Μια αιωνιότητα και μια μέρα
zoom in
15.90€ -26% 11.77€

`Ερώτημα παλιό κι επίμονο.
Πώς γεννιέται μια ιδέα; Η ιδέα μιας ταινίας;
Εκείνος που θα πει ότι η ιδέα τού γεννήθηκε καθώς κοίταζε ένα δέντρο, θα `χει πει μια αλήθεια κι ένα ψέμα.
Αλήθεια στο βαθμό που σ` έναν περίπατο σταμάτησε να κοιτάξει το δέντρο, χωρίς συγκεκριμένη αιτία, και τίποτα δεν έμοιαζε να υποβάλλει τίποτα. Ούτε το σχήμα του δέντρου ούτε το χρώμα ούτε η παλιά πληγή στον κορμό οδηγούσαν σε μια ιδέα.
Ψέμα στο βαθμό που τη στιγμή που σταμάτησε να κοιτάξει το δέντρο, από μια διεργασία υπόγεια, ημερών, μηνών ή χρόνων, που γινόταν μυστικά μέσα του, μια φράση ακουσμένη τυχαία στο δρόμο πριν καιρό ή διαβασμένη σε βιβλίο, μια ασήμαντη είδηση στις εφημερίδες, μια εικόνα ναρκωμένη ή κοιμισμένη στο βάθος της αποθήκης εικόνων που έχει ο καθένας, ανασύρθηκε ξαφνικά, μεταμορφωμένη, εκείνη τη συγκεκριμένη στιγμή. Η στιγμή έγινε έτσι α-προσδόκητα προνομιακή συνάντηση με το ανείπωτο.
Το δέντρο δεν είχε παίξει κανένα ρόλο. Ήταν αθώο.
Μ` αυτή την έννοια, μεταξύ αλήθειας και ψέματος, θα μπορούσα να πω ότι η ιδέα του γάμου στο ποτάμι στο `Μετέωρο βήμα του πελαργού` γεννήθηκε στο λεωφορείο που με πήγαινε από το Μπρόντγουαιη στο Μπρονξ, την ώρα ακριβώς που περνούσαμε το Χάρλεμ, εκείνη την παράξενη άνοιξη του `89.
Όμως τι ανασύρθηκε μετασχηματισμένο και σχεδόν αγνώριστο από τη λήθη και τις επαναλήψεις; Και γιατί;
Ένα διάβασμα ίσως σε μια εφημερίδα του `58.
Το διάβασμα θα μπορούσε να ήταν η ιστορία της ταφής ενός βοσκού, σ` ένα μικρό νησάκι, μερικές δεκάδες μέτρα από την ακτή της Κρήτης, στο πίσω μέρος της, προς το Λιβυκό πέλαγος.
Χειμώνας, άγρια θάλασσα, βάρκα να μην περνάει, κι ένας νεκρός βοσκός που περιμένει να ταφεί. Ειδοποιείται με σήματα ο παπάς του κοντινότερου χωριού στην Κρήτη. Έρχεται, ανεβαίνει σ` ένα βράχο με τα ράσα ν` ανεμίζουν στον αέρα, φωνάζει τη λειτουργία στο πέλαγος κι οι βοσκοί απέναντι στο μικρό νησί θάβουν τον νεκρό. Ήταν όμως αυτό; Ή κάτι άλλο;
Ποιος συνειρμός ολοκληρωνόταν αθόρυβα αλλά αποφασιστικά εκείνη τη στιγμή, ώστε να διακόψει αυτό που έβλεπα απ` το τζάμι του λεωφορείου (Χάρλεμ, στον ήλιο του απογεύματος, μαγικό και φοβερό μαζί) και να παρεμβληθεί (όπως παρεμβάλλεται άλλο κανάλι, ξαφνικά, στην τηλεόραση από μετατόπιση του σήματος) η φανταστική εικόνα ενός ποταμού-συνόρου ανάμεσα σε δύο χώρες, με τη λευκή φιγούρα της νύφης στη μια όχθη και του γαμπρού στην άλλη;
Η περίοδος που προηγείται του γραψίματος ενός σεναρίου είναι μια περίοδος υγρασίας, με παράξενες μεταβλητές, φαινομενικά αδικαιολόγητες ευαισθητοποιήσεις.
Εναλλαγές αφηρημάδας και ωριμότητας. Είναι μια περίοδος διπλής ζωής. Το θορυβώδες μέρος του εαυτού σου ζει την καθημερινότητα όπως πάντα, ενώ το αθόρυβο πλέκει μυστικά, με υλικά αόρατα, αυτό που κάποτε ωριμάζοντας θα βγει στην επιφάνεια, σε ώρα ανύποπτη, διασχίζοντας με καταπληκτική ευκολία όλα τα φίλτρα της καθημερινότητας. Εκείνος που θα πει ότι η ιδέα μιας ταινίας του γεννήθηκε καθώς κοίταζε ένα δέντρο, λέει αλήθεια`. ΘΟΔΩΡΟΣ ΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ, 18.2.1992

Συλλογικό έργο (Συγγραφέας)


Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Πέτρος Μάρκαρης

Πέτρος Μάρκαρης (Συγγραφέας)

Ο Πέτρος Μάρκαρης γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1937. Εμφανίστηκε στα ελληνικά γράμματα το 1965 με το θεατρικό έργο "Η ιστορία του Αλή Ρέτζο". Δραματουργός, μεταφραστής, μελετητής του έργου του Μπέρτολτ Μπρεχτ και σεναριογράφος του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Εκτός από τέσσερα θεατρικά έργα, έχει γράψει δύο αστυνομικά μυθιστορήματα, το "Νυχτερινό δελτίο" (1995) και το "Άμυνα ζώνης" (1998) [σ.σ.: ακολούθησαν τα μυθιστορήματα "Ο Τσε αυτοκτόνησε" (2003) και "Βασικός μέτοχος" (2006), με τη μεσολάβηση της συλλογής διηγημάτων "Αθήνα, πρωτεύουσα των Βαλκανίων" (2004)]. Στα μυθιστορήματά του κεντρικός ήρωας είναι ο αστυνόμος Κώστας Χαρίτος, ένας συντηρητικός ως προς τις ιδέες και τις συνήθειες πενηντάρης, που έχει ως χόμπι την ανάγνωση λεξικών. Πρόκειται για έναν συνεπή επαγγελματία διώκτη του εγκλήματος που πρωταγωνιστεί σε νουάρ ιστορίες. Παντρεμένος με μιαν ήσυχη, απλοϊκή γυναίκα, πατέρας μιας ανήσυχης ερωτικά φοιτήτριας, δεν έχει καμιά σχέση ή ομοιότητα με τον Ηρακλή Πουαρό της Αγκάθα Κρίστι ούτε βέβαια με τον Φίλιπ Μάρλοου του Ρέημοντ Τσάντλερ. Θυμίζει όμως αμυδρά τον αστυνόμο Μαιγκρέ του Ζορζ Σιμενόν και είναι κατά κάποιον τρόπο ο διάδοχος του εμβληματικού αστυνόμου Μπέκα, ήρωα του Γιάννη Μαρή, του εισηγητή της αστυνομικής λογοτεχνίας στην Ελλάδα τη δεκαετία του ΄50, ενός σημαντικού συγγραφέα, άγνωστου στο παγκόσμιο αναγνωστικό κοινό. Στα μυθιστορήματα του Μάρκαρη είναι έντονοι οι απόηχοι από την κατάρρευση των καθεστώτων της Ανατολικής Ευρώπης, καθώς κάποιοι ήρωες του, είχαν πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με πρόσωπα των κρατικών μηχανισμών εκείνων των καθεστώτων. Ο Μάρκαρης, όπως και οι άλλοι σύγχρονοι Έλληνες ομότεχνοί του, μέσω της αστυνομικής πλοκής θίγει καίρια ζητήματα της σημερινής ελληνικής πραγματικότητας. Τα μυθιστορήματά του αποτελούν μια γοητευτική τοπογραφία της Αθήνας, της υπερτροφικής μεγαλούπολης, όπου συμβιώνουν λίγο πολύ αρμονικά γηγενείς, οικονομικοί μετανάστες και πολιτικοί πρόσφυγες από γειτονικές χώρες. Μιλάει για τον κόσμο των αστών και των νεόπλουτων, των επιτήδειων που πλουτίζουν από τις επιδοτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των φοροφυγάδων, μα και των καταστηματαρχών που υποδέχονται με επιφυλακτικότητα στα νησιά τους ντόπιους και αλλοδαπούς επισκέπτες. Σεναριογράφος έργων της τηλεόρασης, άριστος γνώστης των δημοσιογραφικών, καλλιτεχνικών και άλλων παρασκηνίων, προσπαθεί να αποκαλύψει ορισμένες από τις κρυφές πλευρές του κόσμου των μίντια, και να κοινολογήσει τα ευτράπελα που λαμβάνουν χώρα στα πάμπολλα τηλεοπτικά κανάλια. Ακόμα μας ξεναγεί με μαεστρία στον δαιδαλώδη κόσμο των κέντρων διασκέδασης, των νονών της νύχτας και των μπράβων, κάνοντας σαφείς υπαινιγμούς κατά ορισμένων πολιτικών αναμεμιγμένων σε έκνομες δραστηριότητες. Ο τρόπος με τον οποίο αφηγείται ο Μάρκαρης είναι απολαυστικός, οι χαρακτήρες διαγράφονται με ενάργεια, οι περιγραφόμενες καταστάσεις είναι αληθοφανείς, οι ήρωες ζουν μια πραγματική ζωή, τα πάντα είναι άψογα από λογοτεχνική άποψη. Ο Κώστας Χαρίτος πάνω στον οποίο στηρίζει την πλοκή των ιστοριών του, μολονότι έχει ένα αντικομμουνιστικό παρελθόν, γίνεται αμέσως συμπαθής στον αναγνώστη εξαιτίας του αδιάφθορου χαρακτήρα του και ίσως της έντιμης πενίας του, κι αυτό σε μια χώρα όπου οι αστυνομικοί δεν χαίρουν μεγάλης εκτίμησης για πολλούς λόγους, μα κυρίως πολιτικούς. Διότι ο αστυνόμος δεν είναι απλώς ένας ήρωας που εξιχνιάζει εγκλήματα αλλά κι ένας κάπως εκκεντρικός μα συνηθισμένος Έλληνας ο οποίος δεν αρκείται στη δράση: η συναρπαστική περιπλάνησή του στους αθηναϊκούς χώρους συνοδεύεται από ευφυείς παρατηρήσεις. Όλα αυτά επιτείνουν τη σαγήνη του κειμένου που παγιδεύει τον αναγνώστη μέχρι το τέλος της ιστορίας. Μερικές φορές ο συγγραφέας γράφει παρωδιακά και αυτό προφανώς οφείλεται στη διάθεσή του να διακωμωδήσει το αστυνομικό σώμα. Ο Μάρκαρης χρησιμοποιεί ένα σκληρό και ενίοτε προκλητικό χιούμορ κάτι που δείχνει πως επιθυμεί να σκανδαλίσει, αφού προηγουμένως κατορθώνει να κινητοποιήσει τα φαιά κύτταρα του εγκεφάλου των αναγνωστών του. Συμπερασματικά, κινείται με μια ανατρεπτική διάθεση βάλλοντας κατά των κακώς κειμένων που ταλανίζουν την Ελλάδα. Φίλιππος Φιλίππου, Συγγραφέας


Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Θεόδωρος Αγγελόπουλος

Θεόδωρος Αγγελόπουλος (Συγγραφέας)

Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος γεννήθηκε στην Αθήνα την 27η Απριλίου 1935. Τελείωσε το δημοτικό και το γυμνάσιο στην Αχαρνών. Συμμαθητές και φίλοι του καλοί ήταν ο Χρήστος Γιανναράς, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος και ο Αλέκος Φασιανός. 1953: Εισάγεται στη Νομική Σχολή Αθηνών την οποία εγκαταλείπει στο πτυχίο. 1961: Φεύγει για τη Γαλλία και γράφεται στη Σορβόννη όπου παρακολουθεί μαθήματα γαλλικής φιλολογίας και φιλμολογίας, με καθηγητές τον Ζωρζ Σαντούλ και τον Ζακ Μιτρί, τους οποίους ξανασυνάντησε αργότερα στην IDHEC. Παράλληλα παρακολουθεί μαθήματα εθνολογίας με το Λεβί Στρως. Για να αντεπεξέλθει στα έξοδα των σπουδών δουλεύει στη ρεσεψιόν της Σιτέ Ουνιβερσιτέρ (με την ώρα) μαζί με τον γλύπτη Γεράσιμο Σκλάβο. 1962-63: Γίνεται δεκτός, ύστερα από εξετάσεις, στην περίφημη σχολή κινηματογράφου IDHEC. Η διαφωνία και σύγκρουσή του με τον καθηγητή της σκηνοθεσίας οδηγεί σε πρόωρη λήξη τις σπουδές του. 1963-64: Συνεχίζει τη φοιτητική του διαδρομή στο "Musee de l΄homme" κοντά στον εθνολόγο-σκηνοθέτη Ζαν Ρους, όπου διδάσκεται το σινεμά-ντιρέκτ. 1964: Επιστροφή στην Ελλάδα. Η επάνοδος στην πατρίδα συνοδεύεται από αναίτιο ξυλοδαρμό του από την αστυνομία καθώς βάδιζε ανύποπτος. Επεισόδιο που τον επηρέασε και άλλαξε τη διάθεση και τα σχέδιά του. Τότε η σκηνοθέτις Τώνια Μαρκετάκη του προτείνει να συνεργαστεί με την εφημερίδα "Δημοκρατική Αλλαγή" ως κριτικός. Προς μεγάλη έκπληξη όλων -και του ιδίου- αντί να γυρίσει στη Γαλλία, όπως ήταν και το αναμενόμενο, έμεινε στην Ελλάδα. Και εργάστηκε ως κριτικός. 1965: Οι "Φόρμινξ" (ο Βαγγέλης Παπαθανασίου και ο αδελφός του και μάνατζερ του συγκροτήματος, Νίκος), του προτείνουν να γυρίσει μια ταινία που θα προωθούσε την περιοδεία τους στην Αμερική. Τότε, ο Θόδωρος Αγγελόπουλος, κάνει και το πρώτο γύρισμα στη Θεσσαλονίκη, στο Παλαί ντε Σπoρ, σε συναυλία του συγκροτήματος, με 8.000 θεατές. Η περιοδεία ματαιώθηκε και οι "Φόρμινξ" δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ. 1968: Μικρού μήκους ταινία: "Εκπομπή". Πρώτη συμμετοχή στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Βραβείο κριτικών. 1969: Την 1η Σεπτεμβρίου κυκλοφορεί το πρώτο τεύχος του ιστορικού περιοδικού "Σύγχρονος κινηματογράφος". Συνιδρυτές ο Θ. Αγγελόπουλος με τον Β. Ραφαηλίδη. Οι δυο τους συνέλαβαν την ιδέα της οργάνωσης και εκτέλεσης ενός θεωρητικού περιοδικού για τον κινηματογράφο που θα παρακολουθούσε και θα σχολίαζε την σύγχρονη πρωτοπορία. Στη συντακτική επιτροπή οι: Τώνης Λυκουρέσης, Γιώργος Κόρρας, Λάκης Παπαστάθης, Κώστας Σφήκας, Ρούλα Μητροπούλου, Ρίτσα Ντάκου. Οργάνωση και διεκπεραίωση: Παντελής Βούλγαρης. 1971: "Αναπαράσταση". Θριαμβεύει στα βραβεία του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Βραβείο "Ζωρζ Σαντούλ" για την καλύτερη ταινία που προβλήθηκε στη Γαλλία το 1971. Καλύτερη ξένη ταινία στο Φεστιβάλ του Hyeres (1971). Ειδική μνεία της FIPRESCI (Διεθνής Ένωση Κριτικών Κινηματογράφου) στο Φεστιβάλ Βερολίνου (1971). 1972: "Μέρες του ΄36". Βραβείο σκηνοθεσίας και φωτογραφίας στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης. Βραβείο της FIPRESCI στο Φεστιβάλ Βερολίνου (1972). 1974-75: "Ο θίασος". Δεκατρία βραβεία. Στις Κάννες (1975) από τη FIPRESCI. Στην Ταορμίνα, στο Βερολίνο (Βραβείο ΙΝΤΕΡΦΙΛΜ), στο Λονδίνο (1979, Καλύτερη ταινία της χρονιάς), στην Ιαπωνία, στη Θεσσαλονίκη (1975, Βραβεία Καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας, σεναρίου, Α΄ αντρικού και Α΄ γυναικείου ρόλου, ΠΕΚΚ). Καλύτερη ταινία της δεκαετίας 1970-1980 από την ένωση κριτικών της Ιταλίας. Ανάμεσα στις καλύτερες ταινίες στην Ιστορία του Παγκόσμιου Κινηματογράφου από την FIPRESCI. 1977: "Κυνηγοί". Επίσημη συμμετοχή στο Φεστιβάλ των Καννών. Βραβείο Καλύτερης ταινίας στο Φεστιβάλ του Σικάγο. Βραβείο της Ένωσης Τούρκων Κριτικών. 1979: Στη διάρκεια των γυρισμάτων του "Μεγαλέξαντρου" γνωρίζει τη Φοίβη Οικονομοπούλου, διευθύντρια παραγωγής, η οποία είναι από τότε η σύντροφος της ζωής του. 1980: "Μεγαλέξαντρος". Χρυσό Λιοντάρι στο Φεστιβάλ Βενετίας, όπως επίσης και βραβεία της FIPRESCI και Cinema Nuovo στο ίδιο φεστιβάλ. Βραβείο της ΠΕΚΚ στη Θεσσαλονίκη. 1980: Γεννιέται η πρώτη του κόρη ΄Αννα. 1981: "Χωριό ένα, κάτοικος ένας" (διάρκεια 20΄). Τηλεοπτική παραγωγή της ΥΕΝΕΔ. Αναφέρεται στην εγκατάλειψη του χωριού Νέα Σεβάστεια του νομού Θεσσαλονίκη
Δείτε όλα τα βιβλία του συγγραφέα

Τόπος Έκδοσης:
Αθήνα
Τόμος:
1
Δέσιμο:
Χαρτόδετο
Σελίδες:
109
Διαστάσεις:
25x17
Βάρος:
0.253 κιλά

Αξιολογήσεις

Γράψε μια αξιολόγηση