι η Βικτωρία Αγγελοπούλου, ως λογοτέχνης, εργάζεται πάρα πολύ πάνω στο αντικείμενό της) στα «Μεθυσμένα Καράβια» (εκδόσεις «Το Δόντι») που παρουσιάστηκε πρόσφατα, μπροστά σε πάρα πολύ κόσμο, παρακαλώ, στην Αγορά Αργύρη. Δεν είναι κανόνας ότι το κοινό διαβάζει και τα βιβλία κιόλας, αλλά στην περίπτωση αυτή θα το συνιστούσαμε ανεπιφύλακτα. Τα «Καράβια» κυλάνε γλυκά στο κύμα, ακόμα κι όταν η πλοκή τους γίνεται τρικυμιώδης. Και η ιστορία αποζημιώνει τον αναγνώστη. Υπάρχει σασπένς, μεταπτώσεις, αρκετά πειστικοί χαρακτήρες, εκπλήξεις, ανατροπές και μυστηριώδες φόντο, με μυστικιστικές πινελιές, μέσω των οποίων η συγγραφέας μάς βάζει στην ατμόσφαιρα της περιοχής που μελετάει. Είναι η Αίγυπτος, των Αιγυπτίων, των Μακεδόνων, των  Αιγυπτιωτών Ελλήνων, με «πρωταγωνίστρια» την Αλεξάνδρεια του Καβάφη και τον ίδιον τον Καβάφη, μεγάλο κείμενο του οποίου υπέχει ρόλο πυλώνα του μυθιστορήματος, αν και η αντιστοίχιση με την ιστορία δεν προκύπτει. Δεν πειράζει. Είναι ωραίο το κείμενο.
Το θέμα είναι η προσπάθεια μιας ταλαντούχας πιανίστας να βρει την οικογενειακή, άρα και προσωπική της ταυτότητα, με μια έννοια πολλαπλή. Το «από πού έρχομαι» προσλαμβάνει υπαρξιακή διάθεση, και παραλληλίζεται με το ίδιο το «από πού αναβλύζει» αυτό που λέμε σήμερα «νεοέλληνας», τα γονίδια του οποίου (βιολογικά και πολιτισμικά) προέρχονται από διάφορες χώρες και ηπείρους, άρα αποτελεί διασταύρωση πολλών «ποταμών», που δημιουργούν μυστηριώδη ατομικά και συλλογικά σύμπαντα.

Η αναζήτηση αυτή δίνει το ερέθισμα στη συγγραφέα να συμπεριλάβει ρητά και αντικρουόμενες απόψεις φιλοσόφων και στοχαστών, κι αυτή είναι η ένστασή μας: Θα το προτιμούσαμε πιο υπαινικτικό και λιγότερο απλόχερο και διδακτικό, σαν αμφιθεατρική διάλεξη.
Αλλά αυτό δεν αναιρεί το ευκολοδιάβαστο του κειμένου. Το οποίο απολαμβάνεις, όχι μόνο για το περιεχόμενό του, αλλά και για την προέλευσή του: Μια συμπολίτισσα που μας προσφέρει τους δροσερούς καρπούς της δημιουργικότητάς της, σε εποχές μιζέριας και αλληλοενοχοποίησης. Η Βικτωρία Αγγελοπούλου προτίμησε να μπαρκάρει στα Μεθυσμένα της Καράβια και να μας προτείνει μια θέση στα ταξίδια της. Για την οποία και την ευχαριστούμε.

 

Κωνσταντίνος Μάγνης, Εφημερίδα Πελοπόννησος Απρίλιος 2013.

 

 


__________________________


 




Η Τέχνη, η κάθε μορφή Τέχνης που εκπληρώνει το σκοπό της, πρέπει να σε παίρνει μαζί της. Πρέπει να σε αναγκάζει να πάψεις να είσαι τρίτος παρατηρητής, και να σε κάνει συνένοχο/συμμέτοχο. Πρέπει, να σου άφησε ισχυρή επίγευση, όπως ακριβώς ένα εκλεκτό κρασί.
Όταν τελείωσα τα "Μεθυσμένα Καράβια" , όλα αυτά είχαν συμβεί: Είχα παρασυρθεί, κι εγώ. Ήμουν δίπλα στη Σεμέλη, ταξίδευα μαζί της, αγωνιούσα στο πλάι της, προσπαθούσα να φτάσω, μαζί της, στο τέλος της αναζήτησης, που, για τη Σεμέλη Ντιντιέ, λαμβάνει χώρα σε δύο, διαφορετικά επίπεδα:
Στο προφανές εξωτερικό, η Σεμέλη αναζητεί τις ρίζες της. Στην αναζήτησή της αυτή, η συγγραφέας μας εισάγει με μια γραφή παλαιάς κοπής, αριστοκρατική και ευγενική, και διόλου επιτηδευμένη. Και η φυσικότητα αυτή, οφείλεται στο ότι η λυρική της γλώσσα δεν γίνεται μονόδρομος, αφού, έξαφνα, αλλά συχνά, ενσκήπτει ένας απρόσμενος ρεαλισμός.
Οι ρίζες της Σεμέλης αναζητούνται εν μέσω ενός εκλεπτυσμένου κοσμοπολιτισμού, που υπηρετείται από την επιλογή τοποθεσιών όπως η Όαση της Σίουα, το Κάιρο, η Αλεξάνδρεια., το Παρίσι. Ενός κοσμοπολιτισμού χαραγμένου βαθειά από τη Μαγεία, τον Έρωτα, τη Λαογραφία, την Ιστορία, Μύθους και Θρύλους, τη μουσική του Mozart, αλλά, πάνω απ όλα, την καταλυτική ποίηση του Κωνσταντίνου Καβάφη, η οποία, σε ρόλο παρεμβατικού Χορού, προωθεί αέναα το Μύθο.
Στο βαθύτερο, εσωτερικό επίπεδο, η Σεμέλη Ντιντιέ κατέρχεται, σταδιακά, στον εντός της Λαβύρινθο, και αντιμετωπίζει τον εαυτό της, τα όρια της, τις χίμαιρές της, τα αδιέξοδά της. Και, εκεί, στο βάθος του εαυτού της, θα συμφιλιωθεί με το είναι της, θα πορευτεί προς την Αρμονία.
Τα δύο επίπεδα της αφήγησης επικοινωνούν αδιόρατα: Ποτέ δεν είναι απόλυτα σαφές σε ποιο κινούμαστε. Η Βικτωρία Αγγελοπούλου επιτυγχάνει αυτή την αλληλο-διείσδυση, με δύο επιλογές της:
Από τη μια, και αν δεν αφήσεις το πάντα ελκυστικό κείμενο να σε ξεγελάσει, αντιλαμβάνεσαι, καθώς η αφήγηση προοδεύει, ότι η Βικτωρία εξελίσσει αριστοτεχνικά την υπόθεσή της κυρίως με τη χρήση διαλόγων και αφηγήσεων, σε πρώτο πρόσωπο, παρά μέσω πραγματικών δρώμενων και γεγονότων! Διαπιστώνεις, με άλλα λόγια, ότι η πλοκή δεν είναι "πραγματική", αλλά κυρίως "λεκτική"! Και τότε, μπορείς πλέον να αντιληφθείς ότι, παρά τον προφανή χαρακτήρα κοσμοπολίτικης περιπέτειας, τα "Μεθυσμένα Καράβια" κρύβουν, στα βάθη τους, μια θεατρική δομή, που τους προσδίδει αυθεντικό χαρακτήρα και διακριτή προσωπικότητα.
Όποιον όμως δρόμο και αν θελήσει να ακολουθήσει ο αναγνώστης, στο πλάϊ της Σεμέλης, θα αναγκαστεί να ξαποστάσει άπειρες φορές, στις στιγμές εκείνες που, τα πρόσωπα του έργου γίνονται άγγελοι κοσμικών μηνυμάτων, που με απόλυτα "ύπουλο" τρόπο απευθύνονται προς όλους εμάς, τους "εισβολείς" στα "Μεθυσμένα Καράβια", παρά στις λοιπές περσόνες της πλοκής:
Για εμάς είναι η προτροπή του διάσημου πιανίστα, "άφησε τις νότες να γίνουν εικόνες", για εμάς η συμβουλή της Σεχραζάτ "να ακολουθήσουμε το δρόμο της καρδιάς και να πάμε μπροστά", για εμάς η αποκάλυψη του βαθύτερου συμβολισμού του Λωτού, που αναπαριστά ταυτόχρονα τον Άνθρωπο και το Σύμπαν, για εμάς η αποκάλυψη ότι η Επιθυμία εντάσσεται στη διαδικασίας γνώσης του Εαυτού μας, για εμάς η προετοιμασία για να αντέξουμε την απώλεια της ... Αλεξάνδρειας, για εμάς η προσέγγιση της Α-λήθειας, μέσω της άρσης της λήθης, στα πρότυπα του Πλατωνικού Κόσμου των Ιδεών, για μας, τέλος, η παραδοχή ότι, ΟΛΑ, είναι ΔΟΝΗΣΕΙΣ.
Είναι προφανές, λοιπόν, γιατί προτρέπω, με όλη μου την καρδιά, να ξανακάνουμε, μαζί με τη Σεμέλη Ντιντιέ, το ταξίδι της. Το ταξίδι προς τα πίσω του Χρόνου, και, συνάμα, προς το μέσα του Εαυτού της. ...ή, αν προτιμάτε, Του Εαυτού ΜΑΣ.

Γιώργος Κυριακόπουλος
Λέκτορας Διεθνούς Δικαίου Νομικής Σχολής Αθηνών, Διδάκτωρ Νομικής Πανεπιστημίου Pantheon-Assas Παρισίων
Εφημερίδα «Το Βημα», Ιούλιος 2013.

 

 

 

 

 


__________________________


 

 

Είναι πραγματικά γοητευτικό, ένα έργο μυθοπλασίας να καταπιάνεται με κάποιες άγνωστες πτυχές της ιστορίας και το πράγμα γίνεται σπάνιο, όταν πέρα από τα -λίγο ως πολύ γνωστά- γεγονότα ανακαλύπτει κανείς κάποιες άγνωστες ιστορικές περιδινήσεις. Λοιπόν. Την Αλεξάνδρεια την ξέρουμε όλοι. Πήρε το όνομά της από το μεγαλύτερο στρατηλάτη της ιστορίας. Δοξάστηκε ως τόπος ανυπέρβλητης ανάπτυξης του πνεύματος με εκπληκτικό επιστέγασμα τη βιβλιοθήκη της ( η καταστροφή της υπήρξε η μεγαλύτερη πνευματική απώλεια της ανθρωπότητας). Και στα σύγχρονα χρόνια, τη δόξασε ο μέγας Καβάφης. Γέννημα των δρόμων της («στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς», έγραψε ο ίδιος), αλλά κυρίως κορυφαίο απόσταγμα μιας κουλτούρας, όπου πολιτισμοί, θρησκείες, γλώσσες, αρώματα και άνθρωποι ανακατεύονται στο πιο γοητευτικό μείγμα.
Όμως μάλλον δεν ξέρουμε και πολλά, για τον «δημιουργό μύθο» της πιο ενδιαφέρουσας θάλασσας του ανθρώπινου πολιτισμού. Της Νοτιοανατολικής Μεσογείου. Για τα μυστικά ρεύματά της, για τους δύστροπους ρυθμούς της και για τα «Μεθυσμένα Καράβια» που τη διασχίζουν εδώ και χιλιετίες. Ένα μικρό, αλλά πολύτιμο κομμάτι αυτής της ιστορίας, αφηγείται η κ. Βικτωρία Αγγελοπούλου στο βραβευμένο μυθιστόρημα της «Μεθυσμένα Καράβια». Ένα βιβλίο που πέρα από τις λογοτεχνικές του αρετές, αξίζει να διαβαστεί σαν σημαντικό ιστορικό κείμενο. Χρειάζεται μάλιστα να διαβαστεί δύο φορές: Μια για τη γοητευτική πλοκή, τους ολοζώντανους χαρακτήρες, την τρυφερότητα απέναντι στους ήρωες και μια, γιατί αναδεικνύει δεσμούς που δε σχετίζονται απλώς με την ιστορία, αποτελούν μια ζώσα- αν και με το πρόσχημα της μυθοπλασίας ? και αποκαλυπτική περιήγηση στους μαιάνδρους της. Το σημαντικότερο όλων: Η ιστορία δεν αποτελεί το πρόσχημα για την ανάπτυξη των χαρακτήρων και την περαίωση μιας ρέουσας και απολαυστικής αφήγησης. Περισσότερο μοιάζει σαν ατίθασο αγριόχορτο, που απρόσμενα πετιέται ανάμεσα σε ρωγμές και ερείπια αναμνήσεων κι εκεί που αρχικά μοιάζει με ταπεινή κηλίδα βλάστησης, αίφνης βγάζει ένα εκθαμβωτικό άνθος που αναγκάζει και τον πιο δύστροπο περιπατητή να σταθεί και να το μυρίσει.

Γράφει ο Δημήτρης Πράσσος.