Η περίπτωση Φίνκλερ

του Howard Jacobson

«...Ως τη στιγμή της επίθεσης, η βραδιά του Τρέσλαβ ήταν γλυκά θλιμμένη αλλά όχι καταθλιπτική. Μολονότι παραπονιόνταν ότι δεν έχουν πυξίδα και σκοπό στη ζωή, οι τρεις άντρες -οι δύο χήροι και ο Τρέσλαβ, που μετρούσε ως επίτιμος τρίτος χήρος- απολάμβαναν την παρέα ο ένας του άλλου, αντάλλασσαν επιχειρήματα σχετικά με την οικονομία και την παγκόσμια κατάσταση, θυμόνταν αστεία και ανέκδοτα από τα παλιά, και σχεδόν κατάφερναν να πείσουν εαυτούς ότι είχαν γυρίσει πίσω σε μια χρονική περίοδο στην οποία δεν είχαν γυναίκες να χάσουν. Ήταν ένα όνειρο, με δυο λόγια, το ότι ερωτεύτηκαν, το ότι έγιναν πατεράδες παιδιών -ο Τρέσλαβ είχε ακουσίως γίνει πατέρας δύο παιδιών, απ' όσο ήξερε-, το ότι αποχωρίστηκαν τις γυναίκες τους με τρόπο συντριπτικό. Καμία γυναίκα που είχαν αγαπήσει δεν τους είχε αφήσει διότι δεν είχαν αγαπήσει καμία ακόμη. Το πένθος ήταν κάτι που φάνηκε στο μέλλον.
Ποιον κορόιδευαν, λοιπόν;...»

Την επικυριαρχία ολοκληρωτικών ιδεολογιών, την ''ολική επαναφορά'' πολιτικών μορφωμάτων και πρακτικών μισαλλοδοξίας στην καρδιά της Ευρώπης, της ''πάλαι ποτέ'' κοιτίδας της ελευθερίας της σκέψης και των προοδευτικών κινημάτων, κάποιοι λαοί όπως οι Σκανδιναβοί ή οι Γερμανοί, τη μεταμορφώνουν σε κινηματογράφο του φανταστικού ή μυθιστόρημα με στοιχεία θρίλερ. Στον αντίποδα οι φλεγματικοί Βρετανοί, συνειδητά αποκομμένοι από τη βαριά ατμόσφαιρα της Ηπειρωτικής Ευρώπης νησιώτες, επιλέγουν το φλεγματικό και εν πολλοίς ''βιτριολικό'' χιούμορ, με έντονες πινελιές ανείπωτης μελαγχολίας για να αναφερθούν στην κρίση ταυτότητας ενός λαού ...πανσπερμίας των πέντε ηπείρων, που μετατράπηκε από θύμα των κρεματορίων σε παντοδύναμο θύτη, ικανό να ''μπαίνει στη μύτη'' όλου του κόσμου.
Αλλά ποιος θυμάται πλέον το ''εβραϊκό'' ή το ''παλαιστινιακό'' ζήτημα, στην εποχή της παντοδυναμίας των αγορών; Φαίνεται ότι υπάρχει κάποιος και πολλοί ένθερμοι αναγνώστες γύρω από εκείνον, ώστε στα 2010 και μετά από σωρεία ατελέσφορων προσπαθειών, ο 70χρονος σήμερα Χάουαρντ Τζέικομπσον να τιμηθεί με το βραβείο Booker, για την ''Περίπτωση Φίνκλερ'', το πρώτο κωμικό μυθιστόρημα που έτυχε αυτής της τιμής στα τελευταία 25 χρόνια.  Θα συμφωνήσουμε με την άποψη μιας μερίδας των κριτικών που επεσήμαναν ότι το βιβλίο «έχει γέλιο, αλλά είναι ένα γέλιο στο σκοτάδι», για να συνεχίσουν ότι «το βιβλίο αυτό είναι τελικά σοφό». Άλλωστε ο ίδιος ο συγγραφέας επιλέγει να θεωρεί εαυτόν μία «αρσενική, Εβραία Τζέιν Όστεν», εν αντιθέσει με τον χαρακτηρισμό του «Βρετανού Φίλιπ Ροθ», που του αποδίδεται. Καλή η τύχη και του ελληνικού αναγνωστικού κοινού, που οι εκδόσεις Ψυχογιός επέλεξαν τον Γιώργο -Ίκαρο Μπαμπασάκη για την ενδελεχή μετάφραση -απόδοση και εισαγωγή σε ένα κείμενο ιδιαίτερα απαιτητικό. Ο μεταφραστής κλήθηκε να ισορροπήσει και διέπρεψε ανάμεσα στον πλούτο της αγγλικής και την αντίφαση του εβραϊκού χιούμορ, λόγου χάριν όταν ο Τζέικομπσον επιλέγει να μας μυήσει, ως άλλος Γούντυ Άλλεν, στα σεξουαλικά πλεονεκτήματα της περιτομής.

«...Από την άλλη μεριά του τραπεζιού ήσαν δύο Εβραίοι του κατεστημένου. Άνθρωποι σε διοικητικά συμβούλια φιλανθρωπικών ιδρυμάτων και συναγωγών, κέρβεροι της κοινότητας, επιτηρητές της εβραϊκής οικογένειας και του καλού ονόματος του Ισραήλ, και συνεπώς φυσικοί εχθροί του Φίνκλερ. Δεν αναμιγνύονταν,  οι φύλακες της τάξεως Εβραίοι με τους ανατρεπτικούς Εβραίους των αμφισβητήσεων και των ιδεών. Ο ένας από αυτούς θύμιζε στον Φίνκλερ τον πατέρα του όταν δεν ήταν στο μαγαζί, όταν προσευχόταν ή μιλούσε μαζί με άλλους Εβραίους με τους οποίους μοιραζόταν τα ενδιαφέροντα της κοινότητας. Είχε το ίδιο ύφος εγκόσμιας οξυδέρκειας σε συνδυασμό με μιαν αδοκίμαστη αθωότητα που προέρχεται από το να πιστεύεις ότι ο Θεός εξακολουθεί να έχει ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τον εβραϊκό λαό. Πότε να τους προστατεύει τους Εβραίους όπως  Αυτός κανέναν άλλον δεν έχει προστατεύσει, πότε να τους τιμωρεί αγρίως όπως  Αυτός κανένα από τα πλάσματά Του δεν έχει τιμωρήσει...»

Κεντρική φιγούρα του μυθιστορήματος, είναι ο Τζούλιαν Τρέσλαβ που... δεν είναι Εβραίος. Οι δύο στενοί του φίλοι, ο μεσήλικας συνομήλικός του, Σάμιουελ Φίνκλερ και ο αρχοντικός γέροντας Λίμπορ Σέβτσικ, αντίθετα είναι Εβραίοι, μισός Άγγλος ο πρώτος, κατά την υπηκοότητα Τσέχος ο δεύτερος. Ο Τζούλιαν, από την άλλη, ονειρεύεται να γίνει Εβραίος. Ολόκληρη η προγενέστερη ζωή του ως καλλιτεχνικού παραγωγού του BBC ή συνοδού διάσημων κυριών του παλκοσένικου, οδήγησε σε  σύντομους και τραγικούς έρωτες. Τη μελαγχολική, επίπεδη ακύρωση του βίου του έρχεται να αναστατώσει η φραστική επίθεση (ενδεχομένως και ο προπηλακισμός) του άβουλου Ζέλιγκ (για να θυμηθούμε ξανά το μεγάλο σκηνοθέτη και την ταινία του των άπειρων μεταμορφώσεων ενός ασήμαντου ανθρωπάκου) από μια νεαρή κοπέλα, που θα τον ''βρίσει''...Εβραίο.
Τότε το θύμα της ''αντι-σημιτικής'' επίθεσης θα καταφύγει στη συνδρομή και τη συντροφικότητα των ''εν τοις πράγμασι'' Εβραίων φίλων του. Μόνο που ο πρώτος από αυτούς, ο Σάμ Φίνκλερ, ένας τηλε-φιλόσοφος στη γραμμή του Ντε Μποττόν, που μαγεύει το κοινό με διαλέξεις πρακτικής φιλοσοφίας, ενδεικτικής θεματικής ενός ''υπαρξιστή στην κουζίνα'' ή πώς θα σας βοηθούσε ο Βιντγκενστάιν να απομνημονεύσετε το pin της πιστωτικής σας, είναι εξόχως εγωπαθής και αντιφατικός, γι' αυτό κι έχει ενταχθεί σε αντι-σημιτικό σύλλογο, φτιαγμένο από ...Εβραίους.
Δάσκαλος των δύο συνομηλίκων ηρώων, χήρος πρόσφατα από τη γυναίκα της ζωής του, τη Μάλκι, είναι ο τρίτος ήρωας, ο Λίμπορ Σέβτσικ. Την τραγικότητα με την οποία ενδύεται το επικείμενο τέλος της ζωής ενός αξιοπρεπούς μοναχικού, που αναθυμάται τη μαγεία περασμένων μεγαλείων, και μαζί την αντίφαση της εβραϊκής, μα πάνω απ' όλα της ανθρώπινης ταυτότητας, σχολιάζει συχνά- πυκνά ο Τζούλιαν, αφού κι ο Σάμ Φίνκλερ έχει χηρεύσει από την Τάιλερ , αναρωτώμενος πώς ''συνεχίζεις να ζεις, γνωρίζοντας ότι ποτέ -μα ποτέ- δεν πρόκειται να ξαναδείς το πρόσωπο που αγάπησες τόσο πολύ;''.

«...Ποτέ δεν αμφέβαλλε για το πόσο πιστός της είναι γιατί ήταν τόσο γεμάτη ασφάλεια. Άραγε αυτή η πίστη - μια πίστη δίχως κόπο μήτε στερήσεις, επέμενε ο Λίμπορ, μια πίστη ξέχειλη από αισθησιακή ηδονή- εξηγούσε το ότι δεν ένιωθε τύψεις ο Λίμπορ; Η ενοχή είχε γίνει το μέσον του Φίνκλερ όταν σκεφτόταν τη γυναίκα του και η ενοχή υπήρχε μονάχα στο παρελθόν. Ελεύθερος από κάθε ενοχή, αν έλεγε την αλήθεια, ο Λίμπορ ήταν σε θέση να λυπάται για το μέλλον που αυτός και η Μάλκι, καίτοι τόσο ηλικιωμένοι, δεν είχαν. Σε όποια ηλικία κι αν είσαι, υπάρχει ένα μέλλον που δεν το έχεις. Δεν υπάρχει ποτέ αρκετή ζωή όταν είσαι ευτυχισμένος, αυτό ήταν το νόημα. Δεν υπάρχει ποτέ τόση ευδαιμονία, που να μην θέλεις κι άλλη λίγη. Λύπη η μία, λύπη κι η άλλη, κι ο Φίνκλερ να μην ξέρει ποια είναι η πιο εκτιμητέα, εάν μπορεί να εκτιμηθεί η λύπη -το να αισθάνεσαι ότι σου έχουν κλέψει το ακόμα περισσότερο από την ευτυχία που έχεις ήδη απολαύσει, ή το να μην την είχες την ευτυχία ούτως ή άλλως. Πάντως έδειχνε καλύτερο το να είσαι ο Λίμπορ...»

Μοιάζει κεντρικό υποκείμενο του μυθιστορήματος να αποτελεί μια τέταρτη ----φασματική- οντότητα, αυτή της ''Εβραϊκότητας''. Θα εξηγήσω παρακάτω γιατί προτιμώ την αμφιβολία. Τι είναι εκείνο που προκαλεί όμως, ενίοτε τη συμπάθεια για τους Εβραίους και πώς γιγαντώνεται άλλοτε η κατακραυγή για αυτούς; Τι σημαίνει να γεννηθείς Εβραίος στη Βρετανία και πώς νιώθουν οι γηγενείς του νησιού για το Ισραήλ; Σε πείσμα όλων εκείνων που επιδιώκουν την υπεραπλούστευση του όρου αντι-σημίτης, η ''Εβραϊκότητα '' αποτελεί μια ποιότητα που αντιστέκεται σε ορισμούς. Στην πραγματικότητα δεν μπορεί να αποδοθεί με όρους ''εθνότητας'' ή θρησκευτικού δόγματος. Δεν υπάρχει κανενός είδους φυσιολογία, ψυχολογία ή πνευματικότητα, που θα μπορούσε να μοιραστεί αξιωματικά οποιοσδήποτε Εβραίος με τους ομοεθνείς του, ως εκ τούτου η διχογνωμία περί της εβραϊκής ταυτότητας βρίσκεται στο γενετικό υλικό αυτού του λαού. 
Δεν είναι λίγοι οι Εβραίοι που νιώθουν άβολα με την ιδέα πως η ''Εβραϊκότητα'' συνδέει δυνητικά τους ανά τον κόσμο Εβραίους. Όπως δεν είναι λίγοι εξίσου οι Εβραίοι της Βρετανίας, επικριτικοί για τη μοίρα που επιφύλαξε και διαιωνίζει η κρατική οντότητα του Ισραήλ στους Παλαιστινίους, που έχουν ενταχθεί σε κινήματα του τύπου ''όχι-στο-όνομά-μου'' (ως Εβραίου), στην ουσία εντασσόμενοι σε ομάδες που... αρνούνται την ιδέα των ομαδοποιήσεων. Δεν μας εκπλήσσει λοιπόν -με δεδομένη την έμφυτη ασάφεια της εβραϊκής ταυτότητας-  που ένας συγγραφέας σαν τον Χάουαρντ Τζέικομπσον, τόσο πληθωρικός όσο και οι περισσότεροι ομοεθνείς του όταν γίνεται συζήτηση για τη φύση της ''Εβραϊκότητας'', επιλέγει την τελευταία ως θέμα του ανά χείρας βιβλίου του. Μια ταυτότητα, της οποίας κάθε Εβραίος έχει συνείδηση, χωρίς να μπορεί να την προσδιορίσει επακριβώς και ο Τζέικομπσον επιλέγει τη φαντασιακή μέθοδο για να καταπιαστεί. Γιατί η ''Εβραϊκότητα'' δεν σ' αφήνει ήσυχο ποτέ, σαν μια επίμονη φαγούρα. Και ο συγγραφέας εκτιμά ότι ίσως να είναι και μεταδοτική ως μολυσματική ασθένεια. ''Θα' πρεπε να γεννηθείς και να μεγαλώσεις σαν Εβραίος για να δεις παντού το χέρι των Εβραίων. Ή αυτό ή να γεννηθείς και να μεγαλώσεις ένας Ναζί.''

«...Τι ήταν εκείνη τη συγκεκριμένη ημέρα που τον έκανε να γυρίσει πάλι στο πάρκο ύστερα από το προσκύνημά του στο σπίτι του Λίμπορ -τι έκανε την ημέρα εκείνη διαφορετική από τις άλλες ημέρες- δεν μπορούσε να ξέρει. Είχε ακολουθήσει τη συνήθη διαδρομή του, να τον τρώει της μνήμης η φαγούρα, είχε βγει στην πύλη την πιο κοντινή στο διαμέρισμα του Λίμπορ, όπου μπορούσε να σταθεί και να σηκώσει το βλέμμα και να κοιτάξει για μισή ώρα, ταυτίζοντας τα παράθυρα με τα δωμάτια πίσω τους, και τα δωμάτια με τα όσα είχε κάνει ή είχε δει μέσα τους: τη Μάλκι να παίζει Σούμπερτ, τα αναρίθμητα όλο ζωντάνια δείπνα, τα βαριά έπιπλα του Λίμπορ, τις παντόφλες του Λίμπορ με τα κεντημένα αρχικά, τον Λίμπορ και τον Φίνκλερ να κονταροχτυπιούνται για το Ισρρραή, να βλέπει την Εφσιβά για πρώτη φορά - ''Λέγε με Τζούνο, αν σου είναι πιο εύκολο.''...»

Πώς να παραβλέψεις τα φιλοσοφικά ερωτήματα που θέτει η ιδιότητα του να είσαι ένας Φινκλέρος (εν τέλει Εβραίος και την ίδια στιγμή αντι-σημίτης), όταν αυτά είναι παγκόσμια και αιώνια, κυρίως δε δεν εννοούν να εγκαταλείψουν τη γήινη μοίρα και την τραγική βιωτή των τριών ηρώων, παρά μόνον με τη λυτρωτική, οριστική απομάκρυνση από τα ανθρώπινα; Ο Χάουαρντ Τζέικομπσον στοχάζεται πάνω στη σοφία των γηρατειών, τη δικαιοσύνη και την αγάπη, τα ζητήματα της εθνικής ταυτότητας, της πολιτισμικής υπόστασης,  της ανδρικής φιλίας, το να ανήκεις κάπου αλλά εξίσου και το να είσαι αποκλεισμένος από κάπου ή από κάποιους.  
Ο Τζούλιαν, ο Σάμ και ο Λίμπορ συζητούν, μαλώνουν, συμφιλιώνονται πάνω σε αυτά τα θέματα ατελείωτα, πεισματικά και ανελέητα, όπως συνηθίζουν οι πρωταγωνιστές σε όλα τα μυθιστορήματα του Τζέικομπσον. Σε σημείο, μάλιστα, όπου η αφήγηση μοιάζει να ακινητοποιείται. Με καλλιτεχνικούς όρους, οι πρωταγωνιστές της αφήγησης αποτυπώνονται αψεγάδιαστα, η πρόζα είναι εντυπωσιακή και η γλώσσα του κειμένου, με τις πολυσχιδείς εκφάνσεις και την αφοπλιστικότητα των υπαινικτικών φράσεων, συνιστούν ένα υψηλόφρονο κείμενο, άξιο ιδιαίτερης αναφοράς για την καθαρά (λογο)τεχνική μαεστρία του δημιουργού του.
Μα πάνω απ' όλα και σε πρώτο πλάνο, η ''Περίπτωση Φίνκλερ'' είναι μια ανατριχιαστικά συγκινητική ιστορία, γραμμένη με το μελάνι της ανθρωπιάς, τη ζεστασιά της υψηλής πνευματικότητας και το ταλέντο ενός έξοχου δημιουργού. Το κουβάρι των μπλεγμένων διαπροσωπικών σχέσεων ξετυλίγεται περίτεχνα και κατά το εφικτό λιγότερο επώδυνα. Γιατί μαζί με τον ανείπωτο πόνο, με τον οποίο έχει προικίσει τις περίπλοκες σχέσεις των χαρακτήρων του, ο Χάουαρντ Τζέικομπσον τους χαρίζει κι ένα λυτρωτικό δάκρυ ειλικρινούς και πηγαίου πένθους για τις γυναίκες που αγάπησαν και απώλεσαν.

«...Από την Εφσιβά, με την οποία βρίσκεται συχνά σε επαφή, αντλεί τα λόγια του ο Σαμουήλ Φίνκλερ. Το δικό της αίσθημα του ανολοκλήρωτου, ενός πράγματος που δεν τέλειωσε και που ενδεχομένως δεν έιχε αρχίσει καν, γίνεται και δικό του αίσθημα. Ούτε και τον Τρέσλαβ τον έμαθε ποτέ καλά, άλλωστε. Κι αυτό του δίνει λόγο να θρηνήσει.
Δεν έχει τέλος του Φίνκλερ το πένθος...»

Γιώργος Στυλιανού


Ευγενική χορηγία του forfree.gr