Μέδουσα από σμάλτο

του Παναγιώτη Αγαπητού

Και ναι ο Παναγιώτης Αγαπητός έγραψε και τρίτο μυθιστόρημα μυστηρίου. Το διάβασα σε μια μέρα. Η γραφή, το στυλ, η πλοκή δεν χάνουν ούτε πόντο από όσα έχει γράψει ήδη ο συγγραφέας. Συνεχίζει ακατάπαυστα να μας μυεί στον κόσμο του Βυζαντίου χωρίς ποτέ να είναι τα κείμενά του κουραστικά, λεπτολόγα ή «διδακτικά» με τη στενή έννοια του όρου. 

Σκύρος, Νοέμβριος του 835. Ο Λέων, μετά από αποτυχημένη πρεσβεία στην Κρήτη, επιστρέφοντας στην Κωνσταντινούπολη, πέφτει σε τρικυμία και το πλοίο του προσαράζει στη Σκύρο. Μέχρι να επιδιορθωθούν οι ζημιές ο Λέων γνωρίζεται με τους κατοίκους του νησιού κι αρχίζει να γνωρίζει την οικογένεια του τοπάρχη και το γύρω του περιβάλλον.. λίγο πριν ο τοπάρχης δολοφονηθεί. Βήμα προς βήμα γνωρίζουμε τους υπόπτους, μαθαίνουμε τις συνήθειές τους και μας αποκαλύπτεται ότι ο καθένας από αυτούς είχε κάθε λόγο να σκοτώσει τον τοπάρχη, που αποδεικνύεται ότι δεν είναι και ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου!
Βαδίζοντας στα χνάρια της πλοκής του Εγκλήματος στο Όριεντ Εξπρές της Αγκάθα Κρίστι, το κείμενο αναβιώνει τα τοπία, τους ανθρώπους και τη νοοτροπία των κατοίκων του νησιού. Σημαντικό ρόλο παίζουν ένας μοναχός-καλόγερος, ο Συμεών, και η μάγισσα Λευκοθέα. Πάρα πολύ καλογραμμένος είναι ο τρόπος που συζητούν με τον Λέοντα για τις κινήσεις των πλανητών και των άστρων και πολύ καλογραμμένο το ωροσκόπιο που παραδίδει ο Συμεών στον Λέοντα, που προβλέπει έναν κίνδυνο σε δύο χρόνια από τώρα. 

Παράλληλα με τη διαλεύκανση του φόνου, ο Λέων έρχεται και πάλι αντιμέτωπος με τον εαυτό του και το παρελθόν της οικογένειάς του. Ο Συμεών αποδεικνύεται χαμένος συγγενής του, που τον είχαν όλοι για πεθαμένο, και μαθαίνει πώς και γιατί αναγκάστηκε να το σκάσει από την Κωνσταντινούπολη εξαιτίας του αδερφού του πατέρα του Λέοντα. Ο Λέων μαθαίνει πώς και γιατί διαδέχτηκε ο πατέρας του τον παππού του στη θέση του πρωτοασηκρίτη και δικαστικού της Πόλης κι αρχίζει να θεριεύει μέσα του το δικαίωμα της επιλογής, φτάνοντας στο σημείο να βρει τους ενόχους και να τους συγχωρέσει!!Κι αυτή ακριβώς η απόφαση, σε συνδυασμό με το φόνο που ο ίδιος είχε διαπράξει στο προηγούμενο βιβλίο παίρνοντας τον νόμο στα χέρια του αρχίζει να του συστήνει έναν νέο άνθρωπο, που ούτε ο ίδιος δεν αναγνωρίζει (κάτι μου λέει ότι δε θα σταματήσουν εδώ οι περιπέτειές του!). 

Κατά τα άλλα ο Λέων πάλι ερωτεύεται μια χήρα γυναίκα με παιδί αλλά το καθήκον του κι ο τόπος της τους κρατούν μακριά από τα δεσμά του γάμου τους και αναγκαστικά χωρίζουν. Η Λευκοθέα αποκαλύπτει στον Λέοντα, με αφορμή τον χάλκινο οφθαλμό που φορά, την αιώνια σύγκρουση θηλυκού και αρσενικού θυμικού μέσα στην ψυχή του ανθρώπου και τον βοηθά να κατανοήσει καλύτερα την προσωπικότητά του. Τέλος ο Λέων βρίσκει τον αντικαταστάτη του γέροντα οικονόμου του, Νικολάου, στον Δαμιανό, ένα πανέξυπνο δεκατετράχρονο παιδί. 

Καλογραμμένο, ανατρεπτικό, ανατριχιαστικό στις περιγραφές των φόνων, με συνοχή και στέρεη πλοκή κι έναν Λέοντα που αρχίζει να μεταμορφώνεται. Θέλω κι ελπίζω να υπάρξει και συνέχεια. Πάνω από όλα μου αρέσει που ο συγγραφέας καταπιάνεται κάθε φορά και με κάτι διαφορετικό από την εποχή και την κοινωνία του Βυζαντίου χωρίς να επαναλαμβάνεται ποτέ και πουθενά. 

Πάνος Τουρλής